ΤΟ ΒΗΜΑ – The New York Times
Δεν φαίνεται να υπάρχει πάτος στον βόθρο της ισλαμοφοβίας στην ρητορική των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων για το προεδρικό χρίσμα στις ΗΠΑ. Μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι, ο αντι-μουσουλμανικός λόγος έχει γίνει τόσο δηλητηριώδης που δεν μπορεί να προμηνύει τίποτα θετικό.
Στο τελευταίο κρούσμα, ο προηγούμενος στις δημοσκοπήσεις υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα έχουν «απολύτως καμμία επιλογή» παρά να κλείσουν μερικά τζαμιά. Και, όταν ρωτήθηκε από έναν δημοσιογράφο, φάνηκε να μην έχει κανένα πρόβλημα με την εγγραφή των μουσουλμάνων «σε ειδικό μητρώο», την οποία πολλοί έχουν καταδικάσει συγκρίνοντάς την με τα όσα υπέστησαν κάποτε οι Εβραίοι. Μόνο μετά από σκληρή διακομματική κριτική, προσπάθησε να κάνει πίσω σχετικά με το ρατσιστικό μητρώο.
Και στη συνέχεια, ο δρ. Μπεν Κάρσον έκανε έναν παραλληλισμό μεταξύ των προσφύγων από την Συρία, οι οποίοι είναι ως επί το πλείστον μουσουλμάνοι, με ένα «λυσσασμένο σκυλί στην γειτονιά σας». Ο Ρόμπερτ ΜακΚάου, εκπρόσωπος του Συμβουλίου Αμερικανο-ισλαμικών Σχέσεων, είπε στο Al Jazeera ότι οι παρατηρήσεις του Κάρσον ήταν «αδιανόητες». «Μόνο ένα πράγμα κάνεις με έναν λυσσασμένο σκύλο – τον σκοτώνεις», είπε ο ΜακΚάου.
Το 1967 ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ προειδοποίησε:
«Ο ρατσισμός είναι κακός, διότι απώτερη λογική του είναι η γενοκτονία». Οπως το έθεσε ο Κινγκ
«αν κάποιος λέει ότι δεν είμαι αρκετά καλός για να ζήσω δίπλα του, αν κάποιος λέει ότι δεν είμαι αρκετά καλός για να έχω μια καλή, αξιοπρεπή δουλειά, ή να πάω στο σχολείο μαζί του μόνο λόγω της φυλής μου, τότε λέει συνειδητά ή ασυνείδητα ότι δεν μου αξίζει να υπάρχω».
Αν και αυτοί οι υποψήφιοι μπορεί να μην έχουν συνείδηση της «απώτερης λογικής» ή να μην την εγκρίνουν, αυτό δεν κάνει την γλώσσα τους λιγότερο επικίνδυνη.
Σε Πολιτείες που ψήφισαν τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές, το 72% πιστεύει ότι
«δεν πρέπει να επιτρέπεται να γίνει πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ένας μουσουλμάνος», και το 40% λένε ότι
«το Ισλάμ θα πρέπει να είναι παράνομο» σε αυτή τη χώρα.
Μια ανησυχητική τάση αναπτύσσεται γρήγορα σε πολιτειακά νομοθετικά σώματα σε όλη τη χώρα: Σε μια προσπάθεια να πυροδοτήσουν αντι-μουσουλμανικές συμπεριφορές, οι νομοθέτες σε 32 Πολιτείες έχουν προβεί σε απαγόρευση του ξένου ή του διεθνούς δικαίου. Οι απαγορεύσεις βασίζονται σε ένα μοντέλο νομοθεσίας που σχεδιάστηκε από τον αντι-μουσουλμάνο ακτιβιστή Ντέιβιντ Γιερουσάλμι και προωθείται από ακτιβιστές που έχουν υποδαυλίσει φόβους ότι ισλαμικοί νόμοι και έθιμα – που συνήθως αναφέρονται ως «Σαρία» – καταλαμβάνουν τα αμερικανικά δικαστήρια.
Παρά το γεγονός ότι οι υποστηρικτές των απαγορεύσεων αυτών έχουν αποτύχει να αναφέρουν έστω και ένα παράδειγμα αμερικανικού δικαστηρίου που επικαλέστηκε την Σαρία για την επίλυση μιας διαφοράς, οι απαγορεύσεις αλλοδαπού δικαίου έχουν θεσπιστεί σε Οκλαχόμα, Κάνσας, Λουιζιάνα, Τενεσί, Αριζόνα, και Νότια Ντακότα.
Οι προσπάθειες να ξεχωριστούν οι μουσουλμάνοι και να προωθηθεί η άσχημη ιδέα πως οτιδήποτε ισλαμικό είναι αντιαμερικανικό είναι άδικες και μεροληπτικές και θα πρέπει να απορριφθούν. Παραβιάζουν την Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος επειδή θεωρούν ως ύποπτο ένα σύστημα πεποιθήσεων.
Αυτή η δαιμονοποίηση μιας θρησκευτικής πίστης είναι ένας ολισθηρός δρόμος. Τρέφει κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την πιο ευγενή φιλοδοξία αυτής της χώρας: την ισότητα.
Το 2011, μια έρευνα του Ινστιτούτου Pew έδειξε ότι μεταξύ των μουσουλμάνων Αμερικανών: «Ενας σημαντικός αριθμός λέει ότι αντιμετωπίζεται με καχυποψία (28%), και με προσβλητικές λέξεις (22%).
Και ενώ το 21% λένε ότι τους διαλέγουν για να περάσουν από ελέγχους ασφαλείας στα αεροδρόμια, το 13% λένε ότι υπόκεινται σε διακρίσεις από άλλες αρχές επιβολής του νόμου. Συνολικά, μια πλειοψηφία του 52% πιστεύει ότι οι αντιτρομοκρατικές πολιτικές της κυβέρνησης κάνουν διακρίσεις σε βάρος των μουσουλμάνων στις ΗΠΑ και τους θέτουν σε αυξημένη επιτήρηση και παρακολούθηση.
Πρέπει να βάλουμε ένα τέλος σε αυτή την διαβρωτική γλώσσα. Με απλά λόγια, το αντι-μουσουλμανικό είναι, κατά κάποιο τρόπο, αντι-αμερικανικό.