«Lasciate ogni speranza, voi ch’entrate!» («Ξεχάστε κάθε ελπίδα εσείς που μπαίνετε εδώ μέσα!»). Αυτή η φράση από την «Κόλαση» στη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη ισχύει και για τους παροικούντες τη Σούδα, μια μικρή περιοχή πίσω από το λιμάνι της Χίου. Πρόκειται για 600 και πλέον πρόσφυγες που δεν «χωράνε» στο επίσημο hot spot της ΒΙΑΛ και έχουν στριμωχθεί εκεί πρόχειρα σε σκηνές. Ο καταυλισμός μοιάζει με κοιλάδα που περιστοιχίζεται αφενός από την εξωτερική πλευρά του μεσαιωνικού τείχους της πόλης και αφετέρου από πολυτελείς πολυκατοικίες. Πιο ανόμοιες πλευρές είναι δύσκολο να φανταστείς.
Κοιλάδα της αποχαύνωσης, όχι της στέρησης. Οι πρόσφυγες παίρνουν τρία γεύματα την ημέρα και διαθέτουν καμπίνες τουαλέτας και ντους. Στις σκηνές κυριαρχούν ωστόσο απάθεια και ακινησία. Η συμφωνία των Βρυξελλών με την Αγκυρα που εγκλώβισε όσους ήρθαν μετά την 20ή Μαρτίου και καταδικάζει την πλειονότητά τους σε επιστροφή στην Τουρκία έχει κόψει κυριολεκτικά τα πόδια των προσφύγων. Ελάχιστοι μπαινοβγαίνουν στον καταυλισμό, παρ’ όλο που κανείς δεν ελέγχει τις κινήσεις τους.
Το σκηνικό αλλάζει ριζικά τη νύχτα. Οι πρόσφυγες μιλούν ξαφνικά ακατάσχετα και μεγαλόφωνα. Στην οχλοβοή προστίθεται και το πήγαινε-έλα στο λιμάνι, το σύμβολο της απόδρασης στη Δύση. Ο θόρυβος κρατά ως το πρωί. «Μας τρώνε τα αφτιά» λέει περίοικος. «Εχουμε χάσει από μήνες τον ύπνο μας».
Το παράπονο της Χιώτισσας: «Δεν είμαι ρατσίστρια, αλλά αν συνεχίσουν να βρωμίζουν τους δρόμους μας θα γίνω» λέει άλλη περίοικος αρχίζοντας τον λόγο της με τη στάνταρντ φράση του εκκολαπτόμενου ρατσιστή. Μια ματιά έξω από το σπίτι της (στην πίσω είσοδο του καταυλισμού) επιβεβαιώνει του λόγου της το αληθές. Ο δρόμος είναι σκέτος σκουπιδότοπος.
Ως πριν από λίγο καιρό, λέει η ίδια, έβλεπε διαφορετικά τους ξένους: σαν θύματα πολέμου που ήταν περαστικά στο νησί και άξιζαν κάθε βοήθεια. Η ίδια προσέφερε ρούχα, τρόφιμα, γλυκά για τα παιδιά. Ετσι όπως το έκανε και η πλειονότητα των συμπολιτών της στη χώρα.
Το μάτι της άρχισε να «θολώνει» περί τις αρχές του χρόνου, όταν ξεκίνησαν οι συνομιλίες για τη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας, το αποτέλεσμα της οποίας, όπως προέβλεπαν όλοι, θα ήταν ο εγκλωβισμός των προσφύγων στο νησί –και μάλιστα μπροστά στο σπίτι της. Και έγινε εντελώς «μαύρο» από θυμό τα τέλη Μαρτίου, μετά την εφαρμογή της συμφωνίας, όταν οι πρόσφυγες άρχισαν να διαμαρτύρονται εναντίον της βάζοντας φωτιά στην είσοδο της Σούδας, εγκαταλείποντας το hot spot-φυλακή της ΒΙΑΛ και κατεβαίνοντας μαζικά στο λιμάνι ζητώντας την έξοδο στη Βόρεια Ευρώπη.
Ικέτες που γίνονται κύριοι της τύχης τους διεκδικώντας ενεργά τα δικαιώματά τους –ένα ανήκουστο πράγμα ως τότε! Η καχυποψία εναντίον τους μετατράπηκε σε εχθρότητα που εκτονώθηκε (με ανοχή της Αστυνομίας) σε αιματηρές επιθέσεις εναντίον τους από ομάδα καταστηματαρχών του λιμανιού με επικεφαλής τη Χρυσή Αυγή και ακροδεξιά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας. Αντί να τα βάλουν με τους επινοητές της συμφωνίας Βρυξελλών – Αγκυρας που τους κατέστρεφε την τουριστική σεζόν, οι μαγαζάτορες τα έβαλαν με τους πρόσφυγες, αφού αυτοί ήταν προφανώς πιο εύκολα του «χεριού» τους.
Ενός κακού μύρια έπονται. Η καθήλωση των προσφύγων στο νησί προκάλεσε αύξηση της παραβατικότητας, εν μέρει και της εγκληματικότητας. Ο χιώτης δημοσιογράφος Παντελής Φύκουρης μέτρησε μόνο τις δύο τελευταίες εβδομάδες 15 διαρρήξεις και τρεις ληστείες. Αυτό πλήττει το αίσθημα ασφαλείας και σκληραίνει τη στάση των περιοίκων της Σούδας που μιλούν πλέον για «μηδενική ανοχή».
Σύντομος διάλογος του υπογράφοντος με την ήδη αναφερθείσα περίοικο: «Είστε αλληλέγγυος;». «Οχι, αλλά θα μπορούσα να είμαι». «Οι αλληλέγγυοι είναι οι χειρότεροι. Υποκινούν τους πρόσφυγες σε εξέγερση». «Οχι. Προσπαθούν να βοηθήσουν». «Κάθε άλλο. Βοηθούν να μας κάνουν μουσουλμάνους. Να μαρτυρήσουμε. Εγώ είμαι πρόθυμη να μαρτυρήσω».
Τέτοιο κλίμα «παράκρουσης» είναι διάχυτο στη χώρα. Οι δημοτικές αρχές και τα κόμματα παρακολουθούν αμήχανα τις εξελίξεις. Οι εκπρόσωποί τους εκφράζουν «κατανόηση» για τις αντιδράσεις των περιοίκων, απαρέσκεια για τους πρόσφυγες. Ταυτόχρονα δείχνουν να συμβιβάζονται με το «μοιραίο», τη διαρκή παραμονή των προσφύγων στο νησί. Το «Plan Β» του δήμου, σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο Γιώργο Καραμανή, συνίσταται στη μετεγκατάστασή τους από τη Σούδα και άλλους μικρότερους καταυλισμούς στην περιοχή «Της κόρης το γεφύρι» (sic!), μια πρώην χωματερή τρία χιλιόμετρα δυτικά της χώρας. Η προκαταρκτική μελέτη για το στήσιμο του νέου «κέντρου φιλοξενίας» δεν έχει γίνει όμως ακόμη.
Η Χίος συνεχίζει έτσι, όπως γράφουν οι τοπικές εφημερίδες, «να βράζει σαν καζάνι», το ρήγμα ανάμεσα στους ντόπιους και στους ξένους διευρύνεται. Οχι ως αποτέλεσμα κακής προδιάθεσης των Χιώτηδων (το αντίθετο μάλιστα!) αλλά μιας λανθασμένης πολιτικής που «λύνει» το Προσφυγικό εις βάρος της Τουρκίας, της Ελλάδας και ιδίως των προσφύγων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ