Μια γυναίκα από την Ερυθραία γύρω στα 25-30, 7 μηνών έγκυος έχασε το επτάχρονο παιδί της σε ναυάγιο. Εκείνη έμεινε στο νερό 4-5 ώρες. Όταν διασώθηκε και τηλεφώνησε στη μητέρα της δεν μπόρεσε να πει τίποτα για την τραγωδία. Το μόνο που είπε ήταν ότι ήταν καλά και είχε φτάσει στην Ιταλία.
Η προηγούμενη εβδομάδα ήταν μια από τις πλέον θανατηφόρες στην κεντρική Μεσόγειο καθώς εκτιμάται ότι 900 πρόσφυγες έχασαν τη ζωή τους στη θάλασσα. Η ψυχολόγος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Αουρέλια Μπαρμπιέρι, που παρέχει ψυχολογική υποστήριξη στους επιζώντες των ναυαγίων της κεντρικής Μεσογείου μιλά στο in.gr για την εμπειρία της.
«Οι επιζώντας ενός ναυαγίου είναι διαλυμένοι. Έχουν κάνει ένα μακρύ και επικίνδυνο ταξίδι από τη χώρα προέλευσής τους και έχουν σημαδευτεί από την παραμονή τους στη Λιβύη, όπου πολλούς από αυτούς τους μεταχειρίστηκαν με ασύλληπτη σκληρότητα. Όταν επιπλέον βιώνουν την εμπειρία ενός ναυαγίου, και μάλιστα χάνοντας ίσως ένα μέλος της οικογένειάς τους, τότε ο πόνος τους είναι αβάσταχτος. Υπάρχουν παιδιά που φτάνουν μόνα τους επειδή έχασαν τους γονείς τους σε ναυάγιο, και υπάρχουν γονείς που έχασαν τα παιδιά τους» λέει η κ. Μπαρμπιέρι.
Για όσους σώθηκαν το πιο σημαντικό είναι να έχουν μία αξιοπρεπή υποδοχή και ασφάλεια: νερό, φαγητό. Έχουν ανάγκη να νιώσουν ότι κάποιος νοιάζεται για αυτούς. «Ως ψυχολόγοι και πολιτισμικοί διαμεσολαβητές, λειτουργούμε σαν γέφυρα ανάμεσα στους επιζώντες και τις ιατρικές ομάδες. Πρέπει να τους καλωσορίσουμε, να τους δώσουμε ένα φλιτζάνι τσάι, ένα χαμόγελο, να βρουν κάποιον που θα τους φροντίσει και θα τους ακούσει. Όταν φτάνουν, επικρατεί ένταση, και οι Αρχές βιάζονται να εφαρμόσουν τις επίσημες διαδικασίες. Η συμβολή μας είναι περιορισμένη, δεν έχει μακροπρόθεσμο αντίκτυπο, όμως μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά γι’ αυτούς. Σημασία έχει να αισθανθούν κοντά σε άλλους ανθρώπους».
Το πρώτο πράγμα που ζητούν οι επιζώντες ενός ναυαγίου είναι να τηλεφωνήσουν στην πατρίδα τους, να πουν στην οικογένειά τους ότι είναι ζωντανοί. Μετά από ένα ναυάγιο, δεν είναι όλοι έτοιμοι να πουν ότι έχασαν κάποιον στη θάλασσα. Συχνά ρωτούν να μάθουν για τον άνθρωπο που δεν μπορούν να βρουν. Αργότερα θα έχουν να αντιμετωπίσουν μία από τις δυσκολότερες στιγμές: να αναγνωρίσουν τις σορούς όσων πνίγηκαν.
«Ήταν μια γυναίκα από την Ερυθραία γύρω στα 25-30 που ήταν 7 μηνών έγκυος και είχε χάσει το παιδί της, ηλικίας 7-8 ετών. Μετά το ναυάγιο, η γυναίκα έμεινε στο νερό 4-5 ώρες. Τηλεφώνησε στη μητέρα της μπροστά μου, αλλά δεν μπόρεσε να πει τίποτα για την τραγωδία. Το μόνο που είπε ήταν ότι ήταν καλά και είχε φτάσει στην Ιταλία. Είχε πολύ καιρό να μιλήσει με τη μητέρα της. Ήθελε μόνο να ακούσει τη φωνή της. Μερικές φορές οι σιωπές και οι παραλείψεις είναι ακόμα πιο σημαντικές. Συχνά χρησιμοποιούμε χάρτες ή σχέδια όταν μιλάμε με επιζώντες. Ζωγράφισα λοιπόν σε αυτή τη γυναίκα μια μπότα για να της δείξω την Ιταλία. Εκείνη τότε μου είπε με ένα πικρό χαμόγελο: “Αυτό το έμαθα στο σχολείο. Πριν φύγω από την πατρίδα μου, είχα βρει στον χάρτη πού είναι το συντομότερο πέρασμα της θάλασσας”. Είναι βέβαιο ότι αυτή η γυναίκα θα κουβαλάει ένα τεράστιο βάρος για την υπόλοιπη ζωή της, καθώς, παρ’ όλες τις προσπάθειες που κατέβαλε για το ταξίδι αυτό, το παιδί της είχε πνιγεί» λέει η ψυχολόγος.
«Πριν από λίγες μέρες, γνώρισα έναν Σουδανό που είχε φύγει από τη χώρα του με την έγκυο γυναίκα του. Ήταν απελπισμένος, καθώς είχε φτάσει στην Ιταλία μόνος. Στέγνωνε μερικές φωτογραφίες που είχε φέρει μαζί του. Τηλεφώνησε στην πατρίδα του και τον άκουσα να λέει «ινσαλάχ» (μακάρι) ενώ μιλούσε με την αδελφή της γυναίκας του. Η γυναίκα του της είχε τηλεφωνήσει για να πει ότι είχε φτάσει στην Ιταλία. Είχε επιζήσει. Δεν μπορούσε να το πιστέψει: για αρκετές ώρες είχε βιώσει την τραγωδία του πιθανού χαμού της. Όταν έκλεισε το τηλέφωνο, ξέσπασε σε δάκρυα χαράς. Κι εμείς κλαίγαμε μαζί του. Οι άλλοι επιζώντες του ναυαγίου μού είπαν ότι είχε βοηθήσει πολλούς άλλους στη θάλασσα. Με κάποιον τρόπο ο άνθρωπος αυτός είχε ανταμειφθεί για τη βοήθεια που πρόσφερε. Ιστορίες σαν αυτή δίνουν δύναμη στους επιζώντες, όπως και σε εμάς. Είναι η δύναμη της ελπίδας».
Δουλεύοντας με τους επιζώντες των ναυαγίων αυτό που απασχολεί περισσότερο έναν ψυχολόγο είναι να χαθεί η έννοια της ανθρωπιάς. «Φοβάμαι ότι οι άνθρωποι που βλέπουν αυτά τα συμβάντα από απόσταση μπορεί να τα συνηθίσουν, σαν να έβλεπαν μια ταινία. Υπάρχει ο κίνδυνος τέτοιες τραγωδίες να γίνουν φυσιολογικές. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι κάθε ναυάγιο είναι μια τρομερή τραγωδία. Ανεξάρτητα από το αν οι νεκροί είναι εκατοντάδες, δεκάδες ή μόνο ένας, όλα αυτά τα θύματα είναι άνθρωποι που αναγκάστηκαν να διασχίσουν τη θάλασσα επειδή δεν υπάρχουν ασφαλείς εναλλακτικές. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι παιδιά ή ενήλικοι μπορούν να πεθαίνουν έτσι. Δεν θα μπορούσα να το δεχτώ. Ποτέ.»
Στην Ιταλία, οι κινητές ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα εργάζονται στη Σικελία και στα λιμάνια των νότιων περιοχών, σε κρίσιμες αφίξεις ανθρώπων μετά από ναυάγια και άλλα συμβάντα στη θάλασσα, για την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης και βοήθειας σε όσους έχουν βιώσει τέτοιες τραυματικές εμπειρίες.
Επιμέλεια: Κική Μαργαρίτη