«Η απόπειρα της σημερινής κυβέρνησης να προστατεύσει τις (κύριες) συντάξεις των ήδη συνταξιούχων, μεταφέροντας ολόκληρο το βάρος της απαιτούμενης πρόσθετης προσαρμογής σε όσους πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν από εδώ και στο εξής, δεν δικαιώνεται επιστημονικά.

Οι τωρινοί συνταξιούχοι, παρά τις περικοπές της περιόδου 2010-2013, εξακολουθούν να εισπράττουν υπερανταποδοτικές συντάξεις, ιδίως οι υψηλοσυνταξιούχοι και όσοι συνταξιοδοτήθηκαν σε νεαρή ηλικία. Η εξαίρεση όλων αδιακρίτως των σημερινών συνταξιούχων θα υπονόμευε τη δικαιοσύνη μεταξύ των γενεών και την αποδοχή του κοινωνικού συμβολαίου από την τωρινή και τις επόμενες γενιές εργαζομένων –αφού οι τελευταίοι καλούνται να πληρώσουν υψηλότερες εισφορές σε μειωμένα εισοδήματα και προοπτική να λάβουν στο μέλλον χαμηλότερες συντάξεις»
.
«Υπερανταπόδοση»


Τη σκληρή αυτή πραγματικότητα δεν αποτυπώνει το ΔΝΤ αλλά τη διατυπώνουν σε έρευνά τους ο καθηγητής Μάνος Ματσαγγάνης και η κυρία Χρύσα Λεβέντη της Ομάδας Ανάλυσης Δημόσιας Πολιτικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών μελετώντας δείγμα 4.599 ασφαλισμένων που συνταξιοδοτήθηκαν από το ΙΚΑ το 2008.
Η εργασία τους εξετάζει ένα κρίσιμο ζήτημα πολιτικής εν όψει μάλιστα και των αποφάσεων για τις αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα. Το ζήτημα αυτό είναι:
–Οι συντάξεις που εισπράττουν οι σημερινοί συνταξιούχοι έχουν «πληρωθεί» από τις εισφορές που είχαν καταβάλει όσο εργάζονταν οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι (και οι εργοδότες τους); Σε ποιον ακριβώς βαθμό; Είναι «υπερανταποδοτικές» (δηλ. υψηλότερες από ό,τι αντιστοιχεί στις εισφορές που καταβλήθηκαν); Ή είναι, αντίθετα, «υποανταποδοτικές» (δηλ. χαμηλότερες από τις εισφορές);
Συγκρίσεις


Οι καθηγητές απαντούν αναλύοντας δείγμα 4.599 ασφαλισμένων που συνταξιοδοτήθηκαν με κύρια σύνταξη από το ΙΚΑ το 2008 και συγκρίνοντας μερικές αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις ασφαλισμένων του ΙΚΑ με τις αντίστοιχες άλλων ταμείων.
Στη συνέχεια υπολόγισαν την «πλήρως ανταποδοτική» σύνταξη που θα προέκυπτε αν οι ασφαλισμένοι είχαν καταθέσει τις εισφορές (τις δικές τους και των εργοδοτών τους) όχι στο ταμείο κοινωνικής ασφάλισης στο οποίο ανήκουν αλλά σε κάποιο ιδιωτικό κεφαλαιοποιητικό πρόγραμμα που εξασφάλιζε αποδόσεις παρόμοιες με εκείνες των χρηματαγορών (ετήσια απόδοση 2% πάνω από τον πληθωρισμό).
Οι εκτιμήσεις μας αποδεικνύουν ότι η μεγάλη πλειονότητα (το 98,5%) όσων συνταξιοδοτήθηκαν με κύρια σύνταξη από το ΙΚΑ το 2008 εισπράττει συντάξεις σημαντικά υψηλότερες από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό που αντιστοιχεί στις εισφορές τους.
Συγκεκριμένα, εκτιμούν ότι το 35% κατά μέσο όρο της σύνταξης στο δείγμα μας αντιστοιχεί σε επιδότηση από το κοινωνικό σύνολο (ή από τις επόμενες γενεές), πάνω και πέρα από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό.
Το ύψος της επιδότησης στη συνολική διάρκεια της ζωής του μέσου συνταξιούχου του δείγματος εκτιμάται σε 63.601 ευρώ (σε σταθερές τιμές 2015).
Οι σημαντικές περικοπές της περιόδου 2010-2013 περιόρισαν την υπερανταποδοτικότητα των συντάξεων, χωρίς όμως να την εξαλείψουν.
Επιπλέον, διαπιστώνουν τα εξής:

1.
Η επιδότηση –πάνω και πέρα από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό –είναι πολύ μεγαλύτερη για τους υψηλοσυνταξιούχους από ό,τι για τους χαμηλοσυνταξιούχους, καθώς και για όσους συνταξιοδοτήθηκαν νωρίτερα, παρότι οι περικοπές των τελευταίων ετών εξίσωσαν σε κάποιον βαθμό την κατανομή της επιδότησης ανάμεσα στις διάφορες κατηγορίες συνταξιούχων.

2.
Η κραυγαλέα αναντιστοιχία μεταξύ εισφορών και παροχών στην επικουρική ασφάλιση συνεπάγεται ότι η επιδότηση των επικουρικών συντάξεων είναι πολύ υψηλότερη από ό,τι η επιδότηση των κύριων συντάξεων.
Οπως χαρακτηριστικά σημειώνουν, ο κλάδος επικουρικής ασφάλισης του ΙΚΑ εισπράττει εισφορές ίσες με το 6% των ασφαλίσιμων αποδοχών (εισφορά ασφαλισμένων 3% συν εισφορά εργοδοτών 3%), ενώ χορηγεί επικουρικές συντάξεις στο επίπεδο του 30% των συντάξιμων αποδοχών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό αναπλήρωσης σε άλλα Ταμεία φτάνει το 45%.

3.
Η προβολή των εκτιμήσεων από το ΙΚΑ σε άλλα Ταμεία δείχνει ότι η επιδότηση των συντάξεων είναι πολύ πιο γενναιόδωρη στο Δημόσιο και στα ταμεία ΔΕΚΟ, ενώ είναι επίσης πολύ εκτεταμένη στην περίπτωση των αυτοαπασχολουμένων, των ελευθέρων επαγγελματιών και των αγροτών.

Η ταυτότητα της έρευνας
Οι ηλικίες, τα χρόνια ασφάλισης και οι παροχές

Στην εργασία αναλύεται αντιπροσωπευτικό δείγμα 13,3% των συνταξιοδοτουμένων με κύρια σύνταξη γήρατος ΙΚΑ το 2008 (4.599 από 34.487 άτομα) και 15 τουλάχιστον χρόνια ασφάλισης. Το δείγμα περιέχει δεδομένα για το φύλο και την ηλικία των ασφαλισμένων, τα χρόνια ασφάλισης, την ασφαλιστική κλάση, τη νομική βάση συνταξιοδότησης, το εάν ανήκαν ή όχι στα λεγόμενα «βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα», καθώς και το ποσό της σύνταξης το 2008. Σύμφωνα με τα δεδομένα του δείγματος, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης (το 2008) ήταν 60,8 και 58,4 έτη, η μέση διάρκεια ασφάλισης ήταν 27,8 και 22,0 έτη, ενώ οι τελευταίες συντάξιμες αποδοχές (το 2007) ήταν €1.595 και €1.276 τον μήνα (για άνδρες και γυναίκες αντιστοίχως).

Το Διάγραμμα 1
δείχνει ότι η διά βίου αξία των συντάξεων που χορηγήθηκαν το 2008 στη μεγάλη πλειονότητα (συγκεκριμένα το 99,5%) όσων συνταξιοδοτήθηκαν λόγω γήρατος από το ΙΚΑ ήταν υψηλότερη από το ανταποδοτικό ποσό που αντιστοιχούσε στη συσσωρευμένη αξία των εισφορών που είχαν καταβληθεί. Η μέση αξία τής (υποδηλούμενης) επιδότησης –πάνω και πέρα από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό –εκτιμάται κατά μέσο όρο σε 48,8% των διά βίου παροχών σύνταξης, δηλ. €123.932 ανά συνταξιούχο (σε τιμές 2015).

Το Διάγραμμα 2
δείχνει ότι οι (σημαντικές) περικοπές της περιόδου 2010-2013 περιόρισαν κάπως την υπερανταποδοτικότητα των συντάξεων, αλλά το 98,5% όσων συνταξιοδοτήθηκαν λόγω γήρατος από το ΙΚΑ το 2008 λαμβάνει σύνταξη υψηλότερη από το ανταποδοτικό ποσό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ