Ήταν βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 2009. Μια ημερομηνία σταθμός για τη Ν.Δ. καθώς πριν από 35 χρόνια ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανακοίνωνε την ιδρυτική διακήρυξη της ΝΔ.Στα γενέθλια της Ν.Δ. σήμανε «τέλος εποχής» για τον Κ. Καραμανλή που μετά από 13 χρόνια στην αρχηγία εγκαταλείπει το τιμόνι του κόμματος. Πήγε στο Ζάππειο και ανακοίνωσε την απόφασή του να παραιτηθεί.

Έπειτα από ένα 48ωρο σιωπής της ΝΔ, ως ένδειξης σεβασμού στον απερχόμενο αρχηγό της, ξεκίνησε η κούρσα της διαδοχής στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η Ντόρα Μπακογιάννη, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος και ο Αντώνης Σαμαράς που έδειξαν από το βράδυ της ήττας την πρόθεσή τους να είναι υποψήφιοι, ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν και επίσημα την κούρσα διαδοχής, στην οποία μπαίνει λίγο αργότερα και ο Παναγιώτης Ψωμιάδης.

Από την πρώτη στιγμή είχε αρχίσει να συζητείται η πρόταση Δ. Αβραμόπουλου για εκλογή αρχηγού, ενώ δεν την απέρριψαν εξ αρχής η Ντ. Μπακογιάννη και ο Αντ. Σαμαράς. Μετά από εβδομάδες παρασκήνιο, η πρόταση Αβραμόπουλου περνάει και είναι αυτή που αλλάζει τα δεδομένα, ενώ ο ίδιος αποσύρεται από την κούρσα υπέρ του Αντ. Σαμαρά. Η Ντ. Μπακογιάννη υπερτερεί σε δυναμική στον κομματικό μηχανισμό, αλλά τελικά χάνει τη μάχη των εκλογών στις 29 Νοεμβρίου 2009. Η εκλογή από τη βάση και το γεγονός ότι ψήφισαν 800.000 περίπου μέλη και φίλοι, αριθμός που αμφισβητήθηκε μετά από έξι χρόνια στις 2015, ήταν καθοριστικός παράγοντας για την επικράτηση Σαμαρά.

«H έρημος του Μεγάρου Μαξίμου είναι πολύ διαφορετική από την έρημο που βίωσα όταν ήμουν εκτός πολιτικής. Στην άσκηση της εξουσίας είσαι κυριολεκτικά μόνος».Με αυτή τη φράση απάντησε σε ανύποπτο χρόνο ο Αντώνης Σαμαράς, όταν πολιτικός φίλος του τον ρώτησε πώς θα αισθανθεί την ημέρα που θα ανέβει τα σκαλιά του Πρωθυπουργικού Μεγάρου. Στις 20 Ιουνίου 2012, ημέρα Τετάρτη, και ώρα 5.00 το απόγευμα, ο Σαμαράς πέρασε την πύλη του Μεγάρου Μαξίμου. Σε ηλικία 61 ετών ορκίστηκε ο 13ος Πρωθυπουργός από τη Μεταπολίτευση.

Ο Αντ. Σαμαράς, ως άλλος Οδυσσέας της ΝΔ, κατάφερε τον Νοέμβριο του 2009 με τον εσωκομματικό «Δούρειο Ίππο» των πιστών υποστηρικτών του να εκπορθήσει τη Ρηγίλλης, την τότε «γαλάζια» Τροία, και να νικήσει στην κρίσιμη αναμέτρηση όπου ψήφισαν μέλη και φίλοι του κόμματος την Ντόρα Μπακογιάννη – με ποσοστό 50% έναντι 40% της Ντόρας και 10% που είχε αποσπάσει ο Παναγιώτης Ψωμιάδης. Η πορεία από τότε ήταν τρικυμιώδης.

Οι… κυκλώνες τον ταλαιπώρησαν αρκετά στον δρόμο για τη δική του Ιθάκη, τη νίκη στις εκλογές και την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία. Η νίκη επιτεύχθηκε στις 6 Μαΐου 2012, αλλά η αυτοδυναμία έμοιαζε με την… Πηνελόπη του Οδυσσέα, αφού πολιορκήθηκε από πολλούς μνηστήρες, δηλαδή τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα, και τελικώς δεν «δόθηκε» σε κανέναν.

Ο Μεσσήνιος πολιτικός δεν περίμενε ποτέ ότι ακριβώς 20 χρόνια μετά την αποχώρησή του από τη ΝΔ θα κατακτούσε την πρωθυπουργία ως ηγέτης της ΝΔ με την υποστήριξη του ΠαΣοΚ υπό τον Ευάγγελο Βενιζέλο και ενός κόμματος της Αριστεράς, τη Δημοκρατική Αριστερά του Φώτη Κουβέλη. Έφθασε, λοιπόν, στην Ιθάκη την ώρα που μια πραγματική «εθνική οδύσσεια» βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη.

Σε ηλικία 26 ετών, το 1977, εξελέγη βουλευτής Μεσσηνίας, καταλαμβάνοντας την έδρα που προδικτατορικά κατείχε ο θείος του, ο βουλευτής της ΕΡΕ Γεώργιος Σαμαράς. Στα 38 του ήταν ήδη πρωτοκλασάτος υπουργός σε κυβερνήσεις συνεργασίας (Οικονομικών στην κυβέρνηση ΝΔ – Συνασπισμού μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου 1989, Εξωτερικών στην οικουμενική κυβέρνηση ως τον Απρίλιο του 1990 και στη συνέχεια υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση της ΝΔ υπό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, από τον Απρίλιο του 1990 ως τον Απρίλιο του 1992).

Τον Απρίλιο του 1992 αποπέμφθηκε από το ΥΠΕΞ από τον τότε πρωθυπουργό. Ο λόγος ήταν ότι σε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο Σαμαράς διαφώνησε με την κυβερνητική πολιτική για το Σκοπιανό και παρουσίασε έγγραφο με επτά σημεία δράσης προκαλώντας την αντίδραση του Καραμανλή και του Μητσοτάκη.

Για πολλούς – και για τον Μητσοτάκη, όπως και για το ΠαΣοΚ – η σκληρή στάση του στο Σκοπιανό έβλαψε τα εθνικά συμφέροντα. Για άλλους η στάση του αποτέλεσε μια «κόκκινη γραμμή» για την οποία, σιωπηλά, και παρά τις εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν, δεν διαφωνούσε ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Τουλάχιστον αυτό έχει υποστηρίξει ο ίδιος σε συνομιλητές του. Άλλωστε το 1995 ο Ανδρέας συμφώνησε μαζί του στην υποστήριξη του Κωστή Στεφανόπουλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Στα 41 του, το 1993, έγινε αρχηγός του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος, της Πολιτικής Άνοιξης, ένα όνομα που ο Σαμαράς εμπνεύστηκε από τον Οδυσσέα Ελύτη με τον οποίο διατηρούσε άριστη σχέση. Η Πολιτική Άνοιξη απέσπασε 4,9% στις εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993 και δέκα έδρες. Το 1996, όμως, κέρδισε 2,9% και δεν μπήκε στη Βουλή.

Η επάνοδός του στην πολιτική σκηνή έγινε σταδιακά. Στις βουλευτικές εκλογές του 2000 δεν πολιτεύθηκε, όπως δεν πολιτεύθηκε και στη νικηφόρα για τη ΝΔ εκλογική αναμέτρηση που διεξήχθη τέσσερα χρόνια αργότερα. Υποστήριξε, όμως, τον Κώστα Καραμανλή ανοιχτά, δίνοντας το «παρών» στην προεκλογική συγκέντρωση της Καλαμάτας. Παράλληλα, ανέστειλε τη λειτουργία της Πολιτικής Άνοιξης, δύο μήνες μετά τις εκλογές του 2000, κίνηση που του άνοιξε τον δρόμο για να περιληφθεί στη λίστα της ΝΔ για τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2004.

Η άρση του «βέτο», ωστόσο, για την επιστροφή του στην κεντρική πολιτική σκηνή που – ατύπως, πλην όμως εντόνως – προέβαλε ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος τού «χρέωνε» την πτώση της κυβέρνησής του, έγινε μόλις το φθινόπωρο του 2007.

Η προεργασία είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν. Μέσα στο καλοκαίρι του 1999 ο Σαμαράς βρήκε την ευκαιρία να αναθερμάνει τις σχέσεις του με τον Γιάννη Βαρβιτσιώτη. Ο Βαρβιτσιώτης δεν διατηρούσε την καλύτερη σχέση με τον Μητσοτάκη και γι’ αυτό ενδιαφερόταν να υποστηρίξει τον Σαμαρά. Παράλληλα, ο μεσσήνιος πολιτικός θεωρούσε ότι ο Καραμανλής είναι «πραγματικός φίλος από το 1975» και τόνιζε ότι δεν θα τον πρόδιδε ποτέ. Στόχος του ήταν να επιστρέψει το 2000 στη ΝΔ και σε συνεννόηση με τον Καραμανλή περιμένει την κατάλληλη στιγμή.

Εν τω μεταξύ, ο Γιώργος Σουφλιάς επιστρέφει στη ΝΔ πριν από τις εκλογές του 2000 με τη φράση του Καραμανλή «Γιώργο, καλωσόρισες σπίτι σου», ενώ ο Σαμαράς αποφασίζει η Πολιτική Άνοιξη να μη συμμετάσχει στις εκλογές. Η ήττα Καραμανλή από τον Κώστα Σημίτη επέδρασε και στην υπόθεση της επιστροφής του Σαμαρά. Ένας αποδυναμωμένος Καραμανλής δεν μπορούσε να επιβάλει την επιστροφή Σαμαρά, ενώ η Ντόρα Μπακογιάννη εξαπέλυσε δριμεία επίθεση εναντίον του με τη φράση: «Αν γυρίσει ο Σαμαράς, εγώ θα φύγω από τη ΝΔ». Προφανώς, η φράση της Ντόρας ήταν προφητική, γιατί πράγματι αυτό θα συνέβαινε δέκα χρόνια μετά.

Τον Μάιο του 2010 η Ντόρα θα ψήφιζε το μνημόνιο αδιαφορώντας για τη σίγουρη διαγραφή της. Μετά τη δική της διετή πορεία στην έρημο, κατά τη διάρκεια της οποίας ίδρυσε δικό της κόμμα, τη Δημοκρατική Συμμαχία, θα επέστρεφε αφού ο Σαμαράς θα συμμαχούσε μαζί της, τοποθετώντας την στην πρώτη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας.

Πάντως, παρά την ήττα του 2000, ο Καραμανλής θα διαβεβαιώσει με τον τρόπο του τον Σαμαρά ότι η πόρτα της ΝΔ θα ανοίξει στο μέλλον. Την άνοιξη του 2000, πίσω από το ξενοδοχείο Caravel στα Ιλίσια, στο διαμέρισμα που έμενε τότε ο Καραμανλής, συνάντησε μυστικά τον Σαμαρά. Εκεί ο Καραμανλής τον ευχαρίστησε για την υποστήριξη που παρέσχε προεκλογικά στη ΝΔ και για το 2,5% των ψήφων που της προσέφερε χωρίς αντάλλαγμα, παρά μόνο με την αόριστη υπόσχεση για μετεκλογική επιστροφή – που ματαιώθηκε λόγω της ήττας.

Ακολούθησαν τέσσερα ακόμη «πέτρινα χρόνια» μέχρι να τοποθετηθεί στο ψηφοδέλτιο της ΝΔ για τις ευρωεκλογές του 2004. Τελικώς ο Σαμαράς, που ήταν ευρωβουλευτής της ΝΔ την περίοδο 2004 – 2007 και βουλευτής Μεσσηνίας από το 2007, επέστρεψε στην κεντρική πολιτική σκηνή μόλις τον Ιανουάριο του 2009, ως υπουργός Πολιτισμού, και στις 20 Ιουνίου του ίδιου έτους εγκαινίασε το Μουσείο της Ακρόπολης. Ο «θώκος του πολιτισμού» τον διατήρησε μακριά από τον υπό ραγδαία φθορά κυβερνητικό πυρήνα, με αποτέλεσμα να παραμείνει αλώβητος ακόμη και από τη δεινή ήττα με 33% που υπέστη ο Καραμανλής τον Οκτώβριο του ίδιους έτους.

Στις παρασκηνιακές συζητήσεις με έμπιστους συνομιλητές του, ο μεσσήνιος πολιτικός δεν έκρυβε τις αρχηγικές βλέψεις του, ωστόσο ποτέ δεν τις διακήρυξε δημοσίως για δύο λόγους: Πρώτον, διότι οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του δεν θα έχαναν την ευκαιρία να τον κατηγορήσουν ότι «έριξε την κυβέρνηση της ΝΔ το 1993», κατηγορία που ο ίδιος απορρίπτει επικαλούμενος παλαιότερες δηλώσεις του Μητσοτάκη ότι «δεν είχε χάσει τη δεδηλωμένη» από τις αποσκιρτήσεις βουλευτών που μετέπειτα προσχώρησαν στην Πολιτική Άνοιξη. Και, δεύτερον, επειδή θεωρούσε ότι ήθελε χρόνο για να συσπειρώσει γύρω του τη λεγόμενη «λαϊκή Δεξιά» με τις αναφορές στην παλαιά «αβερωφική» πτέρυγα της ΝΔ, στην οποία ανήκε και ο ίδιος.

«Η κούρσα της διαδοχής θα είναι μαραθώνιος αντοχής και όχι κατοστάρι» έλεγε. «Όλα θα έρθουν στην ώρα τους», ήταν η γνώριμη φράση του. Ο ίδιος ήξερε ότι έπρεπε να κάνει μεγάλο αγώνα για να πείσει και πάλι τον κόσμο της συντηρητικής παράταξης για τις προθέσεις, τις ικανότητες και την καταλληλότητά του να ηγηθεί. Τα βήματα του Σαμαρά ήταν μετρημένα και οι κινήσεις του πολύ προσεκτικές. Ήταν σαφές πως δεν ήθελε να προκαλέσει.

«Δεν θέλω να κάνω θόρυβο. Ούτε και επιδιώκω να είμαι στη δημοσιότητα» έλεγε στους τακτικούς συνομιλητές του. Όσοι συνομιλούσαν μαζί του μετά την επιστροφή του στη Βουλή το 2007 είχαν την εντύπωση ότι είχαν ενώπιόν τους τον «καραμανλικότερο των καραμανλικών» ανάμεσα στα στελέχη της ΝΔ.Σε κάθε ευκαιρία τον άκουγαν να περιγράφει την «πολύ καλή σχέση με τον Κώστα», τον οποίο «γνωρίζει εξ απαλών ονύχων», και να εκθειάζει το «πόσο δυνατός παίκτης έχει αποδείξει ότι είναι στις τακτικές κινήσεις».

Ωστόσο, η παραίτηση του Καραμανλή από την προεδρία του κόμματος, μετά την ήττα του 2009, τον οδηγεί στην απόφαση να διεκδικήσει τα ηνία της ΝΔ. Είχε προηγηθεί λίγους μήνες νωρίτερα εκδήλωση του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Caravel με ομιλητή τον Σαμαρά, όπου πολλοί σάστισαν επειδή έδωσαν το «παρών» 70 βουλευτές της ΝΔ, σχεδόν οι μισοί από την τότε κοινοβουλευτική δύναμη του κόμματος.

«Τα παιδιά ξέρουν την αλήθεια» είχε πει με αινιγματικό χαμόγελο ο Σαμαράς σε συνομιλητή του όταν τον ρώτησε πώς εξηγεί ότι η μισή ΝΔ έσπευσε να ακούσει τον πολιτικό που αποχώρησε το 1993 για να ιδρύσει δικό του κόμμα. Εννοούσε ότι η «αλήθεια» που ήξεραν αφορούσε τις θέσεις του διαχρονικά, τις οποίες και υποστήριζαν.

Το φθινόπωρο του 2009 ήταν καθοριστικό για τον Σαμαρά. Στην οδό Μουρούζη, στήθηκε το στρατηγείο του. «Πάμε δυνατά, πάμε στα ίσια» έλεγε στους συνομιλητές του. Επέλεξε να επενδύσει στο φιλότιμο των νεοδημοκρατών. Οι δημοσκοπήσεις τον έδειχναν αουτσάιντερ, ενώ την Ντόρα φαβορί. Όσο, όμως, περνούσε ο καιρός, οι μετρήσεις άλλαζαν.

Η βάση του κόμματος υποστήριζε τον Αντώνη, ο οποίος κερδίζει. Αμέσως, στρέφει το κόμμα «δεξιά». Ξορκίζει το κυβερνητικό παρελθόν και τον «μεσαίο χώρο» και πολλοί μιλάνε για τη σταδιακή ιδεολογική μετάλλαξη της ΝΔ σε ένα καθαρόαιμο «δεξιό κόμμα», αν και ίδιος το απορρίπτει.

Τελικά στις 29 Νοεμβρίου εξελέγη από τον πρώτο γύρο με 50.06% έναντι 39.72% της Ντ. Μπακογιάννη και 10.22% του Παναγιώτη Ψωμιάδη.