«Σήμερα είχαν προπόνηση τα παιδιά», «αύριο παίζουν μπάλλα εκεί πέρα και οι οπαδοί μπορεί να έλθουν και δίπλα», «αναβλήθηκε το πρωί το ματς και θα ξεκινήσει στις 2 η ώρα και θα έχει και πολλούς οπαδούς» ….
Δεν είναι αποσπάσματα από κάποιο αθλητικό ρεπορτάζ αλλά οι «συνθηματικές αναφορές» με τις οποίες ένας 37χρονος αστυνομικός που υπηρετεί στα δυτικά προάστια της Αθήνας, ειδοποιούσε για τις κινήσεις άλλων υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ, μεγάλο κύκλωμα διακίνησης ναρκωτικών που αποκαλύφθηκε προ δέκα ημερών από την Ασφάλεια Αττικής. Ο εν λόγω αστυνομικός φέρεται σε 25 διαφορετικές περιπτώσεις, τους τελευταίους μήνες, να είχε ενημερώσει τα μέλη του κυκλώματος για τις επικείμενες κινήσεις των συναδέλφων του ενώ προχωρούσε και σε άλλες παράνομες ενέργειες. Σύμφωνα με την δικογραφία που παρουσιάζει «Το Βήμα», άμεσος δέκτης αυτής της ενημέρωσης από ένστολους, ήταν ένας 25χρονος ιδιώτης από την περιοχή του Ζεφυρίου με το ψευδώνυμο «Ρέντας». Ψευδώνυμο που το είχε ίσως αποκτήσει γιατί δεν συλλαμβανόταν ποτέ ή δεν είχε άλλες ποινικές εμπλοκές. Κάτι που δεν οφειλόταν προφανώς σε σύμπτωση ή τύχη -όπως πίστευαν πολλοί φίλοι του- αλλά στην «πριβέ» ενημέρωσή του από αστυνομικούς.
Την ίδια ώρα από την δικογραφία της υπόθεσης αποκαλύπτει μία νέα πτυχή του «παιγνιδιού των πληροφοριοδοτών» εντός της ΕΛ.ΑΣ και της περίεργης «σύγχυσης» που επικρατεί. Καθότι λίγες ώρες μετά την σύλληψη του αστυνομικού από τα δυτικά προάστια, που φερόταν σαν πληροφοριοδότης των εμπόρων ναρκωτικών, έσπευσαν να τον υπερασπισθεί ο προισταμενος του στην τοπική αστυνομία υπηρεσία. Ο εν λόγω αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ ανέφερε ότι ο συνάδελφός του «δεν παρανομούσε» αλλά «εκτελούσε μυστική αποστολή» και «είχε σαν πληροφοριοδότη τον …ιδιώτη που ενημέρωνε». Φαυλος κύκλος εντός ΕΛ.ΑΣ …
Η υπόθεση αυτή αποκαλύφθηκε στις 19 Δεκεμβρίου μετά από πολύμηνη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ναρκωτικών της Ασφάλειας Αττικής. Είχαν συλληφθεί σε διάφορες περιοχές της Αττικής (Ζεφύρι, Άνω Λιόσια, Σαλαμίνα, Παγκράτι, Κολωνός, Ν. Κόσμος και Βούλα) καθώς και στα Χανιά της Κρήτης, μέλη της οργάνωσης, ηλικίας από 20 έως 45 ετών, μεταξύ των οποίων και τα αρχηγικά. Από τους συλληφθέντες δέκα ήταν Ελληνες (μεταξύ αυτών μία γυναίκα και ένας αστυνομικός) εννέα Αλβανοί και ένας Σύριος. Ορισμένοι από τους εμπλεκόμενους είχαν τα ψευδώνυμα «ούφο», «άρχοντας» αλλά και …. «τζερεμές»
Σύμφωνα με αυτούς,σχηματίσθηκε ποινική δικογραφία, κακουργηματικού χαρακτήρα, σε βάρος συνολικά 43 ατόμων, έξι εκ των οποίων είναι κρατούμενοι σε διάφορες φυλακές της χώρας. Το κύκλωμα προχωρούσε σε διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ηρωίνης και κοκαΐνης από Τουρκία, Αλβανία και Ολλανδία, τις οποίες προωθούσαν σε διάφορες «πιάτσες» της Αττικής, σε φυλακές της χώρας ενώ ποσότητες ναρκωτικών προωθούνταν και σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Μεγάλο τμήμα του διαβιβαστικού εγγραφου της ΕΛ.ΑΣ αφιερώνεται στη δράση του προαναφερόμενου 39χρονου αστυνομικού ο οποίος φέρεται να είχε πέντε «πακιστανικά» τηλέφωνα για να έρχεται σ επαφή με κατηγορούμενους για εμπόριο ναρκωτικών. Όπως επισημαίνεται στο έγγραφο της ΕΛ.ΑΣ ο εν λόγω αστυνομικός ήταν επιφορτισμένος με την ενημέρωση του κυκλώματος για αστυνομικές επιχειρήσεις κυρίως σε καταυλισμούς Ρομά στα δυτικά προάστια. Εκτός των συνθηματικών που χρησιμοποιούσε με επίκληση ποδοσφαιρικούς αγώνες και μετακινήσεις οπαδών, μιλούσε για «πανηγυράκι που θα έχει αύριο το πρωί» ενώ σε μία άλλη περίπτωση –στις 5 Οκτωβρίου 2015 – έλεγε στον ιδιώτη σχετικά με τις κινήσεις συναδέλφων του «αύριο πρωί έχει κυνήγι, θα μαζέψουμε τα σκυλιά και θα πάμε». Ακόμη του αποδίδεται ότι μετά από εντολή ανωτέρων του ο ίδιος όπως και άλλοι αστυνομικοί απέφυγαν στις 25 Σεπτεμβρίου «να διώξει ποινικά δράστες που συμμετείχαν σε κλοπή αυτοκινήτου». Επιπλέον του αποδίδεται ότι ενημέρωνε τα μέλη της ίδιας εγκληματικής οργάνωσης για το αν παρακολουθούνται τα τηλέφωνά τους, αν έχουν εντάλματα σύλληψης και άλλα. Ο 39χρονος αστυνομικός –αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους – στην απολογία του υποστήριξε ότι χρησιμοποιούσε σαν «πληροφοριοδότη» αυτόν στον οποίο έδινε ο ίδιος πληροφορίες και ότι δεν του έλεγε αλήθεια για τις κινήσεις των αστυνομικών. Ακόμη ανέφερε ότι «έλεγε στους ιδιώτες πληροφορίες για τις κινήσεις της ΕΛ.ΑΣ που ήδη ήξεραν», ενώ υπογράμμισε ότι είχε «κακή οικονομική κατάσταση και δεν είχε κανένα όφελος από τους ναρκοεμπόρους».
Προς υπεράσπισή του έσπευσε ο προισταμενος του στην ΕΛ.ΑΣ ο οποίος συμπλήρωσε ότι «γνώριζε τις επαφές του 39χρονου υφισταμένου του με μέλη του κυκλώματος ναρκωτικών. Όμως αυτό γινόταν για να εξαρθρώσουν άλλες σπείρες ναρκωτικών». Παράλληλα ο ίδιος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ παραδέχθηκε ότι η γραμματεία της υπηρεσίας του είχε ενημέρωση από τις κεντρικές μονάδες της ΕΛ.ΑΣ για επικείμενες επιχειρήσεις σε βάρος ναρκοεμπόρων. Όμως θεωρούσε ότι «ο 39χρονος δεν μπορούσε να ξέρει αυτές τις πληροφορίες γιατί δεν είχε κωδικούς πρόσβασης στα εσωτερικά υπολογιστικά συστήματα στην ΕΛ.ΑΣ». Διευρύνοντας τη σύγχυση για το τι ακριβώς συμβαίνει στο εσωτερικό των αρχών ασφαλείας και «ποιος –τελικά – πληροφορεί ποιον». Πολλαπλασιάζοντας τα ερωτήματα για τις «μαύρες τρύπες» στην ΕΛ.ΑΣ που οδηγούν –έναντι αμοιβής – στην ενημέρωση των κακοποιών…