Αλλη μία ημέρα αιματηρών εχθροπραξιών για λίγα μέτρα γης ξημέρωνε στο τελματωμένο μέτωπο στην περιοχή του ποταμού Σομ στη Βόρεια Γαλλία. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1916 ξεκινούσε η μάχη στα χωριά Φλερ – Κουρσελέτ. Από τα χαρακώματά τους οι γερμανοί στρατιώτες αντίκρισαν μια μηχανή που έμελλε να αλλάξει τον πόλεμο. Σαράντα εννέα σιδερένια ερπυστριοφόρα βρυχώνταν και μοίραζαν σφαίρες δεξιά και αριστερά κινούμενα προς το μέρος τους με στόχο να προκαλέσουν ρήγμα στην περίφημη γραμμή Χίντενμπουργκ.
Ο πόλεμος, για άλλη μία φορά, είχε γεννήσει νέα όπλα με αποστολή την ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή σε ζωές και οχυρώσεις. Τι και αν ο Α’ Παγκόσμιος έφερε επανάσταση στον αέρα (αεροσκάφη ενεπλάκησαν σταδιακά σε πολεμικές επιχειρήσεις) και στο έδαφος (χημικά αέρια), αλλά και στην Ιατρική (ακτινολογικοί θάλαμοι); Το τανκς ξεπήδησε από τα σχέδια των πολεμικών επιτελείων σε Βρετανία και Γαλλία για το πώς θα απεγκλωβιστούν από ένα σχεδόν ακινητοποιημένο μέτωπο με χιλιόμετρα χαρακωμάτων και άλλαζε το δόγμα μάχης από στάση σε κίνηση και ευελιξία.
Το… άπλωμα του πολέμου


Ο θορυβώδης σχηματισμός των 49 αυτοκινούμενων αρμάτων μάχης που ξεπρόβαλε μέσα από τους καπνούς των συνεχών κανονιοβολισμών εκείνη την Παρασκευή άνοιξε την εποχή των μηχανοκίνητων πολεμικών συρράξεων. Ζύγιζαν τόνους, ήταν βραδυκίνητα και στενόχωρα για το πλήρωμά τους. Προκαλούσαν ωστόσο φόβο όσο διασπούσαν τις αντίπαλες οχυρώσεις και περνούσαν από τα χαρακώματα –ο στρατηγός Χέιγκ σημείωσε ότι τα χρησιμοποίησε περισσότερο ως ψυχολογικό όπλο για να τρομοκρατήσει τους εχθρούς και να εμψυχώσει τους βρετανούς στρατιώτες. Εσπειραν και προβληματισμό για τους σιδερένιους «τραυματίες» από μηχανική βλάβη ή από βολές πυροβολικού, καθώς η θωράκισή τους ήταν λεπτή.
Παρά ταύτα, η σχετική επιτυχία των «Γουίλι» ή «λεωφορείων», όπως τα αποκαλούσαν στο μέτωπο, έδωσε το πράσινο φως για συνεχή παραγωγή τους στα βρετανικά και γαλλικά εργοστάσια –οι Γάλλοι σχεδίαζαν παράλληλα το ίδιο διάστημα το δικό τους άρμα μάχης. Οι Γερμανοί άργησαν, παράγοντας περιορισμένο αριθμό τους το 1918, ενώ χρησιμοποίησαν όσα βρετανικά και γαλλικά έπεσαν στα χέρια τους.
Τι και αν άλλαξαν σχέδιο, σχήμα, έγιναν βαρύτερα, ελαφρότερα, με μεγαλύτερη ταχύτητα και πιο ευέλικτα, εμφύσησαν στις πολεμικές συρράξεις την κίνηση και την υπεροχή που εξασφάλιζε κάποτε το ιππικό. Οι ερπύστριες του πολέμου πήραν μπροστά για ακόμη πιο φρικτά και πολύνεκρα επεισόδια στη μακρά ιστορία του. Με τις μηχανές εξασφάλιζαν μεγαλύτερη αυτονομία κινήσεων και δράσης, δεν τα σταματούσαν αναχώματα και ανώμαλα εδάφη, έφεραν όπλα κάθε είδους, από πυροβόλα, πολυβόλα, κανόνια, φλογοβόλα.
Οσο και αν οι αντιπαραθέσεις για το δόγμα του πολέμου και τον ρόλο των αρμάτων μάχης έδιναν και έπαιρναν κατά τον Μεσοπόλεμο, τα τανκς «επέβαλαν» την ισχύ τους στον Β’ Παγκόσμιο, όπου αναδείχθηκαν σε πρωταγωνιστές. Μπορεί η ισχύς τους, η κλάση τους να άλλαζε από ελαφρύ σε μεσαίο και βαρύ άρμα, αλλά ήταν τόσο απαραίτητα και μετά τον πόλεμο που οι γραμμές παραγωγής ακόμη είναι γεμάτες ενώ οι «πιέσεις» και οι προτιμήσεις για αγορά τους φτάνουν ως και κατηγορίες για «μίζες».
Το μέλλον των πολέμων βρίσκεται πλέον στους αιθέρες και στην αυτοματοποίηση, στο εξ αποστάσεως πλήγμα και στα ρομποτικά αεροσκάφη, αλλά κάθε στρατός που σέβεται τον «επιθετικό» εαυτό του διαθέτει ταξιαρχίες ολόκληρες σε πεδιάδες, ερήμους και στέπες. Είναι εμβληματική η παρουσία τους σε στρατιωτικά κινήματα, υποδηλώνοντας την πυγμή των όπλων έναντι των λόγων της δημοκρατίας, σε κεντρικές λεωφόρους και πλατείες, από προεδρικά μέγαρα και παλάτια ή από εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το άρμα μάχης δύσκολα πεθαίνει…

Από τα καρτούν στις δεξαμενές

Η ιδέα ενός δυναμικού «άτρωτου» κινούμενου όπλου ήταν επί αιώνες στο μυαλό «εφευρετικών» στρατιωτικών και μη. Τέλη του 1903 δημοσιεύθηκε σε βρετανικό περιοδικό μια ιστορία υπό τον τίτλο «Τα χερσαία τεθωρακισμένα» περιγράφοντας ουσιαστικά σε αδρές γραμμές το τανκς. Τα σχέδια για έναν τέτοιον τύπο άρματος άρχισαν πάντως να γίνονται πράξη λίγα χρόνια αργότερα με βάση το τρακτέρ. Πειράματα έγιναν πολλά σε Βρετανία και Γαλλία, όπως πολλές ήταν και οι αποτυχίες, ώσπου το βρετανικό Ναυαρχείο, με πρώτο λόρδο τον Γουίνστον Τσόρτσιλ, υιοθέτησε το 1914 μια ιδέα για ένα «χερσαίο θωρηκτό».
Το πρόγραμμα αυτό περιεβλήθη από απόλυτη μυστικότητα και για παραπλάνηση του δόθηκε η κωδική ονομασία «τανκς», δεξαμενές δηλαδή, για επιχειρήσεις στη Μεσοποταμία. Στο πρωτότυπο δόθηκε η ονομασία «Μικρός Γουίλι», αλλά εξελίχθηκε και ο «Μεγάλος», που ονομάστηκε «Μητέρα», από το οποίο προέκυψε η μαζική παραγωγή του βρετανικού Mark I, που πήρε το βάπτισμα του πυρός το 1916. Τους πρώτους μήνες της ίδιας χρονιάς ο γάλλος στρατηγός Ζοφρ είχε διατάξει την παραγγελία 400 αρμάτων μάχης, τα οποία καθυστέρησαν λόγω προβλημάτων στη γραμμή παραγωγής και τα CA1 δεν μπήκαν πρώτα στη μάχη…
Και τα πρόσωπα που ενεπλάκησαν σε αυτή τη μηχανή του πολέμου δεν είναι τυχαία: γοητευμένοι, ο Αμερικανός Τζορτζ Πάτον και ο Γάλλος Σαρλ ντε Γκωλ είχαν αφήσει τα σώματα ιππικού και πεζικού και προσπαθούσαν να πείσουν τα επιτελεία τους για την αξία του νέου όπλου, ενώ ο Γερμανός Χάιντς Γκουντέριαν είχε την ιδέα να τοποθετήσει ασύρματο σε κάθε τανκς, καθώς έχοντας υπηρετήσει στις διαβιβάσεις είχε κατανοήσει τον κομβικό ρόλο των επικοινωνιών.
Το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έγινε τόσο ξαφνικά όσο και η τακτική του blitzkrieg, του αστραπιαίου πολέμου, με πριμαντόνες τα άρματα μάχης στις μηχανοκίνητες μεραρχίες του Γκουντέριαν. Και η «αλεπού της ερήμου», ο Ερβιν Ρόμελ, ζόρισε τους Συμμάχους στην Αφρική, ενώ ο Πάτον έφερε τον «αέρα» του καινούργιου όπλου στην άλλη πλευρά. Τα τανκς είχαν κερδίσει τον ρόλο των μηχανών του πολέμου και το θέατρο της μεγαλύτερης σύγκρουσής τους στην ιστορία καταγράφηκε στο έδαφος της τότε ΕΣΣΔ, το καλοκαίρι του 1943, κοντά στην πόλη Κουρσκ, όπου ενεπλάκησαν σε πολυήμερη μάχη 6.300 άρματα μάχης.
Η ΑΡΧΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ
  • Επειδή αναπτύχθηκε από το βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό, έχει υιοθετήσει ναυτική ορολογία (πλήρωμα, σκάφος, θυρίδα), ενώ στους σχηματισμούς του ορολογία του ιππικού (ίλη, επιλαρχία).
  • Τον Ιούλιο του 1915 άρχισε ο σχεδιασμός του «Μικρού Γουίλι», του πρωτοτύπου για το Mark I που εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μάχη.
  • Το Mark I ζύγιζε 28 τόνους, είχε μήκος 10 μέτρα, πλήρωμα 8 ανδρών, μέγιστη ταχύτητα 6 χλμ. και έφερε οπλισμό 2 πυροβόλων 60 χλστ. και 1 πολυβόλου 7,76 χλστ.
  • Χαρακτηρίζονται από βάρος, ταχύτητα και ακτίνα δράσης. Η θωράκιση επηρεάζει το βάρος, συνεπώς και την ταχύτητα, ενώ τα όπλα που φέρουν καθορίζουν την ισχύ πυρός. Αρχικά υπήρχαν τύποι ελαφρού, μεσαίου και βαρέος άρματος και εξελίχθηκαν με βάση τον ιδανικό συνδυασμό τους.
  • Η πρώτη σημαντική μάχη με τανκς σημειώθηκε έναν χρόνο μετά την εμφάνισή τους, στις 20 Νοεμβρίου 1917, στο Καμπρέ και η πρώτη εμπλοκή μεταξύ τους καταγράφεται την άνοιξη του 1918 στο Βιγέρ – Μπρετονέ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ