Οι φάκελοι «πολιτικών φρονημάτων» που γλίτωσαν την πυρά

Φτάνει ως σήμερα, 27 χρόνια μετά, και ας είναι πιο ξεθυμασμένος ο καπνός από την υψικάμινο της Ελευσίνας και τους κλιβάνους που στήθηκαν στην υπόλοιπη Ελλάδα για να κάψουν τα «αρχεία του μίσους».

Φτάνει ως σήμερα, 27 χρόνια μετά, και ας είναι πιο ξεθυμασμένος ο καπνός από την υψικάμινο της Ελευσίνας και τους κλιβάνους που στήθηκαν στην υπόλοιπη Ελλάδα για να κάψουν τα «αρχεία του μίσους». Ενα πολύτιμο αρχειακό υλικό για τους ιστορικούς αλλά και σημαντικά ντοκουμέντα της Αριστεράς μπήκαν στη χοάνη της καύσης στο όνομα της «εθνικής συμφιλίωσης». Στάχτη (περισσότερα από 17) εκατομμύρια έγγραφα, στα οποία το καθεστώς της «νομιμοφροσύνης», από τη μεταξική δικτατορία ως και τη χούντα των συνταγματαρχών, κατέγραφε τις ζωές των «στιγματισμένων», κυρίως κομμουνιστών, αλλά όχι μόνο.
Το 1989 γλίτωσαν την πυρά μόνο 2.100-2.500 φάκελοι, όσων κρίθηκαν ηγετικά στελέχη από το ΚΚΕ και την Αριστερά, όπως οι Νίκος Μπελογιάννης και Νίκος Πλουμπίδης που εκτελέστηκαν ενώ, όπως όλα δείχνουν, στον κατάλογο των ονομάτων που αντιστοιχούν σε «διαφυλαχθέντες φακέλους» περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων και καλλιτέχνες, αθλητές, πρόσωπα από τον συντηρητικό χώρο, αλλά και λιγότερο γνωστοί.
Τώρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εμφανίζεται έτοιμη να επιτρέψει την άρση του απορρήτου για τους εναπομείναντες φακέλους και υπό προϋποθέσεις να δώσει δυνατότητα πρόσβασης σε συγγενείς και ιστορικούς. Η κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ), από τον υπουργό Εσωτερικών κ. Παναγιώτη Κουρουμπλή, τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Νίκο Τόσκα και τον υπουργό Δικαιοσύνης κ. Νίκο Παρασκευόπουλο, έρχεται να ανοίξει τα συρτάρια των αρχείων της Ασφάλειας.
Ελέγξιμα δεδομένα
Δεν λείπουν οι σκέψεις μήπως η ιστορική έρευνα των φακέλων οδηγήσει σε έξαρση παθών ή και ανατροπή της εικόνας που έχουμε για προσωπικότητες ή και πολιτικές επιλογές κομματικών ηγεσιών. Ομως, όπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας και Ιστοριογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Βαγγέλης Καραμανωλάκης, «είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν την ελληνική Ιστορία, να μας προσφέρουν άλλο φως για να την ξαναδιαβάσουμε. Το πολύ-πολύ να μας προσφέρουν καινούργια στοιχεία, και αυτά ελέγξιμα, για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται. Μπορούν όμως να μας βοηθήσουν καλύτερα να καταλάβουμε νοοτροπίες, συμπεριφορές, στάσεις των ανθρώπων που έζησαν στον ταραγμένο ελληνικό 20ό αιώνα, να κατανοήσουμε καλύτερα τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες συγκροτούνται φόβοι και αντιλήψεις που χαρακτήρισαν την ελληνική κοινωνία».
Κρίνει επίσης ότι, αποτελώντας την κορωνίδα ενός γιγαντιαίου δικτύου που στήθηκε γύρω από την έννοια της κρατικής ασφάλειας, μπορούν να μας βοηθήσουν «να σκιαγραφήσουμε καλύτερα αυτούς τους μηχανισμούς, να καταλάβουμε καλύτερα την ιστορία των Σωμάτων Ασφαλείας και άρα την ιστορία της ελληνικής κοινωνίας».
Σύμφωνα με ερευνητές, οι φάκελοι αριστερών και κομμουνιστών αγωνιστών έχουν «λεηλατηθεί», είτε για να αποκρύβουν τα πρόσωπα που κατέδιδαν είτε ενδεχομένως για να εξωραϊστεί η σκληρή στάση κυβερνητικών παραγόντων απέναντι σε πολιτικούς αντιπάλους, είτε…
Υπόθεση Πλουμπίδη
Η αφαίρεση ονομάτων πληροφοριοδοτών διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, και στην περίπτωση του φακέλου του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ Ν. Πλουμπίδη. Οπως δημοσιοποιήθηκε στον Τύπο («Εφημερίδα των Συντακτών», 15.8.2014), ο γιος του Δημήτρης Ν. Πλουμπίδης είδε το 2010 τον φάκελο του πατέρα του στην Ασφάλεια. Ηταν εμφανές ότι έλειπαν στοιχεία, όπως τα ονόματα των χαφιέδων, και περιελάμβανε κυρίως έγγραφα περισσότερο γραφειοκρατικά, όπως η διαταγή συγκρότησης του εκτελεστικού αποσπάσματος.
Περιείχε όμως και έγγραφα φορτισμένα έντονα. Ενδεικτικό είναι ένα χειρόγραφο σημείωμα του αστυνομικού που φρουρούσε τον Ν. Πλουμπίδη την τελευταία βδομάδα προτού τον εκτελέσουν. Ηταν αναφορά προς την Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφαλείας για όσα παρατήρησε εκτελών υπηρεσίαν «παρά τας Φυλακάς Σωτηρίας» από τις 8 ως και τις 14 Αυγούστου 1954. Προς το τέλος ο αστυνομικός ανέφερε, περιγράφοντας στιγμές από τη μεταφορά του Πλουμπίδη «εις τον παρά τω Δαφνί τόπον των εκτελέσεων», ως και την εκτέλεση: «[…] Την 4.05′ ώραν ευρίσκετο εις τον τόπον της εκτελέσεως. Την 5.15′ ώραν κατήλθε του αυτοκινήτου και ωδηγήθη έμπροσθεν του εκτελεστικού αποσπάσματος. Καθώς δε εστράφη προς τον κ. Κροντήρη και του … «Βλέπω και εσύ είσαι εδώ». Πρωτού να εκτελεσθή ηρωτήθη εάν θέλη να είπη τίποτα. Ούτος ανεφώνησε τρεις: Ζήτω το Κομμουνιστικό Κόμμα!!! Την 5.25′ ώραν εξετελέσθη. (…)».
Τα πιστοποιητικά πολιτικών φρονημάτων τροφοδοτούνταν από την παρακολούθηση των αντιφρονούντων και την ένταξη στοιχείων στον ατομικό «αστυνομικό φάκελο», ο οποίος γινόταν κατά καιρούς κατηγορητήριο στις δίκες πολιτικών διώξεων, στις φυλακές, στις εξορίες, ακόμη και απαγόρευση εγγραφής στα πανεπιστήμια… Ως θεσμικό εργαλείο για διώξεις κατά των κομμουνιστών, αρχής γενομένης από το «ιδιώνυμο» επί Βενιζέλου, μεταξύ άλλων ο περιβόητος Αναγκαστικός Νόμος 375 της μεταξικής δικτατορίας περί κατασκοπείας χρησιμοποιείται και στο μετεμφυλιακό καθεστώς ως και τη χούντα.
Το πιστοποιητικό πολιτικών φρονημάτων καταργείται επισήμως το 1981, οι «φάκελοι» όμως διατηρούνται –δεν λείπουν και οι καταγγελίες ότι ήταν και «ενεργοί» –και ρίχνονται στην πυρά το 1989 επί συγκυβέρνησης ΝΔ – Συνασπισμού υπό τον Τζαννή Τζαννετάκη.
Η νομοθεσία έθεσε 20ετή περιορισμό, ως το 2009, στην πρόσβαση των φακέλων, τόσο στην ιστορική έρευνα όσο και στους συγγενείς. Το 2009 δόθηκε νέα 20ετής παράταση από την κυβέρνηση Καραμανλή, ως το 2029. Τώρα, εν έτει 2016, αίρεται και μένει να φανεί πώς θα διατυπωθεί ακριβώς και πώς θα εφαρμοστεί η ρύθμιση για την πρόσβαση.
Ποιοι διαφυλάχθηκαν


Είναι ενδιαφέρουσα η αριθμητική με τους φακέλους. Η ανακοίνωση του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη της 25ης Μαΐου 2016 αναφέρεται σε περίπου 2.500 φακέλους ατομικών φρονημάτων «που επί δεκαετίες φυλάσσονται στα αρχεία υπηρεσιών του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη (πρώην Δημόσιας Τάξης)». Αν πάμε πίσω 27 χρόνια, ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Ιωάννης Κεφαλογιάννης στη Βουλή (συνεδρίαση 12ης Σεπτεμβρίου 1989) απαντούσε στις αντιδράσεις των βουλευτών της αντιπολίτευσης –ιδιαίτερα έντονες από τους κ.κ. Νίκο Σηφουνάκη και Φοίβο Ιωαννίδη –εξηγώντας για ποιους και πόσους «διαφυλαχθέντες» φακέλους επρόκειτο: «Αυτούς που διάλεξε το ΠαΣοΚ μαζί με ορισμένους πρόσθετους φακέλους. Οι πρόσθετοι αυτοί φάκελοι προσετέθησαν στους 1.600 που είχε επιλέξει το ΠαΣοΚ και είναι στο σύνολο 2.100. Ομως, αυτός ο επιπλέον αριθμός των φακέλων έγινε με τα κριτήρια που καθόρισε ο κ. Σκουλαρίκης, με τα κριτήρια που καθόρισαν οι κυβερνήσεις του ΠαΣοΚ».
Τι έχει συμβεί; Οπως εξηγεί στο «Βήμα» ο κ. Καραμανωλάκης, το 1984 επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου είχε ληφθεί απόφαση για καύση φακέλων. Σύμφωνα με στοιχεία που υπάρχουν, ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Γιάννης Σκουλαρίκης έστειλε επιστολή στο ΚΚΕ και στο ΚΚΕ Εσωτερικού ζητώντας κατάλογο με στελέχη της Αριστεράς των οποίων θα άξιζε να σωθούν οι φάκελοι.
Σύμφωνα με έγγραφα του 1984 (9391 Φ. 602.7/267ιθ από 23 ΜΑΪ. 1984 Διαταγή ΥΠΔΤ/ΣΕ) οι φάκελοι πολιτικών φρονημάτων των υπηρεσιών του Λεκανοπεδίου Αττικής συγκεντρώθηκαν στο κτίριο της Υποδιεύθυνσης Μηχανοκινήτου, πρώην Αστυνομίας Πόλεων, στην Καισαριανή. Η καύση δεν προχώρησε τότε. Το 1989 ο κατάλογος των προσώπων φαίνεται ότι εμπλουτίστηκε, ενώ παράλληλα κάποιοι πολιτικοί παρέλαβαν τους φακέλους τους, σημειώνει ο κ. Καραμανωλάκης.
Το άνοιγμα των φακέλων αποτελεί αίτημα πολλών ιστορικών αλλά και συγγενών. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο γιος του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, Σήφης Ζαχαριάδης, έχει δηλώσει ότι δεν μπόρεσε να πάρει τον φάκελο του πατέρα του το 1989 καθώς ζούσε στο εξωτερικό και με όλες του τις δυνάμεις παλεύει για να αποκτήσουν όλοι πρόσβαση.

Γιάννης Πανούσης

«Παρέδωσα λίστα με 2.120 ονόματα»
Ενδιαφέρον έχουν όσα δηλώνει στο «Βήμα» ο πρώην υπουργός κ. Γιάννης Πανούσης. Ηταν αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη στην πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και είχε αναδείξει το ζήτημα σχετικά με τα αρχεία της ΕΛ.ΑΣ. με παρεμβάσεις για τη δυνατότητα χρήσης τους από την ιστορική έρευνα.
Επισημαίνει ότι «στη συνάντηση που είχα τον Μάρτιο του 2015 με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα του παρέδωσα σχέδιο κοινής υπουργικής απόφασης για την άρση του απορρήτου και το δικαίωμα πρόσβασης στους φακέλους πολιτικών φρονημάτων. Επίσης του έδωσα τη λίστα που βρήκα στα αρχεία της Ασφάλειας με τα ονόματα όσον αφορά διαφυλαχθέντες φακέλους».
Και συμπληρώνει: «Πρόκειται για κατάλογο 2.120 ονομάτων που αντιστοιχούν σε φακέλους πολιτικών φρονημάτων. Δεν περιλαμβάνονται μόνο αριστεροί, αλλά και από άλλους πολιτικούς χώρους, καθώς και καλλιτέχνες, αθλητές και λιγότερο γνωστά πρόσωπα».
Τονίζει ότι είναι σημαντικό να διατηρούνται τα αρχεία της Ασφάλειας και οι φάκελοι στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ) και να γίνεται η διαβάθμισή τους στη βάση επιστημονικών κριτηρίων. Ετσι θα διευκολύνεται η πρόσβαση των ιστορικών. Κρίνει ότι η νέα ΚΥΑ δεν αίρει τους πρακτικούς φραγμούς στην ιστορική έρευνα και θεωρεί ότι η σύνδεση με την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, εκτός του ότι εκκρεμεί από καιρό η συγκρότησή της, δεν διευκολύνει τους ιστορικούς.

«Μνημείο μισαλλοδοξίας και χαφιεδισμού»
Χαρίλαος Φλωράκης: ο «φάκελος 22.222»
«Σύληση» διαπιστώθηκε και στην περίπτωση του «φακέλου 22.222». Αφορούσε τον Χαρίλαο Φλωράκη που πέρασε 18 χρόνια στα κάτεργα του μετεμφυλιακού καθεστώτος –12 χρόνια ισοβίτης στις φυλακές και έξι στις εξορίες. Ο «φάκελος» του κομμουνιστή ηγέτη δεν μπήκε στην υψικάμινο το 1989 αλλά παραδόθηκε στον ίδιο από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης.
«Ενα ογκώδες «μνημείο» ανοησίας, μισαλλοδοξίας και χαφιεδισμού που μόλις και χωράει σ’ ένα χαρτοκιβώτιο ύψους 35 εκατοστών» χαρακτηρίζει αυτόν τον «αστυνομικό φάκελο» ο Χρήστος Θεοχαράτος στη βιογραφία για τον ιστορικό ηγέτη του ΚΚΕ «Χαρίλαος Φλωράκης και λαϊκό κίνημα (Λόγος Αναιρετικός)».
Ερευνώντας, μεταξύ άλλων, την ταραγμένη περίοδο των φυλακών (1954-66) ο Χρ. Θεοχαράτος διαπίστωσε ότι «κάποιοι κύριοι στις αρχές της δεκαετίας του 1980 τον λεηλάτησαν –είτε για να καλύψουν πληροφοριοδότες και σπιούνους του καθεστώτος είτε ορισμένοι άλλοι για να εξωραΐσουν την ιστορική μνήμη της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου (1963-1965), όταν προτάσεις, υπομνήματα και πρωτοβουλίες για την κατάργηση του αναγκαστικού νόμου 375 πήγαιναν στον κάλαθο των αχρήστων». Με βάση την αλληλουχία των εγγράφων του φακέλου, κρίνει ότι για τα έτη 1963, 1964 και 1965 αφαίρεσαν από τον φάκελο περισσότερα από 50 έγγραφα…
Ο καθηγητής Γιώργος Μαργαρίτης στο «Βήμα»
«Μεγάλη ζημιά η καταστροφή τους το 1989, την πάτησε και το ΚΚΕ»
Στη μεγάλη ζημιά που προκλήθηκε από την καταστροφή των φακέλων και στο μπέρδεμα της Αριστεράς περί «εθνικής συμφιλίωσης» αναφέρεται ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ κ. Γιώργος Μαργαρίτης μιλώντας στο «Βήμα».
Ποια εικόνα έχετε έντονη στον νου από τον καιρό της καύσης των φακέλων;
«Ημουν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Θυμάμαι δύο μεγάλα φορτηγά με φακέλους στο Ρέθυμνο να ρίχνονται σε κλίβανο».
Είχατε διαφωνήσει σθεναρά από τη δεκαετία του 1980 στο κάψιμο των φακέλων.
«Ημουν αντίθετος, όπως και η συντριπτική πλειονότητα των ιστορικών εκείνο τον καιρό. Είναι παρανοϊκό να καταστρέφει μια χώρα το αρχειακό υλικό της. Δεν έχει γίνει σε καμία ευρωπαϊκή χώρα. Οταν στην Τουρκία διατηρούν τα οθωμανικά αρχεία για την επανάσταση του ’21, εμείς καταστρέφουμε τα δικά μας ιστορικά τεκμήρια. Κατά τα άλλα, η Ελλάδα είναι μια χώρα που λατρεύει την Ιστορία…».
Επικράτησε πολιτικά η καχυποψία για το πώς θα χρησιμοποιηθούν, αν παραμείνουν, ή ήταν άλλος ο λόγος της καταστροφής;
«Αλλοθι ήταν. Ηθελαν να εκπέμψουν το σήμα της εθνικής συμφιλίωσης και επέλεξαν με εμβληματικό τρόπο να εμφανίσουν την καταστροφή των φακέλων σαν «κάψιμο των διακρίσεων». Επικοινωνιακό κόλπο ήταν. Ολοι ίδιοι είμαστε, όλοι ισότιμοι πολίτες, και στο μεταξύ προετοιμάζονταν οι πολιτικές που θα έκαναν τους λίγους πιο πλούσιους και τους πολλούς φτωχότερους».
Χρησιμοποιήθηκε επομένως για να «χτιστεί» προφίλ ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού της χώρας;
«Σε κάθε εγχείρημα, καπιταλιστικού «εκσυγχρονισμού» ιδιαίτερα, χρειάζεται ένα παραμύθι, ένας μύθος. Για την Ελλάδα ήταν, όπως και σήμερα, η ενότητα όλων, η ενιαία κατηγοριοποίηση, χωρίς ταξικές διαφορές, το εθνικό συμφέρον ως δήθεν κοινό συμφέρον πλούσιων και φτωχών, καπιταλιστών και εκμεταλλευόμενων οικονομικά αδυνάμων. Στον δρόμο για την ευρωπαϊκή χοάνη».
Την πάτησε η Αριστερά τότε;
«Την πάτησαν όλοι. Και το ΚΚΕ. Υπήρχε μεγάλη σύγχυση τότε. Προκάλεσε μεγάλη ζημιά η καταστροφή των αρχείων αυτών. Θα μας επέτρεπαν να ξαναχτίσουμε το παρελθόν με επάρκεια. Μπορεί τα αρχεία αυτά να περιέχουν πληροφορίες χαφιέδων κ.λπ., όμως στην Ιστορία γνωρίζουμε ότι κανένα αρχείο δεν είναι «ουδέτερο». Υπάρχει όμως και η επιστημονική διήθηση για να ξεκαθαρίζονται στοιχεία προς αξιοποίηση, να ξεχωρίζουν ποια είναι αξιόπιστα και ποια όχι, και παράλληλα υπάρχει και η κοινή λογική».
Σώθηκαν κάποιοι φάκελοι…
«Λίγοι. Εκείνων που κρίθηκαν «ηγετικά στελέχη». Μόνο αυτά εκτιμήθηκε ότι ενδιαφέρουν την Ιστορία. Ακόμη και αυτή η διάκριση είναι ένας ειδικός τρόπος προσέγγισης της Ιστορίας. Την ελληνική Ιστορία, όπως την Ιστορία κάθε λαού, την έφτιαξαν οι πολλοί. Είναι αδιανόητο να επικρατεί η λογική κάποιων «υπεύθυνων». Πόσοι δεν έφαγαν ξύλο, δεν απολύθηκαν, δεν πήγαν φυλακή, εξορίες, στα αποσπάσματα. Δεν την έφτιαξε την Ιστορία μια απόφαση του Ζαχαριάδη. Ο αγώνας των πολλών για έναν άλλο τρόπο ζωής κίνησε τον τροχό της Ιστορίας και «οδήγησε» τον όποιο Ζαχαριάδη στις αποφάσεις. Η τότε Αριστερά ακολούθησε στο ζήτημα των φακέλων το μπέρδεμα περί «εθνικής συμφιλίωσης» που διατηρείται ως μπέρδεμα και σήμερα με την αυτοαποκαλούμενη Αριστερά που κυβερνά: Βγαίνουμε από την κρίση υπόσχονται –δεν τους νοιάζει ποιοι βγαίνουν και ποιοι μένουν εσαεί μέσα».

ΗΛΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: «ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ»
«Είναι θετικό το γεγονός ότι δίνεται πλέον το δικαίωμα πρόσβασης στους φακέλους πολιτικών φρονημάτων και αίρεται η απόφαση του 2009 με την οποία παρατεινόταν για μια εικοσαετία ακόμη ο περιορισμός» επισημαίνει στο «Βήμα» ο ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ηλίας Νικολακόπουλος. Δεν θεωρεί ότι η υπόθεση αυτή αναδεικνύεται στο πλαίσιο της συγκυρίας ή ενός παιχνιδιού πολιτικής εκμετάλλευσης. Αλλωστε, όπως σημειώνει, «είχε ανοίξει η συζήτηση από την άνοιξη του 2015, όταν ο Γιάννης Πανούσης ασχολήθηκε ενδελεχώς με το ζήτημα των αρχείων της Αστυνομίας. Δεν πρόλαβε να το προχωρήσει περαιτέρω. Δεν είναι θέμα συγκυρίας λοιπόν. Ηταν μια εκκρεμότητα». Κρίνει ότι η απόφαση για τη δυνατότητα πρόσβασης στους φακέλους είναι τώρα περισσότερο χρήσιμη στους ιστορικούς και λιγότερο στην οικογενειακή μνήμη πια. «Πέρασε πολύς χρόνος. Οι μνήμες έτσι και αλλιώς υπάρχουν στους οικείους. Εχει ξεθωριάσει όμως η ένταση» λέει χαρακτηριστικά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.