«Τώρα που ερχόμασταν μαζί με τον Βαγγέλη Μουρίκη, τον ρωτούσα «ρε Βαγγέλη, ήμουν τουλάχιστον αξιοπρεπής στην ταινία ή θα πρέπει να ντρέπομαι;»» μου είπε ο Γιώργος Κέντρος ενώ βρισκόμασταν στο ξενοδοχείο Mediterranean στη Θεσσαλονίκη τον περασμένο Νοέμβριο. Ηταν στη διάρκεια του τελευταίου φεστιβάλ κινηματογράφου και λίγες ώρες μετά το ραντεβού μας η ταινία στην οποία ο ηθοποιός αναφερόταν, το «Chevalier» της Αθηνάς-Ραχήλ Τσαγγάρη, επρόκειτο να κάνει την πανελλήνια πρεμιέρα της στο Ολύμπιον. «Γιατί αν δεν είμαι καλός και με ρωτήσουν», συνέχισε ο Κέντρος, «που ελπίζω να μην το κάνουν, θα είμαι ειλικρινής και θα το πω!».
Η ειλικρίνεια ήταν πάντοτε το μεγάλο όπλο αλλά και η μεγάλη αδυναμία του Γιώργου Κέντρου. Ηθοποιός αφοσιωμένος στο θέατρο –το «Chevalier» είναι η μόλις τρίτη ταινία του μετά το «Μετέωρο και σκιά» και τα «Κοράκια» του Τάκη Σπετσιώτη –ο Κέντρος, έχει να πει πολλές ιστορίες για τις εμπειρίες του· ακούγοντάς τον να μιλά νιώθεις σε masterclass υποκριτικής (εξάλλου έχει διδάξει σε σχολή). Ωστόσο, οι ιστορίες γύρω από τον «δύσκολο» χαρακτήρα του είναι εξίσου πολλές. Εχει φύγει ουκ ολίγες φορές από δουλειές λόγω δημιουργικών ασυμφωνιών και έχει αρνηθεί συνεργασίες με ανθρώπους «επειδή δεν μου άρεσε ο άνθρωπος με τον οποίο νταραβεριζόμουν».
Λέει ξεκάθαρα π.χ. ότι δεν του άρεσε η πρώτη επαφή του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο όταν ο σκηνοθέτης τον κάλεσε για να του δώσει τον ανδρικό ρόλο στην τελευταία ταινία του, «Η άλλη θάλασσα», που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. «Με φώναξε, πήρα το κείμενο, αλλά επειδή μετά δεν έφταναν τα οικονομικά και έγινε η σύμπραξη με την Ιταλία υποχρεώθηκαν να πάρουν και τον πρωταγωνιστή (σ.σ.: τον Τόνι Σερβίλο). Η αλήθεια είναι ότι με ξένισε λίγο ο τρόπος του συγχωρεμένου και θα μπορούσα να μην παίξω γιατί θα ένιωθα κουμπωμένος».
Γεννημένος το 1951 στην Αθήνα, γιος αρτοποιού, ο Γιώργος Κέντρος τελείωσε τη Νομική και άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου δύο χρόνια στο γραφείο του Βασίλη Αναγνωστόπουλου, ξαδέλφου της μητέρας του. «Θα έπαιρνα το γραφείο του», είπε, «γιατί δεν είχε παιδιά και με αγαπούσε». Ολα θα άλλαζαν εξαιτίας της τότε κοπέλας του. «Πήγαινε σε ένα ερασιτεχνικό θέατρο, οπότε ένας φίλος μου μού είπε να προσέχω γιατί εκεί θα τη χάσω». Την ακολούθησε και έτσι γνώρισε από κοντά τον κόσμο του θεάτρου. «Μου άρεσε η έκθεση γιατί σαν χαρακτήρας ήμουν πολύ μαζεμένος». Εδωσε εξετάσεις τόσο στο Εθνικό Θέατρο όσο και στο Θέατρο Τέχνης. Πέρασε και στα δύο. Το θέατρο επρόκειτο να γίνει η ζωή του. Οι δάσκαλοι τους οποίους πάντοτε θα μνημονεύει δεν είναι πολλοί. Είναι όμως οι εκλεκτότεροι. «Ο Μίνως Βολανάκης, ο Κάρολος Κουν και ο Μάνος Χαζιδάκις ήταν πανεπιστήμιο για μένα» είπε ο ηθοποιός.
Ακούγοντας τη γνώμη του για την ελληνική υποκριτική δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις τι εστί Γιώργος Κέντρος: «Ο ηθοποιός εδώ στην Ελλάδα λειτουργεί, συνήθως –για να μην τα βάλω όλα σε ένα τσουβάλι –ραγιαδίστικα. Να πω πέντε καλές κουβέντες εδώ, ψευτούρες δηλαδή, να συναντήσω τον τάδε ή τον δείνα. Εγώ δεν το έχω αυτό. Είναι μείον. Η γυναίκα μου μού λέει «τήρησε τουλάχιστον τους κανόνες ευγενείας και διακριτικότητας». Ομως εγώ εκεί, το δικό μου. Ο,τι σκέφτομαι το λέω γιατί αυτό, τελικά, μου δίνει μια μορφή ελευθερίας. Είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου». Η γυναίκα του Κέντρου, γιατρός το επάγγελμα και αρκετά χρόνια νεότερή του, θα αναφερθεί πολλές φορές κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας, η οποία άγγιξε την μιάμιση ώρα. Το επισημαίνω. «Είμαστε πάνω απ’ όλα φίλοι και αυτό είναι το σημαντικότερο» είπε ο ηθοποιός.
Στο «Chevalier», του οποίου ο τίτλος δηλώνει το έπαθλο ενός παράξενου παιχνιδιού που λαμβάνει χώρα πάνω σε ένα σκάφος, ο Κέντρος υποδύεται τον ιδιοκτήτη του σκάφους, έναν επιτυχημένο γιατρό ο οποίος θέλει να ελέγχει τα πάντα και να εξουσιάζει τους πάντες. «Η διαφορά παιξίματος ανάμεσα στο θέατρο και στον κινηματογράφο είναι ότι στον δεύτερο πρέπει να ελέγχεις άμεσα τα εκφραστικά μέσα σου» είπε ο ηθοποιός. «Αν έχεις ένα πολύ κοντινό πλάνο, ο τρόπος που θα παίξεις θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός για να εμπεριέχει αυτά που χρειάζονται στο πλάνο. Στο θέατρο δεν είναι έτσι. Από την άλλη μεριά στο σινεμά έχεις τη δυνατότητα να κάνεις πολλές λήψεις για να βγει το αποτέλεσμα που θέλει ο σκηνοθέτης. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει στο θέατρο».
Οσο για την σκηνοθέτριά του στο «Chevalier», την Αθηνά-Ραχήλ Τσαγγάρη, ο Κέντρος την αποκαλεί «λίγο αμφιλεγόμενο πρόσωπο», συμπληρώνοντας αμέσως ότι δεν θα ήθελε η λέξη να παρεξηγηθεί. «Εννοώ ότι δεν καταλαβαίνεις τι σκέπτεται, τουλάχιστον στη διαδικασία των προβών και των γυρισμάτων. Σκέπτεται, σε κοιτάζει, ήρεμα και σιγά-σιγά έχει έναν τρόπο να σε φέρνει κάπου χωρίς να το καταλαβαίνεις». Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης, γιος του Παντελή Βούλγαρη, ήταν εκείνος που πρότεινε στην Τσαγγάρη τον Κέντρο. «Πήγα μαζεμένος στο πρώτο ραντεβού έχοντας ακούσει πολλά για αυτήν, ότι έχει διασυνδέσεις, ότι είναι η μισή Εβραία… Αλλά εμένα δεν με νοιάζουν όλα αυτά. Με νοιάζει να ταιριάζω με κάποιον. Η Αθηνά ήταν πότε-πότε σαν ερωμένη, πότε-πότε σαν αδελφή, πότε-πότε σαν μητέρα. Ηταν ένα πολύ καλό ερέθισμα. Χωρίς να είναι ψεύτικη».
πότε & πού:
Η ταινία «Chevalier» της Αθηνάς-Ραχήλ Τσαγγάρη παίζεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 26 Νοεμβρίου
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ