Κλίμα: χαμένοι στη μετάφραση της Συμφωνίας

«Κοιτώντας προς την αίθουσα, βλέπω πως η αντίδραση είναι θετική, δεν βλέπω ενστάσεις. Η συμφωνία του Παρισιού υιοθετήθηκε».

«Κοιτώντας προς την αίθουσα, βλέπω πως η αντίδραση είναι θετική, δεν βλέπω ενστάσεις. Η συμφωνία του Παρισιού υιοθετήθηκε». Αυτά δήλωσε την προηγούμενη Κυριακή ο εκτελών χρέη πρόεδρου στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP21) Λοράν Φαμπιούς, μερικές στιγμές πριν από τη λήξη των πολυήμερων συνομιλιών με κύριο στόχο τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Καθώς ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών επικύρωνε, χτυπώντας το σφυρί του, επίσημα την υιοθέτηση της «ιστορικής», όπως χαρακτηρίστηκε, συμφωνίας, οι εκπρόσωποι 195 χωρών σηκώθηκαν όρθιοι και άρχισαν να χειροκροτούν εν μέσω επευφημιών. Στη συνέχεια οι ηγέτες όλου του κόσμου είπαν ότι είναι «η καλύτερη ευκαιρία που έχουμε» για να σώσουμε τον πλανήτη από μια καταστροφική κλιματική αλλαγή.
Ωστόσο, παρά τον παγκόσμιο ενθουσιασμό, ένα καίριο ερώτημα παραμένει αναπάντητο: τι θα ακολουθήσει μετά την «ιστορική υπογραφή»; Πώς θα γίνουν συγκεκριμένα, μετρήσιμα και αποτελεσματικά μέτρα οι «αυτοδεσμεύσεις» των κρατών; Με λίγα λόγια, αρκούν όλα όσα συμφωνήθηκαν για τη διάσωση του πλανήτη; Φαίνεται πως η απάντηση βρίσκεται κάπου στη μέση.
Αποτελεί γεγονός πως η Συμφωνία του Παρισιού είναι πράγματι ιστορική: πλέον υπάρχουν συγκεκριμένοι στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν και οι κυβερνήσεις των χωρών που την υπέγραψαν θα κληθούν να λογοδοτήσουν, τουλάχιστον στην κοινωνία των πολιτών. Αν η μέση παγκόσμια θερμοκρασία δεν ξεπεράσει τους +2 βαθμούς Κελσίου, όπως προβλέπεται, τότε θα αποφευχθούν κάποιες από τις πιο αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Οι μεγαλύτερες αναπτυξιακές τράπεζες του πλανήτη δεσμεύτηκαν πως θα δανείσουν περισσότερα χρήματα για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Και οι πιο ευάλωτες χώρες θα λαμβάνουν κάθε χρόνο περισσότερα από 90 δισ. ευρώ ώστε να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή.
Την ίδια ώρα όμως αποτελεί επίσης γεγονός ότι η Συμφωνία του Παρισιού δεν είναι «ιδανική», όπως δήλωσε μάλιστα ο εκπρόσωπος της Κίνας στη Διάσκεψη, ήτοι της χώρας που το 2014 ευθυνόταν για το 27% του συνόλου των εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου ανά την υφήλιο. Το νέο Παγκόσμιο Πρωτόκολλο για το Κλίμα θα τεθεί σε ισχύ μετά το 2020. «Υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο;» διερωτώνται πολλοί ειδικοί, επισημαίνοντας ότι για να αποφευχθούν οι επιπτώσεις τις κλιματικής αλλαγής δεν αρκούν οι φιλόδοξοι στόχοι αλλά απαιτείται η μετάλλαξη του τρόπου με τον οποίο οι πλούσιες χώρες παράγουν και καταναλώνουν ενέργεια.

«Η παγκόσμια κοινότητα έδειξε μέσω της υπογραφής της Συμφωνίας για την Κλιματική Αλλαγή ότι σκοπεύει να λάβει σοβαρά την αντιμετώπιση του προβλήματος και καθόρισε και τους απαραίτητους μηχανισμούς και το θεσμικό πλαίσιο. Οι υπογραφές σε συμφωνίες, ωστόσο, δεν μειώνουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου»
ανέφερε χαρακτηριστικά στο «Βήμα» ο Πολ Εκινς, καθηγητής Περιβαλλοντικής Πολιτικής και διευθυντής του Ινστιτούτου για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου. «Για να συμβεί αυτό χρειάζονται ισχυρές και βιώσιμες πολιτικές οι οποίες θα εφαρμοστούν ευρέως» τόνισε.

Μάρτιν Μπένιστον, διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβαλλοντικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης
«Ούτε κυρώσεις ούτε έλεγχος. Μόνο σύνταξη εκθέσεων»
«Δυστυχώς, δεν βλέπω καμία διευκρίνιση για την εφαρμογή των νομικών πτυχών της συμφωνίας. Ειδικότερα: Ποιες είναι οι κυρώσεις που θα επιβάλλονται στις χώρες που δεν θα σέβονται τις δεσμεύσεις τους; Ποια μέτρα ελέγχου προβλέπονται ώστε να διασφαλιστεί ότι οι χώρες δεν θα «κλέβουν» όσον αφορά την τήρηση των δεσμεύσεών τους; Ποια μορφή διαιτησίας (π.χ. ένα «Δικαστήριο για το Κλίμα») είναι απαραίτητη για την επίλυση νομικών ζητημάτων που σχετίζονται με τις δεσμεύσεις της συμφωνίας; Ως τώρα νομίζω πως οι μοναδικές ουσιαστικές, νομικά δεσμευτικές, υποχρεώσεις αφορούν τις διαδικασίες υποβολής σχετικών εκθέσεων αλλά αυτό δεν αρκεί»
εξήγησε μιλώντας στο «Βήμα» ο Μάρτιν Μπένιστον, διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβαλλοντικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, σχολιάζοντας τον «δεσμευτικό» χαρακτήρα της «ιστορικής» Συμφωνίας για το Κλίμα.
Ερωτώμενος για την απουσία νομικής ευθύνης για τις πλούσιες χώρες όσον αφορά την αρωγή των φτωχότερων κρατών του πλανήτη με στόχο την ομαλότερη προσαρμογή τους στην κλιματική αλλαγή ο βρετανός ειδικός υποστηρίζει πως «αυτό οφείλεται στη στάση που είχαν οι χώρες σχετικά με την οικονομία και τη βιομηχανία στον 20ό αιώνα, όταν η κλιματική αλλαγή δεν αποτελούσε πρόβλημα και δεν υπήρχε κανένας λόγος να περιορίσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Σήμερα ωστόσο υφίσταται μια ηθική, τουλάχιστον, ευθύνη αρωγής των φτωχών χωρών με στόχο τη «διευθέτηση του χάους». Αμφιβάλλω αν πολλές χώρες θα συμφωνούσαν να εισαχθούν στη Συμφωνία του Παρισιού νομικά δεσμευτικοί όροι και αυτές οι χώρες, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα συνυπέγραφαν τη συμφωνία αν είχε συμβεί αυτό» υπογράμμισε.
Οσον αφορά τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι πολυεθνικές της παγκόσμιας βιομηχανίας στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ο κ. Μπένιστον υποστηρίζει πως το ζήτημα αφορά περισσότερο την οικονομία παρά την πολιτική. «Παραδόξως, η (παγκόσμια) βιομηχανία μπορεί να κάνει πολλά για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέσω των τρεχόντων οικονομικών μηχανισμών. Μια βιομηχανία, για παράδειγμα, που μπορεί να βελτιώσει την παραγωγή της καταναλώνοντας λιγότερη ενέργεια είναι πιο ανταγωνιστική από μια βιομηχανία που δεν λαμβάνει μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας. Κατά αυτήν την έννοια, η λογική που διέπει την οικονομία μπορεί να αποδειχθεί περισσότερο αποτελεσματική από τις πολιτικές πιέσεις όσον αφορά την ταχεία μετάλλαξη της βιομηχανίας» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Καταπάτηση γαιών και δικαιωμάτων
Παρότι η συμφωνία είναι νομικά δεσμευτική, καμία χώρα δεν υποχρεούται να πράξει περισσότερα από όσα επιθυμεί, ενώ η εβδομηκονταετής Ιστορία πολυμερών συνομιλιών και συμφωνιών για το κλίμα δείχνει πως πολλά κράτη, όποτε μπορούν, αποφεύγουν να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους. Ανησυχία προκαλούν και οι δηλώσεις εκπροσώπων ενώσεων αγροτών και μικροϊδιοκτητών γης από όλον τον κόσμο οι οποίοι ισχυρίζονται ότι πολλά σημεία της συμφωνίας ευνοούν τις μεγάλες πολυεθνικές όσον αφορά την καταπάτηση των γαιών τους και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ενα άλλο αμφιλεγόμενο σημείο σχετίζεται με γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία νομική δέσμευση σχετικά με την παροχή χρηματικής βοήθειας από τις πλούσιες προς τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη με αρκετούς αναλυτές να υποστηρίζουν ότι τα 90 δισ. ευρώ που προορίζονται για τα ακούσια θύματα της κλιματικής αλλαγής θα περικοπούν από άλλα, εξίσου ζωτικής σημασίας, πακέτα οικονομικής βοήθειας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.