
Αθηναίων Πολιτεία
Μετάφραση – επιμέλεια – εισαγωγή Χλόη Μπάλα,
Πρόλογος – σχόλια Ρόμπερτ Γουάλας,
Εκδόσεις Νήσος, Αθήνα, 2015,
σελ. 296, τιμή 24 ευρώ
Η Αθηναίων Πολιτεία δεν αποδίδει τον δυναμισμό, τις εξελίξεις και τις ανατροπές της πολιτικής ζωής στην αρχαία Αθήνα παρά μόνο στο πρώτο, ιστορικό μέρος της, που είναι μια ιστορία των πολιτευμάτων της αρχαίας Αθήνας. Αποκορύφωμά της αποτελεί η εξιστόρηση της εξέγερσης των τυραννοκτόνων Αρμόδιου και Αριστογείτονα κατά του Ιππία και του Ιππάρχου, διαδόχων του τυράννου Πεισίστρατου (κεφάλαιο 18). Οι εξελίξεις αυτές ήταν πολύ πιο σύνθετες από ό,τι τις διδασκόμασταν στο σχολείο και αποδίδονται εξαιρετικά στα νέα ελληνικά από τη μεταφράστρια και επιμελήτρια του έργου Χλόη Μπάλα. Το δεύτερο μέρος του έργου με τη συστηματική ως ακραία περιπτωσιολογική περιγραφή των αρμοδιοτήτων των αξιωμάτων («αρχών») καταπονεί και παραξενεύει τον αναγνώστη. Πολύ περιγραφικό, έχει εμφανείς διαφορές ποιότητας σε σύγκριση με το πρώτο μέρος, σε σημείο ώστε να δέχεται κανείς τον ισχυρισμό που μεταφέρει ο Ρόμπερτ Γουάλας στον πρόλογο του έργου, ότι δηλαδή τα δύο μέρη της Αθηναίων Πολιτείας μάλλον προέρχονται από διαφορετικούς συγγραφείς, μαθητές του Αριστοτέλη ή άλλους. Είτε ισχύει αυτό είτε όχι, ένας καλός τρόπος για να προσεγγίσει κανείς το έργο, αν αναζητεί τη γνώμη του Αριστοτέλη για την αρχαία Αθήνα, είναι αυτός που προτείνει η Μπάλα στην εισαγωγή της. Ο Αριστοτέλης έβλεπε την πόλη της Αθήνας ως έναν φυσικό οργανισμό και με την Αθηναίων Πολιτεία «ήθελε να δείξει το πώς λειτούργησε το πολίτευμα αυτό μέσα σε έναν συγκεκριμένο οργανισμό, ανεξάρτητα από την ποιότητα αυτού του οργανισμού».

Ελευθερία και κυριαρχία:
Πολιτική ελευθερία και κυριαρχία στο
τρίτο βιβλίο των Πολιτικών του Αριστοτέλη
Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2016,
σελ. 225, τιμή 20 ευρώ
Κατά τον Δημητρίου, ο Αριστοτέλης «συνδέει την άριστη πολιτεία με το να αναλαμβάνει κάθε πολίτης το έργο που προσιδιάζει στην προσωπική, πολιτική αρετή του». Μπορεί οι άνθρωποι να είναι ανόμοιοι αλλά φέρουν την κοινή ιδιότητα του πολίτη και κυρίως συνεργάζονται για την εκπλήρωση του σκοπού της άριστης πολιτείας. Με σύγχρονους όρους, στο σχήμα του Δημητρίου, αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την πραγμάτωση των δύο όψεων της αυτονομίας, δηλαδή της ατομικής και της συλλογικής – πολιτικής αυτονομίας. Και ναι μεν η πρώτη, η προσωπική αυτονομία, αποτελεί όρο για την επίτευξη της δεύτερης, της συλλογικής – πολιτικής αυτονομίας, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτή τη δεύτερη. Και τούτο γιατί κατά τον Δημητρίου η συλλογική -πολιτική αυτονομία είναι δυνατή μόνο όταν όλοι, ελεύθερα και με ίσους όρους, συγκαθορίζουν τον νόμο στο πλαίσιο του οποίου συμβιώνουν οργανωμένα. Μάλλον αυτό το συμμετοχικό στοιχείο, που δεν είναι εφικτό σε συνθήκες ανισότητας μεταξύ των πολιτών, κάνει τον συγγραφέα να ισχυρίζεται ότι η κανονιστική θεωρία του πηγαίνει πέρα από τον δημοκρατικό ρεπουμπλικανισμό και «αποσκοπεί στη θεμελίωση του δημοκρατικού σοσιαλισμού». Σε κάθε περίπτωση, ο Δημητρίου στο τέλος του βιβλίου του προτείνει μια ενδιαφέρουσα ανάγνωση του Αριστοτέλη ανατρέχοντας στην πλατωνική έννοια της πολιτικής ως υφαντικής τέχνης. Η πολιτική νοείται έτσι ως μια τέχνη που συνθέτει τις αναπόφευκτες διαφορές των πολιτών καθώς η άριστη πολιτεία που επιδίωκε να προσδιορίσει ο Αριστοτέλης απαιτεί τον συγκερασμό των διαφορών αυτών με σκοπό την πραγμάτωση της δικαιοσύνης και του κοινού συμφέροντος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ