Η τροπολογία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναφορικά με τα έσοδα του ΔΕΣΦΑ αποσκοπεί στην προστασία της εγχώριας παραγωγικής βάσης και των οικιακών καταναλωτών που έχουν στραφεί στο φυσικό αέριο, αναφέρουν πηγές του υπουργείου. Τονίζουν δε ότι δεν εμπίπτει στους όρους του διαγωνισμού, ούτε επηρεάζει τη μελλοντική σύμβαση και την ιδιωτικοποίηση του Διαχειριστή.
Ο λόγος για τροπολογία που κατέθεσε χθες (Πέμπτη) ο υπουργός Π.Σκουρλέτης.
Με την τροπολογία, εξηγούν, επανακαθορίζεται η Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση του Διαχειριστή, όπως και η διαφορά που θα ανακτηθεί, μέσω των τιμολογίων, καθώς, αν διατηρούνταν τα δεδομένα, ως είχαν, θα οδηγούμαστε σε αυξήσεις στα τέλη χρήσης κατά 68% (με αντίστοιχες επιπτώσεις στις τελικές τιμές καταναλωτή), κάτι που η ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει αποκλείσει στο παρελθόν και με δημόσιες δηλώσεις της.
Ειδικότερα, πηγές του υπουργείου ανέφεραν για το συγκεκριμένο ζήτημα:
– Η διαμόρφωση της συνολικής ανακτήσιμης διαφοράς σε 829 εκατ. ευρώ, σε συνδυασμό με τον υφιστάμενο κανονισμό τιμολόγησης της χρήσης του δικτύου φυσικού αερίου, θα οδηγήσει σε εξωπραγματικές αυξήσεις στα τέλη χρήσης κατά 68%.
Εύλογες είναι οι σοβαρές αρνητικές συνέπειες για την οικονομία της χώρας, ευρύτερα για το δημόσιο συμφέρον, από την επαπειλούμενη αύξηση.
– Ο επανακαθορισμός κρίνεται επιβεβλημένος, καταρχήν, λόγω της υποχρέωσης να διορθωθούν μεθοδολογικά σφάλματα και λανθασμένες πρακτικές, που δεν επιτρέπεται να διατηρούνται σε ισχύ.
– Η προστασία των χρηστών φυσικού αερίου έχει πολλαπλά οφέλη, καθώς εμποδίζει την περαιτέρω αύξηση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών που επηρεάζονται από το ενεργειακό κόστος.
Ταυτόχρονα, ενισχύει την προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, σε μία χρονική στιγμή που είναι ζωτικής σημασίας η ανάπτυξη και η αύξηση της απασχόλησης.
– Παράλληλα, βρισκόμαστε στην αρχή της περαιτέρω ανάπτυξης του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου, με τη ΔΕΠΑ να αναπτύσσει και να υλοποιεί τον σχεδιασμό της για τη δυνατότητα μεταφοράς αερίου, ακόμη κι εκεί που δεν υπάρχουν αγωγοί.
Τίποτα από όλα αυτά δεν πρέπει να απειληθεί, ιδιαίτερα σε μία κρίσιμη στιγμή για την οικονομία της χώρας, με τις προκλήσεις να έχουν πολλαπλασιαστεί και το αποτέλεσμα να επηρεάζει τη ζωή όλων των πολιτών.
Αναφορικά με τη διαδικασία αποκρατικοποίησης της εταιρείας, το ΥΠΕΝ σημειώνει ότι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων της SOCAR με τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τοποθέτησε την αζέρικη εταιρεία, που νωρίτερα είχε επικρατήσει στο διεξαχθέντα διεθνή διαγωνισμό, στη θέση του «παθητικού μετόχου», που δεν μπορεί να έχει πάνω από το 49% του ΔΕΣΦΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Επιπλέον επισημαίνεται ότι η θέση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ήταν γνωστή και δεδομένη, ενώ το ζήτημα είχε τεθεί, επανειλημμένα, σε κυβερνητικές συσκέψεις και οι προθέσεις ήταν σε γνώση των ΤΑΙΠΕΔ, SOCAR και SNAM.
Σημειώνεται ότι η αύξηση των τελών χρήσης δικτύου (που πληρώνει ο καταναλωτής και εισπράττει ο ΔΕΣΦΑ) είναι ένα από τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της συμφωνίας πώλησης του Διαχειριστή στην Socar από το Αζερμπαϊτζάν (θα αποκτούσε το 49% με βάση απαιτήσεις της Κομισιόν και όχι το 66% που σχεδίαζε αρχικά) και της ιταλικής SNAM που ενδιαφέρεται για το υπόλοιπο 17%.
Με τη μείωση της «ανακτήσιμης διαφοράς» και την αλλαγή του κανονισμού τιμολόγησης από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), όπως είπε και στη Βουλή την Πέμπτη ο κ. Σκουρλέτης, η αύξηση στα τέλη δικτύου θα κινηθεί κοντά στο 30%, ενώ σε διαφορετική περίπτωση θα έφτανε το 68%.
Ο ίδιος πρόσθεσε πως η Socar «θα έδινε 400 εκατ. ευρώ για το 66% του ΔΕΣΦΑ και θα είχε να λαμβάνει, για τα επόμενα χρόνια, το 66% των 829 εκατ. ευρώ».
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας τόνισε πως «δεν είμαστε διατεθειμένοι, στο βαθμό που αυτό δεν εμπίπτει στους όρους του διαγωνισμού και δεν επηρεάζει τη μελλοντική σύμβαση και την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ – για την οποία επαναλαμβάνω έχουμε δεσμευθεί από την συμφωνία του προηγούμενου καλοκαιριού – να ‘τινάξουμε στον αέρα’ μέσα από τέτοιες παράλογες απαιτήσεις, την εγχώρια βιομηχανική παραγωγή και να επιβαρύνουμε τα ελληνικά νοικοκυριά».