Η γεωγραφική διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων της τσιμεντοβιομηχανίας Τιτάν κατάφερε να διατηρήσει την ιστορική εταιρεία στον αφρό και μέσα στην κρίση να εμφανίζει υψηλές λειτουργικές ροές και ενισχυμένα μεγέθη.
Ηταν οι αγορές των ΗΠΑ και της Αιγύπτου που με τις μονάδες που διατηρεί εκεί η ελληνική τσιμεντοβιομηχανία αντιστάθμισαν τις απώλειες της Ελλάδας, όπου η ζήτηση για τσιμέντο παραπέμπει στη δεκαετία του 1960!
Στο πλαίσιο αυτό η εταιρεία είχε από καιρό εκδηλώσει την πρόθεσή της να διευρύνει το χαρτοφυλάκιο του ομίλου αναζητώντας επενδυτικές ευκαιρίες.Την περασμένη Τετάρτη η ελληνική εταιρεία ανακοίνωσε τη συμφωνία εξαγοράς του 50% της εταιρείας Companhia Industrial de Cimento Apodi, που δραστηριοποιείται στην Πολιτεία Ceará στη Βορειοανατολική Βραζιλία, έναντι 100 εκατ. δολαρίων. Στο πλαίσιο της συμφωνίας η Cimento Apodi θα ελέγχεται από κοινού (50/50) από τον όμιλο Dias Branco και την εταιρεία Τιτάν/Sarkis (που θα ανήκει κατά 94% στον όμιλο Τιτάν).
Προοπτικές


Γιατί όμως στη Βραζιλία; Σύμφωνα με κύκλους της διοίκησης, η χώρα εμφανίζει καλές μακροχρόνιες προοπτικές σχετικά με τη ζήτηση τσιμέντου, καθώς παρουσιάζει μεγάλη αύξηση πληθυσμού, το 70% του πληθυσμού είναι ως 25 ετών και η αστικοποίηση, δηλαδή η μετακίνηση των ανθρώπων από τις επαρχίες στις πόλεις, είναι μια διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ιδίως η περιοχή στην οποία βρίσκεται η έδρα της εξαγορασθείσας εταιρείας έχει ανάγκη σοβαρών υποδομών καθώς δεν συγκαταλέγεται στις αναπτυγμένες περιοχές της χώρας. Οι αναλυτές που παρακολουθούν την εταιρεία και γενικότερα τον κλάδο σε παγκόσμιο επίπεδο αναφέρονται στο ελκυστικό τίμημα, μια και η Cimento Apodi διαθέτει ένα σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου στο Quixeré, το οποίο άρχισε να λειτουργεί το 2015, και μία μονάδα άλεσης τσιμέντου στο λιμάνι του Pecém, κοντά στην πόλη Fortaleza, η οποία λειτουργεί από το 2011. Πρόκειται δηλαδή για καινούργια μονάδα, άρα αποδοτική, με συνολική παραγωγική δυναμικότητα 2 εκατ. τόνους τσιμέντου ετησίως.
Το γεγονός ότι σήμερα η Βραζιλία περνά μια δύσκολη οικονομική περίοδο έπαιξε ρόλο στην επιλογή της περιοχής καθώς σε τέτοιες περιόδους συμβαίνει πολλές φορές τα καλά assets να είναι υποτιμημένα.
Σήμερα η ζήτηση για τσιμέντο στη συγκεκριμένη περιοχή της Βραζιλίας όπου έχει έδρα η Cimento Apodi, στο βορειοανατολικό άκρο, ανέρχεται περίπου σε 5 εκατ. τόνους, ενώ σε όλη τη Βραζιλία σε 60 εκατ. τόνους, όσο σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι λίγα χρόνια πίσω η ζήτηση ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Συνεργασία


Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Τιτάν κατάφερε να συνεταιριστεί σε αυτή τη χώρα της Νότιας Αμερικής με πολύ ισχυρούς ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους.
Ο όμιλος Dias Branco ιδρύθηκε το 1951 από τον Manuel Dias Branco, εξελίχθηκε υπό την ηγεσία του Ivens Dias Branco στον μεγαλύτερο όμιλο στην παραγωγή και διανομή μπισκότων και ζυμαρικών στη Βραζιλία και σήμερα είναι μεταξύ των 10 κορυφαίων επιχειρήσεων παγκοσμίως στους δύο αυτούς κλάδους.
Ο όμιλος έχει σημαντική παρουσία και σε άλλους τομείς του κλάδου τροφίμων, ακίνητης περιουσίας (real estate), ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και στον κλάδο τσιμέντου.
Η οικογένεια Sarkis είναι ιδιοκτήτρια του ομίλου SKS, ο οποίος αποτελεί εταιρεία συμμετοχών με επενδύσεις κυρίως σε ακίνητη περιουσία (real estate) και στον κλάδο δομικών υλικών, με παρουσία σε κατασκευές, τσιμέντο, σκυρόδεμα, χαλυβουργία και εξορύξεις.
Πριν από την εξαγορά η Τιτάν διέθετε εργοστάσια παραγωγής τσιμέντου σε εννέα χώρες και ήταν οργανωμένη σε τέσσερις γεωγραφικούς τομείς: Ελλάδα και Δυτική Ευρώπη, ΗΠΑ, Νοτιοανατολική Ευρώπη και Ανατολική Μεσόγειο (Αίγυπτο και Τουρκία).
Το πρώτο εξάμηνο του 2016 οι πωλήσεις του ομίλου ανήλθαν σε 723 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 7,6 εκατ. σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, και τα κέρδη EBITDA ενισχύθηκαν κατά 13,5%, στα 119,5 εκατ. ευρώ. Περίπου τα μισά κέρδη προήλθαν από την αγορά των ΗΠΑ, που βρίσκεται σε ανάκαμψη τα τελευταία χρόνια, ενώ οι μονάδες στην Ελλάδα αντισταθμίζουν την εγχώρια πτώση με εξαγωγές στη Δυτική Ευρώπη.
Επίσης το πρώτο εξάμηνο οι λειτουργικές ταμειακές ροές του ομίλου ανήλθαν στα 67 εκατ. έναντι ταμειακών εκροών 21 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, ως αποτέλεσμα της βελτιωμένης κερδοφορίας, της σημαντικής μείωσης των κεφαλαίων κίνησης, καθώς και των χαμηλότερων συγκριτικά επενδύσεων.
Στις 7 Ιουνίου 2016 ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s επιβεβαίωσε την πιστοληπτική ικανότητα του Τιτάνα ως «ΒΒ» διατηρώντας τη θετική προοπτική του και εστιάζοντας στην ισχυρή ρευστότητα του ομίλου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ