Κατάθλιψη με πιάνει κάθε φορά που πηγαίνω στο Λονδίνο. Δεν φταίει ο καιρός που – αυτή ιδιαίτερα την εποχή – είναι καταθλιπτικός με μία μόνιμη γκριζάδα, θερμοκρασίες κοντά στο μηδέν κι αυτό το εκνευριστικό ψιλόβροχο.
Φταίει το ότι συγκρίνω το Λονδίνο με την Ελλάδα και βλέπω να γίνεται κάθε χρόνο πιο φιλικό και φιλόξενο για τον πολίτη και τον ταξιδιώτη,να προσελκύει ολοένα περισσότερους τουρίστες, επαγγελματίες και φοιτητές και να απότελεί το κέντρο χιλιάδων μικρών νεοφυών επιχειρήσεων.
Και δεν μιλάω για τα μεγάλα ζητήματα – το ασφαλιστικό, την ανεργία, την εγκληματικότητα, την παιδεία. Μιλάω για τα μικρά και αυτονόητα.
Το να φτάνεις σε ένα αεροδρόμιο από τα πιο πολυσύχναστα στον κόσμο με 2000 ανθρώπους να πέφτουν όλοι μαζί στις βαλίτσες και τα διαβατήρια και σε 20 λεπτά νάχεις ξεμπερδέψει,είναι προφανώς άθλος.Επιτυγχάνεται με την βοήθεια της τεχνολογίας – εδώ και μερικά χρόνια οι ταξιδιώτες δεν περνάνε από τον γκισέ με τον βλοσυρό τελωνειακό υπάλληλο αλλά επιδεικνύουν το διαβατήριό τους σε μία…ηλεκτρονική οθόνη που συγκρίνει την φωτογραφία με το πρόσωπο του ταξιδιώτη και σε δυο δευτερόλεπτα – αν όλα πάνε καλά – ανάβει το πράσινο φως για την είσοδο στη χώρα.
Το να μπορείς με μία πλαστική κάρτα την οποία «γεμίζεις» με κάποιο ποσό να ταξιδεύεις παντού με το μετρό ή το λεωφορείο χωρίς ουρές,εισιτήρια, αναζήτηση ψιλών κλπ είναι ασφαλώς μια μεγάλη ανάσα. Ένα προφανώς εύκολο επίτευγμα για μία σύγχρονη πόλη το οποίο δεν τόχουμε,όμως, καταφέρει ακόμη στην Ελλάδα.Η αλήθεια είναι ότι το ετοίμαζε ο Γρηγόρης Δημητριάδης του ΟΑΣΑ αλλά τον έδιωξε κακήν κακώς ο κ.Σπίρτζης.
Το να παραγγέλνεις τα ψώνια του σπιτιού απο το μαγαζάκι της γειτονιάς (όχι μόνο το τεράστιο σούπερ μάρκετ) μέσω του Ίντερνετ και για κάθε προϊόν που βάζεις στην παραγγελία ο υπολογιστής του μαγαζιού να σου προτείνει το φθηνότερο στοο είδος που έχει προς πώληση και σε 10 λεπτά έρχεται η παραγγελία σπίτι σου…
Το να βρίσκεις όλα τα μαγαζιά ανοικτά και την Κυριακή, να νοικιάζεις ποδήλατα στο δρόμο και να επισκέπτεσαι ένα μουσείο όπου οι εργαζόμενοι σε καθοδηγούν, απαντούν στις απορίες σου παραμένουν στη θέση τους έως το τέλος της βάρδιας τους χωρίς να έχουν λυμένη τη ζώνη τους για καβγά πίνοντας φραπόγαλο και καπνίζοντας…
Το να περιμένεις στην διάβαση και να φρενάρουν τα αυτοκίνητα για να περάσεις, το να επισκέπτεσαι ένα νοσοκομείο και να νιώθεις ότι κάτι σοβαρό γίνεται εκεί μέσα από την οργάνωση, την καθαριότητα, την συμπεριφορά των γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού είναι μερικά μόνο από τα πράγματα που σε θλίβουν αν είσαι Έλληνας.
Δεν σημαίνει ότι δεν έχει προβλήματα το Λονδίνο σαν κάθε μεγάλη πόλη. Και μεγάλη φτώχεια έχει,και εγκατάλειψη έχει και εγκληματικότητα έχει και κοινωνικά αποκομμένους ανθρώπους έχει και προκλητική ψαλίδα μεταξύ πλουσίων και φτωχών έχει. Όμως η πόλη προχωράει και βελτιώνεται συνεχώς.Και κάνει τον πολίτη να αισθάνεται ότι τον σέβονται και ότι προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο γι αυτόν.
Το Σάββατο το βράδυ γυρίζοντας στο σπίτι που με φιλοξενούσε είδα συνεργεία του δήμου να σκάβουν το πεζοδρόμιο για να επισκευάσουν έναν αγωγό ή να περάσουν κάποιο καλώδιο – καμία 10αριά εργάτες ντυμένοι στα πορτοκαλί, με κράνη με ενσωματωμένο φως και πλαστικά γυαλιά προστασίας δούλευαν μέσα στη νύχτα έχοντας στήσει μεταξύ άλλων μία προστατευμένη δίοδο για τους πεζούς (για να μην κατεβαίνουν στον δρόμο) και δυο τροχόσπιτα – το ένα με χημική τουαλέτα και το άλλο χώρο ξεκούρασης. Το πρωί που ξύπνησα είχαν φύγει – το πεζοδρόμιο είχε αποκατασταθεί και το έργο είχε παραδοθεί.
«Τα μικρά πράγματα έχουν μεγάλη σημασία» μου απάντησε συγκαταβατικά ο εγγλέζος φίλος που με φιλοξενούσε, όταν του μίλησα με θαυμασμό για το περιστατικό. Αφήστε τα μεγάλα. Δυστυχώς – βοηθούσης και της κυβέρνησης της αφασίας – ούτε τα μικρά δεν μπορούμε πλέον να φέρουμε σε πέρας.