Τη μείωση των επενδύσεων της για το 2016 κατά ένα δισ. ευρώ ανακοίνωσε την Παρασκευή η Volkswagen, που ταλαιπωρείται ακόμα από τον απόηχο του σκανδάλου για τη χειραγώγηση του μεγέθους των εκπομπών ρύπων από τα πετρελαιοκίνητα οχήματά της. Σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησε ο διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, Ματίας Μούλερ, επισήμανε ότι «για το 2016, θα μειώσουμε τις επενδύσεις μας στα 12 δισ. ευρώ το μέγιστο» και πρόσθεσε ότι «θα δώσουμε προτεραιότητα στις επενδύσεις μας, όλα όσα δεν είναι απολύτως αναγκαία θα ακυρωθούν ή θα αναβληθούν. Προετοιμαζόμαστε για αβέβαιους και ασταθείς καιρούς».
Ένα χρόνο νωρίτερα η Volkswagen είχε ανακοινώσει ότι θα επενδύσει 85,6 δισ. ευρώ σε βάθος πενταετίας για νέα μοντέλα αυτοκινήτων, τεχνολογίες φιλικές προς το περιβάλλον και εργοστάσια, αλλά στις δηλώσεις του ο επικεφαλής της έδωσε στοιχεία μόνο για το 2016. Οι δαπάνες για «την ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης και της ψηφιοποίησης» θα φτάσουν τα 100 εκατ. ευρώ την επόμενη χρονιά. «Δε θα κάνουμε περικοπές σε βάρος του μέλλοντός μας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Μούλερ.
Η Volkswagen έχει πολλά μέτωπα ανοιχτά μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου που κλόνισε συθέμελα τον γίγαντα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Σύμφωνα με το Reuters, εταιρεία δέχεται μεγάλες πιέσεις από τις αρχές στην Ουάσινγκτον και την Καλιφόρνια για να επαναγοράσει τα παλαιότερα αυτοκίνητα diesel.
«Εκπρόσωπος του California Air Resources Board ανέφερε ότι οι υπεύθυνοι της Volkswagen πρόκειται να συναντηθούν την Παρασκευή με την επιτροπή και την αμερικανική Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος ώστε να υποβάλουν λεπτομερείς προτάσεις για την ανάκληση και την επιδιόρθωση περίπου 482 χιλ. οχημάτων που έχουν πωληθεί στις ΗΠΑ και διαθέτουν κινητήρες diesel που εκπέμπουν περισσότερους ρύπους σε σχέση με τους επιτρεπόμενους από το νόμο» γράφει το αμερικανικό πρακτορείο ειδήσεων.
Επιπλέον, η επικεφαλής του CARB, Μαίρη Νίκολς, σε δηλώσεις της στη γερμανική Handelsblattανέφερε ότι «η Volkswagen ίσως χρειαστεί να αγοράσει πίσω μερικά από τα παλαιότερα μοντέλα diesel. Το πρόβλημα στα νεότερα αυτοκίνητα μπορεί να διορθωθεί εύκολα μέσω του λογισμικού ενώ στα μεσαίας γενιάς μπορεί να χρειαστούν και ορισμένες αλλαγές υλικού. Αλλά τα παλαιότερα αυτοκίνητα μπορεί να πρέπει να επαναγοραστούν αντί να εφοδιαστούν απλά με νέες συσκευές ελέγχου ρύπανσης».