Το Βήμα – The Project Syndicate
Πριν από πέντε χρόνια, όταν ξέσπασε η αποκαλούμενη «Αραβική Ανοιξη», η ώρα της Τουρκίας έμοιαζε να έχει φτάσει. Εχοντας ταπεινωθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση έπειτα από χρόνια ενταξιακών διαπραγματεύσεων – που συνοδεύτηκαν από πολλές ψεύτικες υποσχέσεις από την ΕΕ – ο τότε πρωθυπουργός και σήμερα πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε το τέλειο σχέδιο για να αποκαταστήσει την τιμή της χώρας του και να ενισχύσει την αξιοπιστία της: θα βοηθούσε να επανασχεδιαστεί μία Μέση Ανατολή που βρισκόταν σε αναταραχή. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ότι τα πράγματα δεν πήγαν όπως ακριβώς τα σχεδίαζαν. Η Τουρκία αδιαμφισβήτητα βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση για να κάνει τη διαφορά.
Με τη λειτουργική δημοκρατία της, την οικονομία της αγοράς που ανθούσε και την πλούσια πολιτιστική ιστορία της, η Τουρκία έμοιαζε να προσφέρει ένα θελκτικό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό μοντέλο για την περιοχή. Οπως η Ινδονησία, ήταν η ζωντανή απόδειξη ότι το Ισλάμ στην πραγματικότητα είναι συμβατό και με τη δημοκρατία και με τον εκσυγχρονισμό – μία παρατήρηση που ίσχυε και για τους διαδηλωτές στην πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου, για παράδειγμα. Ακόμη και τότε όμως υπήρχε λόγος για ανησυχία.
Υπονομεύοντας τη δημοκρατία
Ο Ερντογάν ήδη έδειχνε σημάδια ότι θα επιχειρούσε να συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια του υπονομεύοντας τη δημοκρατία της Τουρκίας και κατά συνέπεια τις περιφερειακές ηγετικές φιλοδοξίες της. Δυστυχώς, ακριβώς αυτό συνέβη. Ξεκίνησε όταν ο Ερντογάν επιχείρησε να κάνει επίδειξη της περιφερειακής επιρροής του. Επέμεινε για παράδειγμα ότι ο σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Ασαντ, με τον οποίο προηγουμένως η Τουρκία είχε φιλικές σχέσεις, έπρεπε να παραιτηθεί. Ηταν τόσο βέβαιος ότι το αίτημά του θα έβρισκε ανταπόκριση και ότι εκείνος θα γινόταν ένας απαραίτητος περιφερειακός ηγέτης, που απομακρύνθηκε από τη Δύση και σκλήρυνε τη στάση του προς το Ισραήλ.
Στην πραγματικότητα, η επιρροή του Ερντογάν αποδείχθηκε πολύ μικρότερη από όσο περίμενε. Και η αυξανόμενη αναταραχή στην περιοχή ξεσκέπασε τα βαθιά ριζωμένα προβλήματα της Τουρκίας, όπως ο κουρδικός εθνικισμός τον οποίο ο Ερντογάν είχε προσπαθήσει πολύ να αποδυναμώσει. Καθώς το δημοκρατικό όνειρο της Αραβικής Ανοιξης μετατρεπόταν πρώτα σε σύγχυση και έπειτα σε βία, το όνειρο του Ερντογάν διαλυόταν επίσης. Αλλά αντί να μάθει από αυτή την εμπειρία και να δημιουργήσει ένα νέο όραμα για τη χώρα του, ένας απογοητευμένος αν όχι απελπισμένος Ερντογάν προσπάθησε να εδραιώσει την εξουσία του ακόμη περισσότερο, έγινε πρόεδρος και παρουσιάζεται ως ο υπερασπιστής της αξιοπρέπειας των Τούρκων και της αίσθησης ότι αποτελούν μία μεγάλη δύναμη.
Η αυτοπεποίθηση που εκπυρσοκροτεί
Με τον πόλεμο στη Συρία να κλιμακώνεται ακάθεκτος δίπλα τους, ωστόσο, οι ισχυρισμοί του Ερντογάν δεν πείθουν. Η Τουρκία αντιμετωπίζει μία προσφυγική κρίση – που ξεπερνάει κατά πολύ αυτή που αντιμετωπίζει η Ευρώπη -, αύξηση των τρομοκρατικών επιθέσεων στο έδαφός της και ένταση στις σχέσεις της με τη Ρωσία. Είναι εμφανές ότι η προσέγγιση του Ερντογάν έχει επιδεινώσει μία ήδη άσχημη κατάσταση αλλά δεν δείχνει διατεθειμένος να αλλάξει πορεία παρότι με αυτόν τον τρόπο απομονώνει την Τουρκία από τους δυτικούς συμμάχους της. Πιστεύει ότι η Δύση τον χρειάζεται – τόσο για να ελέγξει τη νότια πλευρά του ΝΑΤΟ όσο και για να περιορίσει την εισροή των σύρων μεταναστών προς την Ευρώπη – περισσότερο από όσο χρειάζεται αυτός τη Δύση. Ομως αυτή δεν θα ήταν η πρώτη φορά που η αυτοπεποίθηση του Ερντογάν θα εκπυρσοκροτούσε.
Η πραγματικότητα είναι ότι εξαιτίας της αδίστακτης επιθυμίας του Ερντογάν να ενισχύσει την προεδρία, η Τουρκία χάνει τη διπλωματική της επιρροή και καθίσταται όλο και πιο ευάλωτη στην τρομοκρατία. Θα ήταν πρώιμο να ξεγράφαμε τον Ερντογάν, ο οποίος έχει αποδείξει περισσότερα από την πολιτική του αντοχή. Στο κάτω-κάτω, μία εύθραυστη Τουρκία σημαίνει και μία πιο εύθραυστη Ευρώπη – και μία ακόμη πιο εύθραυστη Μέση Ανατολή, η οποία απελπισμένα χρειάζεται κάποιους πυλώνες σταθερότητας.
Ο κ.Dominic Moisi είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και συγγραφέας.
HeliosPlus