Το μυθιστόρημα «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αγρα

Ο Γκρέιαμ Γκριν την αποκάλεσε «ποιήτρια του φόβου» και ο Γκορ Βιντάλ την είχε συμπεριλάβει ανάμεσα στους «σπουδαιότερους αμερικανούς μοντερνιστές συγγραφείς». Τα είκοσι μυθιστορήματα αλλά και τα πολλά διηγήματά της «φωνάζουν» στον αναγνώστη «μη με αφήσεις αν πρώτα δεν με τελειώσεις», αφού η Πατρίσια Χάισμιθ, που γεννήθηκε το 1921 στο Φορτ Γουόρθ του Τέξας και πέθανε τον Φεβρουάριο του 1995 στην Ελβετία, δεν είναι απλώς μια καταπληκτική συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων αλλά και μια σχολαστική και ουσιαστική ερευνήτρια του υποσυνειδήτου. «Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η επιρροή που ασκεί η ενοχή στους ήρωές μου» είπε κάποτε η ίδια.

Και ποιος ήταν ο διασημότερος ήρωάς της; Κανείς άλλος από τον Τομ Ρίπλεϊ, που εμφανίζεται σε πέντε βιβλία της. Ψεύτης, μηχανορράφος, ακόμη και δολοφόνος, ο Τομ Ρίπλεϊ ξεπερνά τα όριά του, διότι για αυτόν δεν υπάρχουν σύνορα καλοπιστίας και αρχών. Και πάντοτε καταφέρνει να τη βγάζει καθαρή…
Είναι ένας ιδανικός ήρωας για το σινεμά, και πράγματι η μεγάλη οθόνη έχει φιλοξενήσει αρκετές περιπέτειές του, με κορυφαία το «Γυμνοί στον ήλιο» («Plein soleil»), την ταινία στην οποία ο Tομ Ρίπλεϊ έκανε το «ντεμπούτο» του.
Η αμφισημία που γοητεύει


Το 1959, χωρίς ακόμη να έχει συνέλθει από την αποτυχία της ταινίας «Το αντάλλαγμα της ντροπής», ο γάλλος σκηνοθέτης Ρενέ Κλεμάν μαθαίνει για το μυθιστόρημα της Χάισμιθ «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» που στη Γαλλία είχε κερδίσει το μεγάλο βραβείο αστυνομικού μυθιστορήματος. Η δημοσιογράφος Φρανς Ρος προτείνει στον Κλεμάν την ιδέα να το μεταφέρει στο σινεμά, όμως εκείνος είναι διστακτικός, φοβάται, εξάλλου ήδη έχει μπροστά του αρκετά ανολοκλήρωτα σενάρια τα οποία επεξεργάζεται χωρίς να μπορεί να καταλήξει στο τι τελικά θέλει να κάνει.

Ο Ντελόν με τον σκηνοθέτη που τον βοήθησε να εξελιχθεί σε σταρ, τον Ρενέ Κλεμάν

Ωστόσο οι θρυλικοί γάλλοι παραγωγοί Ρομπέρ και Ρεμόν Ακίμ θέλουν την ταινία και θέλουν τον Κλεμάν, τον οποίο προσπαθούν να πείσουν με το επιχείρημα ότι ο «Αγνωστος του εξπρές» («Strangers in a train»), το πρώτο μυθιστόρημα της Χάισμιθ που μεταφέρθηκε στο σινεμά, έγινε αριστούργημα από τον Αλφρεντ Χίτσκοκ! Εστω και αν η συγγραφέας, ενώ στην αρχή είχε δηλώσει υποστηρίκτρια της ταινίας, αργότερα βρήκε σημεία της «γελοία» (όπως αναφέρεται στη βιογραφία «Beautiful shadow, A life of Patricia Highsmith» του Αντριου Γουίλσον).


«Γοητεύθηκα τελικά από την αμφισημία, την ατμόσφαιρα ανησυχίας που απέπνεε αυτό το μυθιστόρημα»
θα παραδεχόταν χρόνια αργότερα, το 1981, σε συνέντευξή του στο «L’Avant-scène cinéma» ο Κλεμάν (το απόσπασμα χρησιμοποιείται στο βιβλίο του Μπερνάρ Βιολέ «Αλέν Ντελόν, η απαγορευμένη βιογραφία», εκδ. Καστανιώτη). Για τη συγγραφή του σεναρίου και των διαλόγων της ταινίας, ο σκηνοθέτης στράφηκε στον Πολ Ζεγκόφ, ο οποίος συνεργαζόταν τακτικά με τον Κλοντ Σαμπρόλ. Η πλοκή του διασημότερου μυθιστορήματος της Χάισμιθ έχει ως κεντρικό ήρωα τον Τομ Ρίπλεϊ, έναν μυστηριώδη τυχοδιώκτη, ο οποίος προσλαμβάνεται από έναν αμερικανό εκατομμυριούχο για να πάει στην Ευρώπη και να ανακαλύψει τα ίχνη του γιου του Φίλιπ (Ντίκι στο μυθιστόρημα) που περιφέρεται ασκόπως τρώγοντας τα λεφτά του. Ο Ρίπλεϊ πληρώνεται αδρά ώστε να πείσει τον Φίλιπ να επιστρέψει στο Σαν Φρανσίσκο. Ωστόσο στην Ευρώπη το δέλεαρ για τον Ρίπλεϊ είναι μεγαλύτερο. Γίνεται φίλος με τον Ντίκι και την ερωμένη του Μαρζ και αποφασίζει να τον υποκαταστήσει για να οικειοποιηθεί την περιουσία, τους έρωτες, όλη τη χλιδή της ζωής του.
Η επιβολή του θρασύ πρωτάρη


Η αρχική ιδέα των αδελφών Ακίμ, πανίσχυρων παραγωγών του γαλλικού προπολεμικού κινηματογράφου, ήταν οι δύο κεντρικοί ρόλοι να δοθούν στον Μορίς Ρονέ και στον Ζακ Σαριέ. Ο Κλεμάν ενθουσιάζεται με την ιδέα του Ρονέ στον ρόλο του Ρίπλεϊ. Ο Ρονέ είχε μόλις τελειώσει το «Ασανσέρ για δολοφόνους» του Λουί Μαλ και ήταν όνομα. Ωστόσο ο σκηνοθέτης έχει ενστάσεις για τον Σαριέ, έστω και αν εκείνη την εποχή το όνομά του μπορούσε να τραβήξει περισσότερο. Το πρόβλημα έλυσε ο ίδιος ο Σαριέ που απομακρύνθηκε από μόνος του από την ταινία καθότι ερωτευμένος με την Μπριζίτ Μπαρντό.
Τότε ήταν που ο Ζορζ Μπομ, ατζέντης του διαρκώς ανερχόμενου Ντελόν, πλησίασε τον Κλεμάν. Ο σκηνοθέτης είδε τις «Αδύνατες γυναίκες» αλλά ο Ντελόν δεν του άρεσε εκεί. «Είχε ωστόσο κάτι που ομολογουμένως με ενδιέφερε» ομολόγησε αργότερα. Ο ατζέντης επέμεινε και είχε κάθε δίκιο για να το κάνει, αφού ο πελάτης και φίλος του χρειαζόταν έναν πρώτο ρόλο σε δραματική ταινία. Από την πλευρά του ο Μπομ ήξερε ότι ο Κλεμάν ήταν ιδανική περίπτωση για τον Ντελόν, ένας διανοούμενος επηρεασμένος στις αρχές της σταδιοδρομίας του από το σινεμά του Σεργκέι Αϊζενστάιν και την ποίηση του Ζαν Κοκτό. Με τη «Μάχη των σιδηροδρόμων» και τα βραβευμένα με Οσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας «Απαγορευμένα παιχνίδια», ο Κλεμάν ήταν στην κορυφή της νέας δύναμης του γαλλικού σινεμά.
Η βοήθεια της Ρωσίδας


Ως γνωστόν όμως ο Αλέν Ντελόν δεν είναι ο ευκολότερος άνθρωπος του κόσμου και αυτό ίσχυε και στα νιάτα του. Βασική αντίρρηση η ανακατανομή των ρόλων: Ο Ντελόν ήθελε τον ρόλο του Τομ Ρίπλεϊ. Ο Ρονέ θα μπορούσε να υποδυθεί τον Γκρίνλιφ. Μια αντίρρηση που άξιζε βεβαίως τον κόπο, διότι στην ουσία διαμόρφωσε την καριέρα του πρώτου.
Οι υπόλοιποι δεν συμφώνησαν. Σε μια θρυλική σύσκεψη που διήρκεσε τέσσερις ώρες, με παρόντες τους αδελφούς Ακίμ, τον Κλεμάν και τη ρωσικής καταγωγής σύζυγο του Κλεμάν, Μπέλα, ο Ντελόν «μίλησε» με την ιδιοσυγκρασία και την προσωπικότητά του όπως έχει κατά καιρούς πει. Η στάση του είχε ρίσκο διότι προκάλεσε τους μεγαλοπαραγωγούς που τον είπαν αυθάδη και λίγο έλειψε να τον πετάξουν έξω με τις κλωτσιές. Ο Ντελόν βρέθηκε ένα βήμα πριν από την ακύρωση της συμφωνίας, ώσπου τον λόγο πήρε η Μπέλα: «Ρενέ, ο μικρός έχει δίκιο!». Και οι Ακίμ συμφώνησαν.

Με την εξαίρεση κάποιων γυρισμάτων στη Ρώμη, το «Γυμνοί στον ήλιο» γυρίστηκε στο μικρό νησί Ισκια, στα δυτικά της Νάπολι

Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν κατακαλόκαιρο, τον Αύγουστο του 1959. Συνεργείο και ηθοποιοί μεταφέρθηκαν στη Ρώμη και από εκεί στην Ισκια, ένα νησί στον κόλπο της Νάπολι, η ιστορία του οποίου αρχίζει τον 8ο αιώνα π.Χ., όταν οι Ευβοείς ίδρυσαν την πρώτη τους αποικία στη Δύση με το όνομα Πιθηκούσες. Λιγότερο τουριστική από το γειτονικό Κάπρι που συγκεντρώνει περισσότερους επισκέπτες, η Ισκια είναι ένα μικρό ηφαιστειακό νησί στα βόρεια του κόλπου της Νάπολι, στην Τυρρηνική Θάλασσα, με άγριους βράχους, όπου φυτρώνουν βουκαμβίλιες, σαύρες που εμφανίζονται από το πουθενά σε ηφαιστειακά πετρώματα, απότομες πλαγιές και καταγάλανα καθαρά νερά. Η Ισκια θεωρείται κρησφύγετο διασημοτήτων. Το μεγαλύτερο μέρος των γυρισμάτων του «Γυμνοί στον ήλιο» έγινε στο μικροσκοπικό χωριό Σαντ’ Αντζελο που θεωρείται το ομορφότερο του νησιού.

Η Ρόμι Σνάιντερ συνάντησε τον Ντελόν για μερικές ημέρες στην Ισκια και τότε ήταν που δέχθηκε την πρόταση του Κλεμάν και έκανε μια σύντομη εμφάνιση στην αρχή της ταινίας δίπλα στον Ρονέ και στον αμερικανό ηθοποιό Μπίλι Κιρνς.
Ο αυτοδίδακτος ιστιοπλόος


Ο Ρενέ Κλεμάν είχε τη φήμη αυστηρού σκηνοθέτη, αλλά ο Ντελόν δεν πτοήθηκε. Ο σκηνοθέτης θα έλεγε αργότερα ότι ακολουθώντας τις οδηγίες του και με το ακονισμένο αφτί και με τη σπάνια ικανότητα αυτοσυγκέντρωσης που διέθετε ο Ντελόν μεταμορφωνόταν συνέχεια σε Ρίπλεϊ. Τα γυρίσματα πάντως δεν ήταν εύκολα. Τα περισσότερα έγιναν σε ένα ιστιοφόρο, τη «Μαρζ», με τον σκηνοθέτη και τον οπερατέρ Ανρί Ντακέ αναγκασμένους να ακολουθούν το παιχνίδι των ανέμων. Να όμως που το αγαπημένο σπορ του Κλεμάν ήταν η… ιστιοπλοΐα.
Ωστόσο ο Κλεμάν ήταν καλός μαθητής του Ζαν Κοκτό, ο οποίος έλεγε συχνά ότι «πρέπει να είμαστε πάντα προετοιμασμένοι για το απρόβλεπτο». Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εξής: Κατά τη διάρκεια ενός μεσημεριανού διαλείμματος για φαγητό και ενώ το συνεργείο έτρωγε μακαρόνια ένα υπερπολυτελές ιστιοφόρο πέρασε δίπλα από τη «Μαρζ». Το πλοίο ανήκε στον βασιλιά της Δανίας! Οταν ο Κλεμάν το αντιλήφθηκε, δεν έχασε την ευκαιρία και ζήτησε από τον Ντελόν να πηδήξει στο νερό για να τον τραβήξει με το πλοίο του βασιλιά στο φόντο.
Σε μια άλλη περίπτωση ο Κλεμάν και το συνεργείο κατέβηκαν από το ιστιοφόρο για να επιβιβαστούν σε μια βάρκα. Ο Ντελόν έμεινε μόνος του στο σκάφος ακολουθώντας τις οδηγίες του σκηνοθέτη από το γουόκι τόκι. «Ο Αλέν είχε ναυτία και δεν μπορούσε να αντέξει τη γέφυρα να φεύγει κάτω από τα πόδια του χωρίς να αρρωστήσει» θα έλεγε αργότερα ο Κλεμάν μιλώντας με θαυμασμό για το κουράγιο του πρωταγωνιστή του. Καβάλα στο ακρόπρωρο της βάρκας η οποία χοροπηδούσε πάνω σε μεγάλα κύματα, ο οπερατέρ Ντεκαέ προσπαθούσε να καδράρει το ιστιοφόρο στο οποίο βρισκόταν ο Ντελόν το οποίο πήγαινε γραμμή προς τη βάρκα με αποτέλεσμα όλοι να φοβηθούν ότι θα γίνει σύγκρουση.
Διόλου παράξενο λοιπόν που μετά τους «Γυμνούς στον ήλιο» ο Ντελόν ορκίστηκε να μην ξαναπαίξει στη θάλασσα. Οταν του πρότειναν να παίξει στον «Κάβουρα-ταμπούρλο» του Σέντορφερ που θα είχε γυρίσματα δύο μηνών στη Βόρεια Θάλασσα, εκείνος αρνήθηκε.
Ακόμα και τα εσωτερικά γυρίσματα της ταινίας έγιναν στην Ισκια. Η παραγωγή ανακάλυψε κοντά στο λιμάνι μια κινηματογραφική αίθουσα που πλέον δεν λειτουργούσε. Εκεί στήθηκε το σκηνικό του σκάφους τοποθετημένο πάνω σε ελατήρια για να δείχνει ότι χοροπηδά στο νερό. Η κάμερα βρισκόταν πάνω σε γερανό μετακινούμενο σε σιδηροτροχιά.
Το αποτέλεσμα


Το «Γυμνοί στον ήλιο» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι στις 19 Μαρτίου του 1960. Την ταινία πρόβαλλαν κατ’ αποκλειστικότητα δύο αίθουσες (η «Κολιζέ» και το «Μαριβό» στα Ηλύσια Πεδία) και η υποδοχή ήταν θετική με διθυραμβικές, ως επί το πλείστον, κριτικές. Κάποιοι μάλιστα ανέφεραν –μάλλον υπερβολικά –ότι πρόκειται για το πιο ολοκληρωμένο έργο του σκηνοθέτη.
Ο Ντελόν έγινε σταρ. Τον αποκάλεσαν «Ζιλιέν Σορέλ του 1960» αλλά και διάδοχο του Ζεράρ Φιλίπ. Αρκεί δε να πούμε ότι χάρη σε αυτή την ταινία, η οποία ως και στην Ιαπωνία σημείωσε επιτυχία, το κασέ του ηθοποιού εκτοξεύθηκε από 2 εκατ. γαλλικά φράγκα σε 35 εκατ.!
Και η ίδια η Πατρίσια Χάισμιθ; Ο χαρακτήρας της ήταν ανέκαθεν δύσκολος, αλλά αυτή τη φορά φάνηκε να ενθουσιάζεται από το αποτέλεσμα αποκαλώντας την ταινία «όμορφη για το μάτι και πνευματώδη για το μυαλό». Της άρεσε επίσης ο Αλέν Ντελόν ως Τομ Ρίπλεϊ, κάτι που δεν θα έλεγε για τον Ντένις Χόπερ στην ταινία «Ο αμερικανός φίλος» που γυρίστηκε 17 χρόνια αργότερα από τον Βιμ Βέντερς.
Το μόνο που την απογοήτευσε στους «Γυμνούς στον ήλιο» ήταν το φινάλε της ταινίας, όπου, σε αντίθεση με το μυθιστόρημά της, όλα δείχνουν ότι ο Ρίπλεϊ θα συλληφθεί από την αστυνομία. «Ηταν μια φρικτή παραχώρηση σε αυτό που αποκαλείται ηθική του κοινού» είπε η Χάισμιθ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ