Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία, ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αφάνισε τους πολιτικούς αντιπάλους του στο εσωτερικό, απείλησε τους συμμάχους του στη Δύση και άνοιξε τον δρόμο για εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ της Αγκυρας και της Μόσχας. Μπορεί αυτή η επαναπροσέγγιση να αλλάξει τις ισορροπίες στη Μέση Ανατολή και με τη συμβολή του Ιράν να επηρεάσει την εξέλιξη του πολέμου στη Συρία; Οταν ο τούρκος πρωθυπουργός, Μπιναλί Γιλντιρίμ, ρωτήθηκε ποιον θα επέλεγε μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους και του σύρου προέδρου, Μπασάρ αλ Ασαντ, απάντησε: «Κανέναν. Και οι δύο πρέπει να φύγουν». Ωστόσο, για το καθεστώς Ασαντ τα γεωστρατηγικά παιχνίδια των μεγάλων περιφερειακών δυνάμεων στην περιοχή συνιστούν μια «χρυσή ευκαιρία», δίνοντάς του τη δυνατότητα να παραμείνει στην εξουσία υπό την προστασία της Ρωσίας και εν μέρει της Τουρκίας.
Παρότι κανείς δεν κάνει λόγο για μια επίσημη συμφωνία στο φλέγον ζήτημα της Συρίας, όλα δείχνουν ότι ο διάλογος μεταξύ Ρωσίας, Τουρκίας και Ιράν σύντομα θα συμπεριλάβει και ανοιχτά τη Συρία. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δήλωσε ότι η κυβέρνησή του και η Ρωσία «έχουν παρόμοιες θέσεις για την εκεχειρία στη Συρία, την ανθρωπιστική βοήθεια και την ανάγκη εξεύρεσης πολιτικής λύσης». Δέχθηκε ότι υπάρχουν «κάποιες διαφωνίες» για το εάν ο Ασαντ πρέπει να παραμείνει στην εξουσία. Αλλά, συμπλήρωσε, «αντί να επικρίνουμε ο ένας τον άλλον σε αυτό το θέμα, θα πρέπει να ερευνήσουμε τις δυνατότητές μας και να καταλήξουμε σε έναν εποικοδομητικό διάλογο». Για τη Δαμασκό και τους συμμάχους της η πιθανότητα συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας για τη Συρία είναι «μάννα εξ ουρανού».
Αν και η Αγκυρα δύσκολα θα δεχθεί να υποστηρίξει ενεργά την κυβέρνηση Ασαντ, για τον σύρο πρόεδρο θα είναι αρκετή η διακοπή παροχής βοήθειας προς τους αντάρτες που πολεμούν εναντίον του καθεστώτος. Χωρίς την Τουρκία, οι αντάρτες της Συρίας θα αποδυναμωθούν απέναντι στις επιθέσεις των σιιτών υποστηρικτών της κυβέρνησης Ασαντ. Οι αντάρτες ήδη έχουν χάσει εδάφη στο νότιο τμήμα της χώρας και τώρα εστιάζουν τις επιχειρήσεις τους στον Βορρά και στο Χαλέπι. Επιπλέον, πολλοί από τους αξιωματούχους του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, που εμπλέκονταν στα προγράμματα παροχής βοήθειας των ανταρτών στη Συρία, τώρα βρίσκονται στη φυλακή, κατηγορούμενοι για ανάμειξη στην απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου.
Ακόμη και αν οι θέσεις Ρωσίας και Τουρκίας δεν ευθυγραμμιστούν πλήρως, εξαιτίας της ανοχής και υποστήριξης της Αγκυρας προς τις ισλαμιστικές εξτρεμιστικές οργανώσεις –ο Ερντογάν δήλωσε τον Ιούνιο ότι το Μέτωπο αλ Νούσρα (σ.σ.: της Αλ Κάιντα) «δεν θα πρέπει να κατατάσσεται στις τρομοκρατικές οργανώσεις γιατί πολεμάει ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος» –είναι πιθανό να υπάρξει συμφωνία σε επιμέρους ζητήματα, διευκολύνοντάς τη να άρει τους περιορισμούς που τώρα την εμποδίζουν να εξαπολύει περισσότερες επιθέσεις ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος και τους κούρδους αντάρτες στη Βόρεια Συρία.
ΠΟΓΚΡΟΜ
80.000 στο στόχαστρο, 23.000 στα κρατητήρια
Σε δεύτερο κύμα εκκαθαρίσεων στην ακαδημαϊκή κοινότητα προχώρησε η τουρκική κυβέρνηση με μαζικά εντάλματα συλλήψεων εναντίον εκατοντάδων καθηγητών Πανεπιστημίου που κατηγορούνται για διασυνδέσεις με το κίνημα Γκιουλέν. Επιπλέον, αναμένονται νέες απολύσεις στα υπουργεία Εξωτερικών και Εσωτερικών, όπως και σε Ακτοφυλακή και Στρατό. Εκτιμάται ότι μετά την απόπειρα πραξικοπήματος τον περασμένο μήνα, περισσότεροι από 80.000 άνθρωποι έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα ή έχουν απομακρυνθεί από τα καθήκοντά τους στον δημόσιο τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τουρκική κυβέρνηση διέταξε την υπό όρους απελευθέρωση 38.000 κρατουμένων, οι οποίοι είχαν φυλακισθεί πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα, με σκοπό να ανοίξουν «θέσεις» για τους πολιτικούς αντιπάλους του Ερντογάν. Από τον Ιούλιο μέχρι σήμερα έχουν συλληφθεί ή και φυλακισθεί περισσότερα από 23.000 άτομα.

Ακίν Ουνβέρ: «Οι Αμερικανοί αφήνουν το πεδίο ελεύθερο σε Ρωσία, Τουρκία και Ιράν»
«Στη Μέση Ανατολή διαμορφώνεται μια νέα ισορροπία ισχύος, με τις ΗΠΑ να απομακρύνονται αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο σε Ρωσία, Τουρκία και Ιράν»
είπε στο «Βήμα» ο Ακίν Ουνβέρ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Καντίρ Χας της Κωνσταντινούπολης.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες από τη στροφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και της επαναπροσέγγισης με τη Ρωσία, στον πόλεμο της Συρίας;

«Η Τουρκία αλλάζει σε σημαντικό βαθμό την κατεύθυνση της εξωτερικής της πολιτικής και τώρα προσπαθεί να βρει μια νέα λύση για τη Συρία, όχι μόνο σε συνεργασία με τη Ρωσία αλλά και με το Ιράν. Αυτό σημαίνει ότι οι τρεις χώρες θα διαπραγματευτούν για το ποιες θα είναι οι οργανώσεις που θα υποστηρίξουν, ποιες θα μείνουν εκτός του πολιτικού φάσματος και τι είδους πολιτική μετάβαση θα ακολουθήσει. Οι ΗΠΑ δεν θέλουν πλέον να έχουν τα ηνία στη Συρία και έτσι δημιουργείται ένα κενό, που με ευχαρίστηση αφήνουν τη Ρωσία να το αναπληρώσει. Σε αυτό το νέο παιχνίδι των μεγάλων δυνάμεων, η Τουρκία θα πάρει το μέρος εκείνου που θα επενδύσει περισσότερα στο μέλλον της Συρίας».
Πιστεύετε ότι η Τουρκία θα υπαναχωρήσει από τη συμφωνία για το Προσφυγικό αν η ΕΕ δεν καταργήσει τη βίζα για τους τούρκους πολίτες;

«Στην Τουρκία υπάρχει σύγχυση σχετικά με την προσφυγική πολιτική της ΕΕ. Αν μη τι άλλο, η Αγκυρα πιστεύει ότι η Ευρώπη έχει αφήσει την Τουρκία να σηκώνει μόνη της το προσφυγικό βάρος. Η ΕΕ δεν έχει περιθώρια αντίδρασης, καθώς το προσφυγικό πρόβλημα αναζωπυρώνει τα ακροδεξιά κινήματα στην Ευρώπη. Είναι ένας φαύλος κύκλος στον οποίο οι απειλές της Τουρκίας για το Προσφυγικό ωφελούν την ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, η οποία με τη σειρά της προκαλεί μεγαλύτερα αντιτουρκικά αισθήματα στην Ευρώπη. Το ερώτημα στην πραγματικότητα δεν αφορά τις σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας αλλά μια εσωτερική συζήτηση στην Ευρώπη, αν δηλαδή θέλει να υπηρετήσει τα ιδανικά πάνω στα οποία ιδρύθηκε ή τον πολιτικό ωφελιμισμό».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ