Ο γιος του φασίστα και η χήρα του πολεμιστή

Εχοντας συγκριθεί με τις μάχες του Μάρεθ, του Μόντε Κασίνο, ακόμη και του Ελ Αλαμέιν, η Μάχη του Ρίμινι, που άρχισε στις 25 Αυγούστου 1944

Εχοντας συγκριθεί με τις μάχες του Μάρεθ, του Μόντε Κασίνο, ακόμη και του Ελ Αλαμέιν, η Μάχη του Ρίμινι, που άρχισε στις 25 Αυγούστου 1944 και τελείωσε με τη νίκη των Συμμαχικών Δυνάμεων στις 21 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους, θεωρείται η μεγαλύτερη, η σκληρότερη και η πιο αιματηρή που έχει σημειωθεί ποτέ σε ιταλικό έδαφος. Κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Ελιά (Operation Olive) που οργάνωσαν οι Σύμμαχοι κατά των Γερμανών περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι πολέμησαν και από τις δύο πλευρές. Επικεφαλής στην πλευρά των Συμμάχων ήταν ο βρετανός στρατηγός Χάρολντ Αλεξάντερ και αντίπαλός του ηγέτης στην πλευρά των Γερμανών ο στρατάρχης Αλμπερτ Κέσερλινγκ. Η Ιστορία έχει καταγράψει ότι μόνο από τις χερσαίες συμμαχικές δυνάμεις το Ρίμινι δέχθηκε τη ρίψη 1.470.000 οβίδων πυροβολικού! Μάλιστα στην πλευρά των Συμμάχων, εκτός από τους Καναδούς και τους Αμερικανούς, πολέμησε και η Γ’ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, η οποία έλαβε τιμητικά την ονομασία «Η Ταξιαρχία του Ρίμινι».
Η έλξη του κινηματογράφου


Εναν χρόνο πριν από τη Μάχη στο Ρίμινι, τη γενέτειρα του ιταλού σκηνοθέτη Φεντερίκο Φελίνι, ένας άλλος ιταλός σκηνοθέτης, ο Βαλέριο Τσουρλίνι, τελείωνε το σχολείο και γινόταν μέλος της οργάνωσης Corpo Italiano di Liberazione. Γέννημα θρέμμα της γειτονικής Μπολόνια, στην περιφέρεια της Εμίλια Ρομάνα, ο Τσουρλίνι ήταν 19 χρόνων όταν η ειρήνη επήλθε επιτέλους στη χώρα του. Ανήσυχο πνεύμα και ενεργό μέλος της Αριστεράς, γοητεύθηκε από τον κόσμο του θεάτρου και για μερικά χρόνια κράτησε καθήκοντα βοηθού σκηνοθέτη στο Πίκολο Τεάτρο του Μιλάνου. Οταν το 1949 μετακόμισε στη Ρώμη, ο κινηματογράφος τον είλκυσε και έτσι στράφηκε σε αυτόν αρχίζοντας από τις πιο χαμηλές βαθμίδες ιεραρχίας προτού σκηνοθετήσει τις πρώτες μικρού μήκους ταινίες του. Οι έντονες μνήμες του Τσουρλίνι από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την εφηβεία του στην Μπολόνια δεν θα τον εγκατέλειπαν ποτέ. Πράγματι, αρκετά χρόνια αργότερα επρόκειτο να τις μεταφέρει στον κινηματογράφο μέσω της ταινίας «Βίαιο καλοκαίρι» («Estate violenta»), φόντο της οποίας, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, είναι το διάσημο θέρετρο Ριτσιόνε, δίπλα ακριβώς στο Ρίμινι. Αν και είχε ήδη σκηνοθετήσει μία ακόμη ταινία μεγάλου μήκους, μια κωμωδία της σειράς ονόματι «Θα το πάρεις το κορίτσι» («Le ragazze di San Frediano», 1954), ο Τσουρλίνι θα θεωρούσε πάντα ντεμπούτο του στη σκηνοθεσία μεγάλου μήκους το «Βίαιο καλοκαίρι» που παίχτηκε στις αίθουσες το 1959. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε το γιατί.
Στην παραλία του Ριτσιόνε


Μια τυχαία γνωριμία πυροδοτεί την ιστορία του «Βίαιου καλοκαιριού». Ο νεαρός Κάρλο Καρεμόλι που περνά ήρεμα τις διακοπές του στο Ριτσιόνε θα γνωρίσει τη Ρομπέρτα, μια αρκετά μεγαλύτερή του γυναίκα. Αυτό θα γίνει την ώρα του πανικού που έχει προκαλέσει ένα γερμανικό πολεμικό αεροσκάφος που πετά επικινδύνως χαμηλά στην πλαζ του Ριτσιόνε. Η μικρή κόρη της Ρομπέρτα έχει τρομοκρατηθεί και ο Κάρλο προτείνει να τις συνοδεύσει ως το σπίτι τους για να νιώσουν ασφάλεια. Κάπως έτσι θα αρχίσει να αναπτύσσεται μια τρυφερή ερωτική σχέση ανάμεσα στον Κάρλο και στη Ρομπέρτα, που εκπροσωπούν δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους οι οποίοι θα έρθουν κοντά την ώρα που η Ιταλία βρίσκεται ένα βήμα πριν από την ισοπέδωση. Ο μεν Κάρλο είναι γιος ενός γελοίου φασίστα που ξυρίζει γουλί το κεφάλι του μιμούμενος τον Μπενίτο Μουσολίνι (χάρη στον πατέρα του ο Κάρλο έχει αποφύγει την κατάταξη στον στρατό), η δε Ρομπέρτα είναι χήρα αξιωματικού που σκοτώθηκε στον πόλεμο. Ποιο όμως θα μπορούσε να είναι το μέλλον μιας τέτοιας σχέσης;
Το «Βίαιο καλοκαίρι» όντως σηματοδοτεί την ουσιαστική έναρξη του Βαλέριο Τσουρλίνι στο σινεμά, παρότι ως όνομα έγινε πολύ γνωστός έναν χρόνο αργότερα, με «Το κορίτσι με τη βαλίτσα» (γυρίστηκε μάλιστα στην ίδια περιοχή), ενώ το 1962 για «Το ημερολόγιο ενός αμαρτωλού», μια καταπληκτική μεταφορά στο σινεμά του «Οικογενειακού χρονικού» του Βάσκο Πρατολίνι, μοιράστηκε τον Χρυσό Λέοντα με τον Αντρέι Ταρκόφσκι (για «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν»). Στο «Βίαιο καλοκαίρι» ο Τσουρλίνι κατάφερε να φτιάξει έναν υπέροχο συνδυασμό ρομάντζου, τραγωδίας και καλοκαιρινής ξεγνοιασιάς. Ο τρόπος με τον οποίο κινηματογραφεί τα πρόσωπα και τα συναισθήματά τους είναι τόσο τρυφερός που σχεδόν ξεχνάς ότι την ίδια ώρα ένας ολόκληρος πόλεμος μαίνεται στην Ευρώπη. Το μεγαλείο αυτής της ταινίας είναι ότι εδώ αντανακλάται η απόγνωση και το πάθος μιας μοναχικής, χωρίς ελπίδα ερωτικής ιστορίας ενταγμένης στην ωμή πραγματικότητα ενός κόσμου που οι δύο εραστές δεν μπορούν να ελέγξουν.
Η χημεία των ηθοποιών


Μεγάλο μέρος της επιτυχίας μιας τέτοιας ταινίας βέβαια οφείλεται στην επιλογή των ηθοποιών. Και εδώ ο Βαλέριο Τσουρλίνι πέτυχε διάνα. Στα 35 της η Ελεονόρα Ρόσι-Ντράγκο δίνει μια θεσπέσια ερμηνεία στον ρόλο της Ρομπέρτα, για την οποία κέρδισε το βραβείο της Χρυσής Κορδέλας που απονεμόταν από τους ιταλούς δημοσιογράφους, αλλά και το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Μαρ ντελ Πλάτα της Αργεντινής (δυστυχώς ήταν τα μόνα βραβεία που η ηθοποιός θα κέρδιζε σε όλη την καριέρα της). Η αλήθεια είναι ότι η Ρόσι-Ντράγκο δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει τη διεθνή φήμη μιας Σοφία Λόρεν ή μιας Τζίνα Λολομπρίντζιτα. Υπήρξε ωστόσο μία από τις πιο όμορφες και κομψές θηλυκές παρουσίες στον μεταπολεμικό ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Το 1970 μετά την ταινία «Nelle pieghe della carne» αποφάσισε να εγκαταλείψει την υποκριτική. Παντρεύτηκε τον σικελό επιχειρηματία Ντομένικο Λα Καβέρα και πράγματι δεν ξανάπαιξε ποτέ στο σινεμά ως τον θάνατό της το 2007 στο Παλέρμο της Σικελίας σε ηλικία 82 ετών.
Η πορεία του Ζαν-Λουί Τρεντινιάν που υποδύεται τον Κάρλο δεν ήταν φυσικά η ίδια. Την εποχή που η Ρόσι-Ντράγκο εγκατέλειπε την υποκριτική ο Τρεντινιάν με ταινίες όπως ο «Κομφορμίστας» βρισκόταν στο πικ της καριέρας του, η οποία συνεχίζεται ακόμη και σήμερα στα 86 του (παίζει στην επόμενη ταινία του Μίκαελ Χάνεκε «Happy end»). Στο «Βίαιο καλοκαίρι» ο Τρεντινιάν είναι 29 χρόνων και για πρώτη φορά τον βλέπουμε να ξεφεύγει από ρόλους «περιθωρίου» σε κλασικές όμως ταινίες, όπως οι «Επικίνδυνες σχέσεις» και το «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα» του Ροζέ Βαντίμ, ο οποίος τον ανακάλυψε. Ο Τσουρλίνι, στην ουσία, ήταν εκείνος που έκανε πρωταγωνιστή τον γάλλο ηθοποιό, ο οποίος αρκετά χρόνια αγότερα επρόκειτο να συνεργαστεί και πάλι μαζί του. Κράτησε έναν ρόλο στο μεγαλόπρεπο επικό φιλμ «Η έρημος των Ταρτάρων» που, παρότι γυρίστηκε το 1975, έμελλε να γίνει το κύκνειο άσμα του Τσουρλίνι, ενός σπουδαίου σκηνοθέτη ο οποίος ποτέ δεν βρήκε την αναγνώριση που του άξιζε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.