Ο Ομπάμα, ο οίκος των Σαούντ, οι Τούρκοι, οι Πέρσες και ο Τσίπρας

Σχεδόν πριν από ένα χρόνο και συγκεκριμένα στις 27 Ιανουαρίου του 2015 ο αμερικανός πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα επισκεπτόταν το Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, συντομεύοντας το ταξίδι του στην Ινδία.

Σχεδόν πριν από ένα χρόνο και συγκεκριμένα στις 27 Ιανουαρίου του 2015 ο αμερικανός πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα επισκεπτόταν το Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, συντομεύοντας το ταξίδι του στην Ινδία.

Στο αεροδρόμιο τον υποδέχθηκε με μεγάλες τιμές ο Βασιλιάς της χώρας Σαλμάν μπεν Αμπντέλ Αζίζ, συνοδευόμενος από τους ισχυρότερους παράγοντες του σουνιτικού βασιλείου.
Σε εκείνη την επίσκεψη ο αμερικανός πρόεδρος προσπάθησε να μεταδώσει στους Σαουδάραβες συνομιλητές του ότι οφείλουν να αποκηρύξουν την ισλαμική τρομοκρατία και να πάψουν να προσφέρουν βοήθεια σε σουνιτικά τρομοκρατικά δίκτυα της Μέσης Ανατολής και της ευρύτερης ασιατικής ζώνης,
Ο πρόεδρος Ομπάμα ουσιαστικά ζήτησε από την ηγεσία μιας χώρας που συμμετέχει ενεργά στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα και απολαμβάνει πλήθος ωφελημάτων απ’ αυτή να δράσει αναλόγως και να στηρίξει τις προσπάθειες ειρήνευσης, αντί να τροφοδοτεί την ανασφάλεια στον κόσμο.
Σύμφωνα μάλιστα με τα διεθνή πρακτορεία ο αμερικανός πρόεδρος πέραν των άλλων θέλησε να εξασφαλίσει και την ανοχή του οίκου των Σαούντ στην προετοιμαζόμενη τότε επανένταξη του Ιράν στο διεθνές οικονομικό σύστημα.
Στις επίσημες ανακοινώσεις που ακολούθησαν των συναντήσεων του Ριάντ κατεγράφη η διαφωνία της σαουδαραβικής ηγεσίας στα ζητήματα καταπολέμησης της τρομοκρατίας που έθεσε ο αμερικανός πρόεδρος.
Έκτοτε τα πράγματα πήραν ένα δρόμο τους. Το Ισλαμικό κράτος ενισχύθηκε ποικιλοτρόπως, συνεχίζοντας και επεκτείνοντας σχεδόν ανεμπόδιστο τη δράση του.
Έφθασαν μάλιστα οι τζιχαντιστές του Ιράκ και της Συρίας πέραν των φρικαλεοτήτων στο έδαφός τους να μεταφέρουν τον πόλεμο στην Ευρώπη και αλλού, προκαλώντας κατά τρόπο πρωτοφανή τη διεθνή κοινότητα.
Εν τω μεταξύ επήλθε η συμφωνία της διεθνούς κοινότητας με το Ιράν για τον έλεγχο των πυρηνικών της Τεχεράνης με αντάλλαγμα τη άρση του εμπάργκο και ακολούθησε η εμπλοκή της Ρωσίας στη συριακή κρίση.
Αυτή την ώρα αμερικανοί, γάλλοι, βρετανοί, ιρακινοί και ιρανοί σφυροκοπούν τους τζιχαντιστές, ενώ οι Ρώσοι επεκτείνουν τη δράση τους εναντίον του Συριακού Επαναστατικού Στρατού της συριακής αντιπολίτευσης, σε μια προσπάθεια να ασφαλίσουν στην παρούσα φάση το καθεστώς Ασαντ.
Κοινή είναι η πεποίθηση ότι η διεθνής κοινότητα επιχειρεί με δυναμικό τρόπο στην περιοχή σε μια προσπάθεια ελέγχου των δυνατοτήτων του Ισλαμικού κράτους και με σκοπό να αποκόψουν την ηγεσία του από τις όποιες γέφυρες βοήθειας διατηρούσε με φιλικές προς αυτό χώρες.
Το χτύπημα των αυτοκινητοπομπών μεταφοράς πετρελαίου προς την Τουρκία και αλλού είναι ενδεικτικό των διαθέσεων της διεθνούς πολεμικής δράσης κατά του καθεστώτος της Ράκα. Και σαφές μήνυμα βεβαίως προς τις χώρες που δείχνουν ανοχή απέναντί τους.
Η κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού από τουρκικά μαχητικά στα σύνορα Συρίας – Τουρκίας περιέπλεξε τα πράγματα.
Η κατάσταση έγινε ακόμη πιο σύνθετη μετά την εκτέλεση πριν από λίγες ημέρες του σιίτη κληρικού Νιμρ αλ – Νιμρ από το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας. Ο σεΐχης Νίμρ εκπροσωπούσε κοινότητα 2 εκατ. σιιτών στη Σαουδική Αραβία και ήταν αγαπητός στο Ιράν.
Γι’ αυτό το λόγο και ήταν τόσο έντονες οι αντιδράσεις στο Ιράν όπου εξαγριωμένοι πολίτες επιτέθηκαν με σφοδρότητα στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Τεχεράνη, με αποτέλεσμα να επικρατήσει ένταση μεταξύ των δύο χωρών και να οδηγηθούν σε διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ τους.
Η αίσθηση που υπήρχε στη διεθνή κοινότητα ήταν ότι η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία υποστηρίζουν έμμεσα ή άμεσα τους τζιχαντιστές και πως και οι δύο χώρες επιδίωκαν για δικούς της λόγους η καθεμία την επικράτηση του Ισλαμικού κράτους στην περιοχή.
Οι εξελίξεις ωστόσο, το ανεξέλεγκτο προσφυγικό κύμα και ιδιαιτέρως οι επιθέσεις στην Ευρώπη, τους πρόδωσαν.
Η αντίδραση της Δύσης και της Ρωσίας ήταν έντονη,αποφασιστική και μη αναμενόμενη. Σε σημείο που η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία επέλεξαν την ένταση προκειμένου να διαφύγουν.Με την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους η μια και με την εκτέλεση του σεΐχη η άλλη.
Ωστόσο δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι οι κινήσεις αυτές είναι σπαράγματα μιας αποτυχημένης πολιτικής,τόσο από την πλευρά της Τουρκίας, όσο και από την πλευρά της Σαουδικής Αραβίας.
Αμερικανοί, Ρώσοι και ευρωπαίοι έχουν επιλέξει συμμάχους πια, θέλουν να σβήσουν το ισλαμικό κράτος και τα τρομοκρατικά δίκτυα που απειλούν το αγαθό της ασφάλειας στον πλανήτη, επιδιώκουν άλλη τάξη πραγμάτων στην περιοχή, ικανή να στηρίξει τα σχέδια ανάπτυξης του εμπορίου και αναγέννησης της παγκοσμιοποίησης σε μια πλούσια ζώνη με τεράστια αποθέματα ανεκπλήρωτης ζήτησης.
Υπό αυτή την έννοια τα γεγονότα αναμένονται καταιγιστικά στην περιοχή και χαμένοι θα είναι οι Τούρκοι και οι Σαουδάραβες, αν δεν συμφιλιωθούν με την ιδέα ενός κόσμου ασφαλισμένου από την τρομοκρατία.
Εν όψει λοιπόν των επερχόμενων μεταβολών στην ευρύτερη ζώνη η Ελλάδα επιβάλλεται να επιλύσει τις οικονομικές της εκκρεμότητες, να τακτοποιήσει τις σχέσεις της με δανειστές και εταίρους, να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει,ώστε να κερδίσει το ταχύτερο τη ρύθμιση των χρεών της και να επανέλθει το ταχύτερο στο διεθνές οικονομικό σύστημα.
Αν, όπως όλα δείχνουν,επιταχυνθούν οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, η Ελλάδα θα έχει μοναδική ευκαιρία να εκμεταλλευθεί τη γεωπολιτική της θέση και να αποκομίσει σημαντικά οφέλη από ενδεχόμενη αναδιαμόρφωση συνολικά του μουσουλμανικού τόξου της Βορείου Αφρικής και της Μέσης Ανατολής.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η Ελλάδα στο βαθμό που σημειωθούν οι προαναφερόμενες αλλαγές μπορεί να έχει μοναδική ευκαιρία ανάκαμψης και προόδου
Μόνο που κάτι τέτοιο απαιτεί ταχύτητα αντιδράσεων, εμμονή στην σταθεροποίηση της χώρας και ανοιχτό πνεύμα στο πεδίο των ευκαιριών.
Η αριστερή κυβέρνησή μας δυστυχώς διακρίνεται για την βραχυπροθεσμοπάθεια και την βραδυπορία της. Προτιμά να επιδίδεται σε πολλές μικρές τακτικές μάχες, ορίζεται από την προσπάθειά της να ελέγξει το πολιτικό κόστος, αποδίδει μεγάλη σημασία στην επικοινωνία, κατασκευάζει συνεχώς εχθρούς, διώχνει και χωρίζει αντί να ενώνει και το κυριότερο δεν διαθέτει κουλτούρα ανάπτυξης και δημιουργίας,η οποία θα της επέτρεπε να σχεδιάσει και να δράσει ολοκληρωμένα. Αντί αυτού παλεύει με τα δέντρα, καθίσταται αναποτελεσματική, χάνοντας εντέλει το δάσος.
Η Ελλάδα χωρίς την πολιτική περιπέτεια του 2015 θα μπορούσε να τρέχει με ρυθμούς ανάπτυξης 5% με 7% τα επόμενα χρόνια.Με τις μάχες χαρακωμάτων παραμένει ακόμη σε ύφεση, χάνει δυνάμεις και δυνατότητες και το κυριότερο μένει στο περιθώριο σε χρόνους μεγάλων αλλαγών στην ευρύτερη περιοχή.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.