ΤΟ ΒΗΜΑ – ΤΗΕ PROJECT SYNDICATE
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της προηγούμενης εβδομάδας στο Παρίσι ενδέχεται να εντείνουν τις διχόνοιες στην Ευρώπη όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα απαντήσει στην μεταναστευτική και προσφυγική κρίση, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας από τους δράστες φέρεται να έφτασε (στην Ευρώπη) εν μέσω του συνεχούς μεταναστευτικού κύματος. Αλλά οι εκκλήσεις για επαναφορά των συνοριακών ελέγχων και για μία νέα «Ευρώπη-Φρούριο» ενδέχεται να ενισχύσουν τους ευρωπαίους δημαγωγούς, καθιστώντας ακόμη δυσκολότερο το να πειστούν οι λαοί για την μία πραγματική ανάγκη: την ανάγκη ενσωμάτωσης περισσότερων νεοφερμένων στο εργατικό δυναμικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).
Το κλίμα φόβου που δημιούργησαν οι επιθέσεις απειλεί να επισκιάσει ένα σημαντικό στατιστικό στοιχείο: εάν οι χώρες της ΕΕ δεν ανοίξουν τις πόρτες τους στους μετανάστες, η τρέχουσα αναλογία των τεσσάρων ατόμων σε ηλικία εργασίας για κάθε συνταξιούχο θα μειωθεί σε 2 προς 1 έως τα μέσα του 21ου αιώνα, εάν όχι νωρίτερα. Τα συνταξιοδοτικά συστήματα καθώς και τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης δέχονται ήδη πιέσεις. Κανένας δεν αρνείται ότι το φετινό κύμα μεταναστών είναι συντριπτικό για κάποιες χώρες της ΕΕ και πως η αλληλεγγύη μεταξύ αυτών καταρρέει. Αλλά η αλήθεια είναι ότι η ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται απεγνωσμένα τους νέους ανθρώπους που ξεχύνονται στα σύνορά της από την ευρύτερη Μέση Ανατολή και την Αφρική
Κρίνοντας από τις πολιτισμικές δυσκολίες που ανέκυψαν όταν η μετανάστευση δεν αποτελούσε πρόβλημα, η ενσωμάτωση, φέτος, περίπου 1,5 εκτομμυρίου – σύμφωνα με εκτιμήσεις -, μεταναστών και προσφύγων θα είναι μια κολοσσιαία επιχείρηση. Το πρόσωπο και η ιδιοσυγκρασία της Ευρώπης θα αλλάξουν, δημιουργώντας επικίνδυνες νέες πολιτικές εντάσεις.
Μολαταύτα, παρά τους παλιούς και τους νέους φόβους, υπάρχει ένα σημαντικό επιχείρημα υπέρ της υποδοχής των νεοφερμένων, καθώς και των εκατομμυρίων ακόμη ανθρώπων που αναμένεται να φτάσουν κατά τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι ιδιαίτερα κατανοητό στη Γερμανία, παρά την αρνητική αντίδραση στην πολιτική των ανοιχτών θυρών της Άνγκελα Μέρκελ. Σύμφωνα με τις τρέχουσες τάσεις, ο πληθυσμός των 82 εκατομμυρίων της χώρας θα μειωθεί στα 65 εκατομμύρια έως το 2060. Όπως το έθεσε ο Μάρσελ Φράντσερ, επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW): «Μακροπρόθεσμα, οι πρόσφυγες αποτελούν μια απίστευτη ευκαιρία για τη Γερμανία», με τα οφέλη να ξεπερνούν το κόστος «κατά τη διάρκεια των επόμενων 5-10 ετών».
Πριν από πέντε χρόνια, μια επιτροπή «σοφών» με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό της Ισπανίας Φελίπε Γκονθάλεθ ανέφερε ότι για να διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα το εργατικό δυναμικό της Ευρώπης θα χρειαστούν 100 εκατομμύρια μετανάστες έως τα μέσα του αιώνα. Άλλες μελέτες δείχνουν ότι αν η εισροή μεταναστών επιστρέψει στα προ της κρίσης επίπεδα, το σημερινό εργατικό δυναμικό των 240 εκατομμυρίων θα μειωθεί στα 207 εκατομμύρια. Και αν η μετανάστευση επρόκειτο να μειωθεί σημαντικά, η γήρανση (του πληθυσμού) θα περιόριζε το εργατικό δυναμικό στα περίπου 169 εκατομμύρια.
Η κατάργηση περίπου 70 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας, και, κατ’ επέκταση, και φορολογούμενων, θα ήταν αδιαμφισβήτητα καταστροφική για την ευρωπαϊκή οικονομία. Κορυφαίοι οικονομολόγοι, όπως ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, το ταμείο διάσωσης της ευρωζώνης, υπολόγισε πριν από μια δεκαετία ότι η συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού της ΕΕ πρόκειται να θέσει αυστηρούς περιορισμούς όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη. Προέβλεψε ότι οι ελλείψεις όσον αφορά το εργατικό δυναμικό δημιουργούν ένα ανώτατο όριο το οποίο περιορίζει την ετήσια αύξηση του ΑΕΠ στο 1,8%, κατά τα έτη έως το 2030, και μόλις στο 1,3%, από τότε μέχρι το 2050.
Οι πιέσεις στις κυβερνητικές υπηρεσίες και τις τοπικές αρχές στη Βόρεια Ευρώπη δεν αποδίδουν και η ελεύθερη μετακίνηση των ανθρώπων ανά την ήπειρο βρίσκεται σε κίνδυνο. Οπότε είναι προς το κοινό συμφέρον των Ευρωπαίων να αναγνωριστεί η θετική πλευρά της κρίσης.
Εισάγοντας νέο αίμα στην οικονομία της ΕΕ έχει βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα οφέλη. Η άμεση δαπάνη που απαιτείται για την αντιμετώπιση της κρίσης – 10 δισεκατομμύρια ευρώ, κατ’ εκτίμηση, το τρέχον έτος, μόνο στη Γερμανία – θα συμβάλει στην τόνωση της ανάπτυξης τη στιγμή που η κατασκευή νέων κατοικιών, σχολείων, νοσοκομείων αρχίσει να τονώνει την απασχόληση και την κατανάλωση.
Αυτά τα αποτελέσματα δεν θα είναι άμεσα, φυσικά, καθώς κάποιες κυβερνήσεις της ευρωζώνης ίσως χρειαστεί να εγκαταλείψουν τη λιτότητα και να επωμιστούν περισσότερα χρέη. Αλλά όταν η μεταναστευτική κρίση θα αποτελεί μια ανάμνηση, ελπίζει κανείς ότι παρά τις αβεβαιότητες και τις εντάσεις, θα αποτελεί ανάμνηση και η οικονομική στασιμότητα μιας γηράσκουσας Ευρώπης.
* Ο κ.Giles Merritt είναι επικεφαλής της δεξαμενής σκέψης «Οι Φίλοι της Ευρώπης»