Ένας «μηχανισμός δέσμευσης» και όχι η νομοθέτηση πλήρους λίστας μέτρων φαίνεται ότι θα μπορούσε να οδηγήσει στη λύση του δράματος της αξιολόγησης εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή του ΔΝΤ και την έναρξη των συζητήσεων για το χρέος από την Μεγάλη Πέμπτη.
Σε δηλώσεις του μετά το Eurogroup ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στάθηκε στις διαφορές εκτιμήσεων ανάμεσα στην ΕΕ και στο ΔΝΤ για το πλεόνασμα του 2018.
Ο Υπουργός είπε ξεκάθαρα ότι δεν μπορούν να νομοθετηθούν μέτρα που ενδέχεται να χρειαστούν ή να μη χρειαστούν (τα λεγόμενα contingency measures) σχολίασε οτι ούτε στη Γαλλα δεν μπορεί νομικά να συμβεί αυτό και πρόσθεσε ότι συμφώνησε μαζί του ο γάλλος ομόλογός του Μισέν Σαπεν.
Όμως ο κ. Τσακαλώτος άφησε ορθάνοιχτο παράθυρο για έναν «μηχανισμό δέσμευσης» αντί για ψήφιση μέτρων λέγοντας ότι συζητούνται ιδέες και από την ελληνική πλευρά πάνω σε αυτό το θέμα.
Διαφωνούν ΕΕ και ΔΝΤ αλλά μπορούμε να φτάσουμε σε ψήφο εμπιστοσύνης για την Ελλάδα, δήλωσε ο Υπουργός.
Ολοκληρη η δήλωση του Ευ. Τσακαλώτου
Σας ευχαριστώ για την παρουσία σας σε αυτή τη συνέντευξη Τύπου. Αρχικά θα κάνω μία δήλωση και στη συνέχεια θα δεχτώ τρεις ερωτήσεις, λόγω περιορισμένου χρόνου.
Ήταν μια θετική συνεδρίαση του Eurogroup σήμερα για την Ελλάδα. Συμφωνήσαμε βασικά στο πακέτο του καλοκαιριού. Παραμένουν ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες οι οποίες θα συζητηθούν τις επόμενες μέρες. Δεν υπήρξε κανείς μέσα στο Eurogroup που να αμφισβητήσει ούτε κατά διάνοια ότι δεν υλοποιήθηκαν όσα συμφωνήθηκαν.
Το πρώτο που θέλω να επισημάνω είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση τήρησε κατά γράμμα τις δεσμεύσεις που ανέλαβε πέρσι το καλοκαίρι, και στο ζήτημα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και σε εκείνο των μέτρων ύψους 3% του ΑΕΠ. Δηλαδή στη φορολογία εισοδήματος (1%) , στα δημοσιονομικά (1%) και στο ασφαλιστικό (1%). Υλοποιήσαμε, δηλαδή, αυτά για τα οποία είχαμε δεσμευτεί.
Το δεύτερο είναι ότι εξακολουθεί να υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των θεσμών για το αποτέλεσμα και την απόδοση αυτών των μέτρων. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως και η ελληνική κυβέρνηση, θεωρούν ότι αυτά μέτρα επαρκούν για να επιτύχουμε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Από την άλλη το ΔΝΤ θεωρεί ότι το πακέτο μέτρων θα οδηγήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2018. Το Ταμείο πιέζει για περισσότερα μέτρα. Πάντα, άλλωστε, πίεζε για περισσότερο «αξιόπιστο» πακέτο μεταρρυθμίσεων, όπως και τους δανειστές μας να είναι πιο γενναιόδωροι στο ζήτημα της ελάφρυνσης χρέους. Μένει να διαπιστώσουμε στις επόμενες ημέρες κατά πόσο η πίεση του είναι όντως ισοβαρής και κατά πόσο θα φέρει αποτέλεσμα ως προς το σκέλος χρέους.
Για το πώς αυτή η διαφορά θα γεφυρωθεί υπάρχουν διαφορετικές απόψεις στο τραπέζι, συμπεριλαμβανομένης και της λήψης μέτρων υπό αίρεση (contingent measures). Έχουν πέσει στο τραπέζι κι άλλες ιδέες, όχι μόνο από εμάς αλλά και από άλλα μέλη του Eurogroup. Κάθε λύση θα πρέπει να πληροί δύο κριτήρια:
– Το πρώτο είναι ότι σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία δεν μπορείς να νομοθετήσεις υπό αίρεση. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορείς να εξαρτήσεις την ισχύ ενός νόμου από ένα μελλοντικό και αβέβαιο γεγονός. Δεν μπορείς, δηλαδή, να νομοθετήσεις το «χ» αν συμβεί το «ψ» το 2018 ή το 2019.
– Το δεύτερο κριτήριο είναι ότι σε όποια λύση και να καταλήξουμε, μέσα στις επόμενες ημέρες, θα πρέπει να είναι αξιόπιστη: προς τους πιστωτές για να ξέρουν ότι θα επιτύχουμε το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, προς τους επενδυτές ώστε να νιώθουν ασφάλεια ότι το πρόγραμμα είναι σε τροχιά και, βέβαια, απέναντι στους Έλληνες πολίτες ώστε οι πολιτικές και οικονομικές πλευρές να είναι ευθυγραμμισμένες με τη συμφωνία του καλοκαιριού.
Τέλος, θέλω να υπογραμμίσω ότι όποια λύση και αν επιλεγεί θα συζητηθεί παράλληλα με το θέμα του χρέους. Είναι εξαιρετικά σημαντικό για εμάς το συνολικό πακέτο του χρέους και των μεταρρυθμίσεων να δίνει ένα ξεκάθαρο σήμα στους Έλληνες πολίτες, τους Ευρωπαίους πολίτες και τους Έλληνες και διεθνείς επενδυτές, ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει σελίδα, ότι υπάρχει ξεκάθαρος ορίζοντας εξόδου από την κρίση, για να γνωρίζουν όλοι ότι μπορούν να επενδύσουν, να καταναλώσουν, τα επιστρέψουν τα χρήματά τους στις ελληνικές τράπεζες ώστε ο φαύλος κύκλος να μετατραπεί σε ενάρετο κύκλο. Είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι εάν όλα τα παραπάνω ληφθούν υπόψη δεν απέχουμε πολύ από το να γυρίσουμε σελίδα.
Ερώτηση: Από πού προκύπτει το 2% των μέτρων έκτακτης ανάγκης;
Είναι απλό, πως βγαίνει το επιπλέον 2%. Αφαιρώντας από το 3,5% το 1,5%. Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι το ίδιο πακέτο θα οδηγήσει σε μικρότερο πλεόνασμα είτε γιατί έχει χαμηλότερη βάση υπολογισμού – ωστόσο τα αποτελέσματα της Eurostat δεν φαίνεται να επιβεβαιώνουν τις οικονομικές προβλέψεις του ΔΝΤ – είτε γιατί πιστεύουν ότι κάποια συγκεκριμένα μέτρα θα έχουν μικρότερη επίπτωση στο πλεόνασμα από ό,τι υπολογίζουμε εμείς και οι Ευρωπαίοι.
Ερώτηση: Ποιος είναι ο ελάχιστος στόχος για την αναδιάρθρωση του χρέους;
Δεν μπορώ σε μια συνέντευξη Τύπου να μπω σε λεπτομερή συζήτηση για το πώς μπορεί να γίνει ελάφρυνση του χρέους. Σίγουρα μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα -πολλά από αυτά δεν έχουν καμία επίπτωση στον Γερμανό ή στον Ολλανδό φορολογούμενο- ώστε να αλλάξουν οι όροι του ελληνικού χρέους. Αυτό είναι ότι το κριτήριο για να έχουμε ανοικτό δρόμο, για να γνωρίζουν οι επενδυτές ότι έχει φύγει το Grexit από το τραπέζι, ότι η ελληνική οικονομία βγαίνει από την κρίση, και οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν δώσει το μήνυμα ότι εμπιστεύονται την ελληνική κυβέρνηση να πάει τη χώρα σε μια νέα φάση. Πραγματικά δεν έχει σημασία ποια τεχνική λύση θα βρεθεί για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα του προγράμματος και της ελάφρυνσης του χρέους θα πρέπει να είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.
Ερώτηση: Mπορείτε να αναλύσετε αυτό που είπατε ότι δεν μπορούν να νομοθετηθούν μέτρα έκτακτης ανάγκης;
Δεν συμβαίνει αυτό μόνο στην ελληνική νομοθεσία. Μίλησα και με τον κ. Σαπέν νωρίτερα και είπε ότι ισχύει και στη Γαλλία. Δεν μπορείς να νομοθετήσεις για κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί, υποθετικά, στο μέλλον. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι είμαστε σε συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους για να βρεθεί ο μηχανισμός δέσμευσης ώστε να βελτιωθεί η αξιοπιστία για τους Ευρωπαίους πιστωτές και τους διεθνείς επενδυτές και τους Έλληνες πολίτες. Βεβαίως υπάρχουν πολλές ιδέες για το πώς μπορεί να γίνει αυτό.