Τάσος Μπουλμέτης: «Το ’70 γράφτηκε το σενάριο που πληρώνουμε σήμερα»

Χρειάστηκε να περάσουν παραπάνω από 12 χρόνια ώστε ο σκηνοθέτης Τάσος Μπουλμέτης να παρουσιάσει μια νέα ταινία μετά την «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα», την κορωνίδα των επιτυχημένων ελληνικών ταινιών·

Χρειάστηκε να περάσουν παραπάνω από 12 χρόνια ώστε ο σκηνοθέτης Τάσος Μπουλμέτης να παρουσιάσει μια νέα ταινία μετά την «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα», την κορωνίδα των επιτυχημένων ελληνικών ταινιών· αν όχι εν γένει, σίγουρα της πρόσφατης Ιστορίας. Η λέξη «επιστροφή» χρησιμοποιείται συχνά στους καλλιτέχνες, όμως σε ό,τι αφορά τον δημιουργό του ο «Νοτιάς» είναι ο ορισμός αυτής της έννοιας. Ισως να ήταν και ένας τρόπος ώστε ο Μπουλμέτης να ξεφύγει κάπως από τη γλυκιά, αν και βαριά σκιά αυτής της τεράστιας επιτυχίας του.
Ωστόσο για τον ίδιο τον Μπουλμέτη ο «Νοτιάς», που παίζεται από την περασμένη Πέμπτη στις αίθουσες, είναι κάτι σαν «συνέχεια» της «Κουζίνας», όχι βεβαίως θεματολογικά αλλά υφολογικά. Οπως και η «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα», έχει τις ρίζες του στο παρελθόν. Είναι το αποτέλεσμα ενός ταξιδιού στη γλυκιά μνήμη, όπου σε πρώτο επίπεδο παρακολουθούμε την ενηλικίωση ενός πιτσιρικά (Φοίβος Ταραμπίκος) στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. «Παράλληλα όμως παρακολουθούμε τον τρόπο με τον οποίο δρα ενώ μεγαλώνει (σ.σ.: και αποκτά σιγά-σιγά το πρόσωπο του Γιάννη Νιάρου). Αλλά και το πώς αντιδρά απέναντι στο πολιτικό περιβάλλον της εποχής του». Το πολιτικό περιβάλλον στο οποίο αναφέρεται ο Τάσος Μπουλμέτης είναι τα χρόνια της Μεταπολίτευσης, όταν ο νεαρός ως φοιτητής του Πολυτεχνείου αρχίζει σιγά-σιγά να γοητεύεται από τον κόσμο του κινηματογράφου. Σε αυτό τον βοηθά η εμπειρία του στο φωτογραφείο ενός φίλου των γονιών του (αντιστοίχως οι Θέμης Πάνου και Μαρία Καλλιμάνη, Ταξιάρχης Χάνος). Η σχέση του ήρωα με τον μεσήλικο φωτογράφο είναι κατά κάποιον τρόπο η ραχοκοκαλιά της ιστορίας, η οποία διανθίζεται παράλληλα από άκαρπους έρωτες και φοιτητικές αψιμαχίες την ώρα που η εποχή του ΠαΣοΚ και της μεγάλης αλλαγής διαγράφεται στον ορίζοντα (χαρακτηριστικό είναι και το πέρασμα της Ζωζώς Σαπουντζάκη που στην ταινία υποδύεται μια καφετζού, το μόνο άτομο που καταλαβαίνει στ’ αλήθεια τον ήρωα).
Σαρκαστική νοσταλγία


Η βασική ιδέα της ταινίας ξεκίνησε πολύ παλιά. Από την εποχή περίπου της ολοκλήρωσης της «ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ κουζίνας». Ωστόσο καθυστέρησε πολλά χρόνια ώσπου να συμπυκνωθεί σε ένα ολοκληρωμένο έργο, αυτό που βλέπουμε σήμερα. Μεσολάβησαν πολλά «σχέδια σεναρίου» τα οποία άφηναν ανικανοποίητο τον δημιουργό τους. Οταν όμως το βιωματικό στοιχείο μπήκε στη μέση, η ιδέα «άρχισε να αποκτά σάρκα και οστά», όπως λέει ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης του «Νοτιά». «Γιατί παρά την «πιασάρικη» αρχική ιδέα, όσο και αν την επεξεργαζόμουν, η ιστορία δεν μου «έβγαινε»». Αυτό που εν τέλει άνθησε με το προσωπικό στοιχείο του Μπουλμέτη «δεν είναι απαραιτήτως αυτοβιογραφικό, είναι όμως βιωματικό».
Σε ποιο είδος μπορεί να ενταχθεί ο «Νοτιάς»; Ο σκηνοθέτης χαμογελά όταν αναφέρεται στο «περίεργο είδος» της «σαρκαστικής νοσταλγίας». Το κωμικό στοιχείο σαφώς και υπάρχει, όμως «ο θεατής θα διακρίνει και κάποια σημάδια επικαιρότητας σε σχέση με το τώρα». Για τον Τάσο Μπουλμέτη εξάλλου «η δεκαετία του ’70 είναι η πιο σημαντική δεκαετία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για την Ελλάδα. Σε αυτή τη δεκαετία γράφτηκε το σενάριο της ευμάρειας, του οποίου το αποτέλεσμα πληρώνουμε σήμερα με τον τρόπο που όλοι γνωρίζουμε».
Ηταν εύκολο για τον πρωταγωνιστή της ταινίας Γιάννη Νιάρο να εγκλιματιστεί σε μια εποχή για την οποία γνώριζε στοιχεία μόνο από αφηγήσεις συγγενών; «Βάζοντας το τακούνι και το παντελόνι καμπάνα της εποχής αλλάζει το περπάτημά μου ή κοιτάζοντας τους ανθρώπους με κομμώσεις που σήμερα θα ήταν μέχρι και αστείες μπαίνω σε ένα κλίμα» είπε ο Νιάρος που όμως παραδέχθηκε ότι το 50% των δυσκολιών του εξαλείφθηκε χάρη στους καλούς συνεργάτες, στο ενδυματολογικό και στο μακιγιάζ. Γιατί, φυσικά, τα βασικά προβλήματα ενός εφήβου της δεκαετίας του ’70 δεν διαφέρουν και τόσο από εκείνα ενός εφήβου της δεκαετίας του 2010. «Ο χαρακτήρας μου βιώνει τα ίδια πράγματα που βίωσα κι εγώ δύο χρόνια πριν, στα 18-19 μου. Προσπαθεί να δει τι ρόλο θα παίζει στην κοινωνία, προσπαθεί να βρει τι θα είναι αυτό που θα κάνει την υπόλοιπη ζωή του, με ποιους να πάει, να δημιουργήσει μόνος του μια ιστορία, να μην πάρει την πεπατημένη. Είναι ζητήματα που κι εμένα με αφορούν, οπότε είναι μια αναγωγή».
Αξιοζήλευτη παραγωγή


Η τεχνική αρτιότητα του «Νοτιά» είναι για μία ακόμη φορά σε ταινία του Μπουλμέτη υποδειγματική. Ο ίδιος το αποδίδει στην προσεκτική επιλογή των συνεργατών του. Ο διευθυντής φωτογραφίας Σίμος Σαρκετζής (ο οποίος έχει διευθύνει τη φωτογραφία αρκετών ταινιών του Παντελή Βούλγαρη) είναι παλιός συνεργάτης του Μπουλμέτη από τη διαφήμιση. Η εμπειρία της Εύας Νάθενα σε ό,τι αφορά τα κοστούμια είναι ολοφάνερη εδώ, λόγος για τον οποίο ο Μπουλμέτης την αποκαλεί «απίστευτη». Η αναπαλαίωση της Στοάς «Μικρού Χόλιγουντ» (Μέγαρον Εβδομης Τέχνης) στην πλατεία Κάνιγγος ήταν αποτέλεσμα έμπνευσης του σκηνογράφου Σπύρου Λάσκαρη.
Μουσική τριών δεκαετιών


Η μουσικός της ταινίας Ευανθία Ρεμπούτσικα δεν χρειάζεται συστάσεις. Η συμβολή της στην «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα» υπήρξε καίρια για την επιτυχία της ταινίας. Μια νέα συνεργασία με τον φίλο της Τάσο Μπουλμέτη ήταν σχεδόν δεδομένη. Ωστόσο για τη μουσικό ο «Νοτιάς» ήταν ιδιαίτερα απαιτητική ταινία γιατί είχε να διαχειριστεί μουσικά τρεις δεκαετίες. «Οταν διαβάζω ένα σενάριο» λέει η Ρεμπούτσικα «νιώθω ότι θα μπορούσα να έχω κι εγώ έναν ρόλο μέσα στην ταινία, γίνομαι αμέσως κομμάτι της ιστορίας. Ετσι αρχίζω να αντλώ πράγματα και ξεκινάει ένα μουσικό τραγούδισμα μέσα στο κεφάλι μου που μετά γίνεται νότες». Εμπνευση η Ρεμπούτσικα μπορεί να πάρει από την ίδια την ταινία αλλά και από βιώματά της. Για παράδειγμα, μια σκηνή στον «Νοτιά» διαδραματίζεται στον κινηματογράφο Ρεξ, όπου η Ρεμπούτσικα μεγάλωσε. «Aυτό έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στη σύνθεση. Πολλές σκηνές του «Νοτιά» είναι σαν να τις έχω ζήσει, όπως ας πούμε οι σκηνές της Μεταπολίτευσης, είναι κάτι που έχω ζήσει στην εφηβεία μου». Μάλιστα στον «Νοτιά» ακούγονται δύο τραγούδια της με στίχους του ίδιου του Μπουλμέτη: ένα λαϊκό που τραγουδά ο Γιώργος Μαργαρίτης και ένα ρεμπέτικο που ερμηνεύει η Ανατολή Μαργιόλα.
Οσο για τον τίτλο, είναι τελικά διφορούμενος. «Νοτιάς» είναι καιρικό φαινόμενο, είναι όμως και η λέξη που προσδιορίζει τον Νότο, το κάτω-κάτω άκρο. Ο σκηνοθέτης δεν κρύβει την αγάπη του και για τα δύο. Του αρέσει η μελαγχολία του Νοτιά όπως του αρέσουν και τα νότια σημεία χωρών της υφηλίου.

πότε & πού:

Ο «Νοτιάς» προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 14 Ιανουαρίου σε διανομή Feelgood Entertainment.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.