Ο άγνωστος Λάππας

Οταν έγινε γνωστή η είδηση του αδόκητου θανάτου του Γιώργου Λάππα (1950-2016) τον περασμένο Ιανουάριο, ο Δάκης Ιωάννου έσπευσε να πάρει τηλέφωνο την εικαστικό και σύζυγό του Αφροδίτη Λίτη.

Οταν έγινε γνωστή η είδηση του αδόκητου θανάτου του Γιώργου Λάππα (1950-2016) τον περασμένο Ιανουάριο, ο Δάκης Ιωάννου έσπευσε να πάρει τηλέφωνο την εικαστικό και σύζυγό του Αφροδίτη Λίτη. Ηθελε βεβαίως να τη συλλυπηθεί αλλά και να της προτείνει μια χειρονομία αποχαιρετισμού προς τον σπουδαίο γλύπτη και καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. «Θα ήταν ωραίο να κάνουμε μια παρουσίαση έργων του Γιώργη» της είπε. Εκείνη συμφώνησε, οπότε λίγους μήνες μετά βρέθηκαν στο στούντιό του στον Περισσό σε μια ανιχνευτική επίσκεψη μαζί με τον καλλιτεχνικό σύμβουλο του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ Γιώργο Τζιρτζιλάκη και την επιμελήτρια του Τμήματος Ζωγραφικής, Χαρακτικών και Σχεδίων του Μουσείου Μπενάκη Πολύνα Κοσμαδάκη. Στο υπόγειο του εργαστηρίου όλοι τους, πλην της κυρίας Λίτη βεβαίως, βρέθηκαν μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη, σε έναν απρόσμενο «συγκλονισμό».

Δεκάδες, εκατοντάδες μικρά κουτιά, περίπου σαν κουτιά παπουτσιών, κάλυπταν τους τοίχους απ’ άκρη σε άκρη και καθένα είχε μέσα του από ένα μικρό γλυπτό. Στην εξωτερική του πλευρά ο Γιώργος Λάππας είχε τοποθετήσει από μια φωτοτυπία του κάθε έργου σαν να επρόκειτο για ένα αρχείο της πρωτότυπης, μικρογλυπτικής δημιουργίας του. «Μας εντυπωσίασε πολύ αυτή η εμμονή του για τη δημιουργία αυτών των γλυπτών αλλά και η ανορθόδοξη ταξινόμησή τους. Δεν την ήξερα αυτή την πλευρά του Γιώργη, ήταν προφανώς κάτι πολύ προσωπικό του. Σκέφτηκα ότι θα άξιζε τον κόπο να δείξουμε αυτή τη δουλειά και όχι κάποια έργα που γνωρίζει όλος ο κόσμος» λέει ο κ. Δάκης Ιωάννου. «Ηταν σαν ένα ημερολόγιο –ο ίδιος χρησιμοποιούσε τον όρο «παραφερνάλια» -, ένα σώμα έργου εν προόδω στο οποίο αυτό που μας έκανε εντύπωση ήταν η αρχειακή του ενόρμηση» θα πει ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης. «Είδαμε ότι πρόκειται για αυτοτελή έργα τα οποία λειτουργούν σαν σημειώσεις. Δεν είναι προπλάσματα, το καθένα μπορούσε να σταθεί και μόνο του, αλλά όλα μαζί μπορούν να αποτελέσουν μέρος μιας συνεχούς αφήγησης» εξηγεί η Πολύνα Κοσμαδάκη.

Ενας καθόλου τυχαίος τίτλος
Οπως αντιλαμβάνεται κανείς από τις αντιδράσεις τους, τα έργα αυτά στη συντριπτική τους πλειονότητα δεν έχουν παρουσιαστεί ποτέ, αν και μια αναφορά σε αυτά κάνει ο Μιχάλης Παπαρούνης στην έκδοση «George Lappas» που κυκλοφόρησε με αφορμή την έκθεση με έργα του στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης στο Ρέθυμνο το 2005.
Ολοι μαζί λοιπόν σε αυτή την «επιμελητική συνεύρεση με πλείστα διαλογικά στοιχεία» και στο πλαίσιο της πάγιας πλέον συνεργασίας ανάμεσα στο Ιδρυμα ΔΕΣΤΕ και στο Μουσείο Μπενάκη ανέλαβαν να στήσουν μια έκθεση-φόρο τιμής στον πρόωρα χαμένο δημιουργό, «δίχως αμφιβολία τον έναν από τους τέσσερις μεγάλους γλύπτες της ελληνικής κουλτούρας μαζί με τον Χαλεπά, τον Σκλάβο και τον Τάκι», σύμφωνα με τον Τζιρτζιλάκη.

Πρόκειται να εγκαινιαστεί στο κτίριο της οδού Κουμπάρη στις 22 Σεπτεμβρίου με επίκεντρό της το άγνωστο εν πολλοίς «αρχείο» και σκοπό να μεταφερθεί η ενέργεια του υπογείου που το περιείχε. Τίτλος της, «Happy Birthday», ένα καθόλου τυχαίο παραδοξολόγημα, καθώς, όπως υπέδειξε η κυρία Λίτη, ο «οδηγός» της επιμελητικής ομάδας σύμφωνα με τους υπολοίπους, μια σειρά γλυπτά περιέχουν με διαφορετικούς τρόπους τη συγκεκριμένη επιγραφή, πάντα με τα ίδια γράμματα. Η ίδια ανέλαβε και την αποκωδικοποίηση αυτής της δημιουργικής αρχειακής «εμμονής» του συζύγου της, συγκεκριμένα περίπου 300 μικρογλυπτών ύψους 20-80 εκ. από αλουμίνιο, και τον διαμοιρασμό τους σε ενότητες που θα παρουσιαστούν στις προθήκες του τρίτου ορόφου του Μουσείου Μπενάκη.

«Πρόκειται για μια έκθεση ζωηρή, δυνατή και πιστεύω ότι όλοι θα πάρουμε πράγματα από αυτήν» λέει η κυρία Λίτη.
Με κινηματογραφική λογική
Οι δυσκολίες και τα δημιουργικά διλήμματα δεν έλειψαν ωστόσο στη διάρκεια του σχεδιασμού της. «Πώς θα τα έστηνε ο καλλιτέχνης και πώς θα μπορούσαμε να τα στήσουμε εμείς; Μήπως αλλοιώνουμε, προδίδουμε, μεταφράζουμε, τι ακριβώς κάνουμε;» λέει ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης. Τελικά, «σαν αρχαιολόγοι τοποθετούμε τα γλυπτά με βάση την αρίθμηση που είχε κάνει ο Λάππας, κρατάμε την ταξιθεσία τη δική του. Επειτα, τα γλυπτά μέσα στις προθήκες έχουν μια λογική κινηματογραφική, λειτουργούν σαν σεκάνς, ο επικέπτης θα μπορεί να βλέπει την πλοκή κατά κάποιον τρόπο των γλυπτών σαν να βλέπει κοντινά πλάνα μιας ταινίας».
Οσον αφορά τη θεματική τους, τα έργα είναι ασύνδετα μεταξύ τους, αν και όλα έχουν ως κοινό συνδετικό ιστό την προβληματική του σώματος και της μνήμης, προσωπικής και ιστορικής, καθώς ο γεννημένος στο Κάιρο Λάππας ανέτρεχε μέσα από το έργο του στην παιδική του ηλικία αλλά και στην Ιστορία. «Το έργο του δεν εμπεριέχει αναφορές μόνο στον Σερά και στον Ροντέν αλλα και σε κοινωνικές μεταβολές, σε ιστορικά γεγονότα, στην έννοια του αιγυπτιώτικου ελληνισμού και βέβαια πάνω απ’ όλα στην επεξεργασία του σώματος. Υπήρξε ένας καλλιτέχνης που συνειδητά εφάρμοσε εργαλεία της ψυχολογίας, αυτά που σήμερα θα αποκαλούσαμε ψυχαναλυτικά. Αλλωστε μεταξύ άλλων (σ.σ.: φοίτησε στην Αρχιτεκτονική ΑΑ στο Λονδίνο και στην ΑΣΚΤ της Αθήνας) είχε σπουδάσει και κλινική ψυχολογία στο Ορεγκον και χρησιμοποίησε πολύ την ψυχολογική διαδικασία ως εργαλείο» εξηγεί ο Τζιρτζιλάκης.

Αχρονολόγητα έργα μιας ζωής
Παρ’ όλη την επιμελή ταξιθεσία τους, τα έργα είναι αχρονολόγητα, φτάνει ακόμη και σε βάθος 20 χρόνων η δημιουργία τους. «Τον θυμάμαι να τα φτιάχνει μια ζωή» λέει η κυρία Λίτη. «Από τότε που τον είχα γνωρίσει ήταν ευρηματικός, εργατικός και δεν σταμάτησε ποτέ να έχει πράγματα που ήθελε να βγάλει από μέσα του και να τα δείξει» εξηγεί. «Δεν έδινε ιδιαίτερη βάση αν θα παρουσιαστούν ή όχι. Το σημαντικό ήταν ότι η συγκεκριμένη δουλειά τον χαροποιούσε ιδιαίτερα. Δεν τον ενδιέφερε το μέγεθος και το υλικό του κάθε έργου αλλά το τι είχε να πει. Αυτό ίσχυε σε όλο το φάσμα της δουλειάς του. Εκανε αυτό που αισθανόταν, είχε επιλέξει αυτόν τον τρόπο να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του μέσω ενός βαθύτατου στοχασμού και ο κόσμος το εισέπραττε. Αντιμετώπιζε τα πράγματα ποιητικά, μπορούσε ο θεατής να μεταφέρεται σε άλλες διαστάσεις, γι’ αυτό και είχε απήχηση το έργο του».
Και μολονότι δεν θα δούμε τις πασίγνωστες κόκκινες φιγούρες του στην έκθεση, θα παρουσιαστούν και ορισμένα γλυπτά που είναι ήδη γνωστά. Στο μέσον της αίθουσας θα βρει τη θέσης της η σύνθεση «Πλατεία Ελευθερίας» από την έκθεση «Ντοκουμέντα και γλυπτικά τοπία» που είχε παρουσιαστεί στο Εβραϊκό Μουσείο στη Θεσσαλονίκη το 2014, καθώς και ορισμένα έργα που βρέθηκαν στο εργαστήριό του. Ενα κεφάλι του Βαν Γκογκ, καθώς και ένα φωτεινό έργο με φιγούρες ξαπλωμένες που κάνουν πικ νικ. Σαν «εισαγωγή» στην έκθεση έχει επιλεγεί μια μεγάλη γούνινη επιτοίχια καμήλα ως μια χειρονομία για την αλεξανδρινή καταγωγή του. Εξάλλου, όπως τονίζει ο Δάκης Ιωάννου, ο οποίος τον είχε πρωτογνωρίσει όταν είχε πρωτοεμφανιστεί στην ελληνική σκηνή με τα έργα «Αβακας» και «Mappemonde» στην γκαλερί Ζουμπουλάκη το 1981, «σκοπός είναι να δείξουμε την ψυχή του ανθρώπου αυτού και όχι τη δουλειά του». Αυτή λοιπόν δεν είναι μια αναδρομική έκθεση. «Είναι πολύ πρόσφατη η απώλειά του και μια αναδρομική έκθεση προϋποθέτει μια μεγάλη βουτιά στο παρελθόν. Πρέπει να δώσουμε την πρέπουσα ανάγνωση στο έργο του και αυτό θα γίνει κάποια στιγμή στο μέλλον, όταν θα έχουν ωριμάσει οι συνθήκες» διευκρινίζει η κυρία Λίτη. Δεν υπάρχει βιασύνη, η θέση του εξάλλου στο πάνθεον των μεγάλων είναι ήδη εξασφαλισμένη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.