Από την πρώιμη εποχή της Μεταπολίτευσης ο πολιτικός παροξυσμός και η βία ήταν και είναι ενδημικό χαρακτηριστικό της καθημερινότητάς μας. Κάτι η απόλυτη αίσθηση ελευθερίας μετά την πτώση της χούντας, κάτι η πολιτική υπανάπτυξη, κάτι η ιδεολογική σύγχυση, και φτάσαμε σε ένα αμάλγαμα υποτιθέμενης πολιτικής δράσης όπου όλα ήταν επιτρεπτά. Παρ’ όλο όμως που σε αυτό το τοπίο άνθησε –και σε κάποιον βαθμό έγινε αποδεκτή –η πρώτη γενιά της τρομοκρατίας, η λατρεία της βίας δεν ξεπέρασε τα όρια ενός μικρού κύκλου συμπαθούντων.
Χρειάστηκε να φτάσουμε στις πλατείες των Αγανακτισμένων για να διαπιστώσουμε ότι η βία σε συνδυασμό με την απαξίωση της πολιτικής έχει γίνει πια οργανικό τμήμα της δημόσιας ζωής. Μια βία που «νομιμοποιήθηκε» με την ανοχή, αν όχι και την υποστήριξη, ενός σημαντικού τμήματος της ριζοσπαστικής και κινηματικής Αριστεράς, για να αποκτήσει στη συνέχεια ακροδεξιές και νεοφασιστικές ρίζες. Δεν είναι λοιπόν κεραυνός εν αιθρία οι σχέσεις που έρχονται σήμερα στο φως με αφορμή την υπόθεση Πανούση.
Το περίεργο είναι ότι οι σχέσεις αυτές διατηρούνται και σήμερα εν ονόματι των δικαιωμάτων των κρατουμένων. Μόνο που στις φυλακές είτε εξ ανάγκης είτε λόγω επιλογής έχουμε πια μια αγαστή σύμπνοια νονών της νύχτας, δολοφόνων, βομβιστών και εκτός κάθε ορίων λογικής εκδικητών της κοινωνίας. Με πόση συμπάθεια να αντιμετωπίσει κανείς πια τις απειλές, στα όρια της παράνοιας, που εκτοξεύει ο Ν. Ρωμανός κατά πάντων και πασών; Ποια πολιτική ή επαναστατική έστω βούληση να διακρίνεις όταν αυτό που κυριαρχεί είναι ένα απύθμενο μίσος; Τι είδους διάλογο, ποια ανοχή, ποια συμπαράσταση μπορείς να δείξεις σε έναν νέο άνθρωπο, όση καλή θέληση κι αν έχεις, όταν εκδηλώνει τέτοια οργή και τέτοιο μίσος εναντίον του συνόλου της κοινωνίας, πλην ίσως της στενής παρέας του;
Πράγματι και οι φυλακισμένοι έχουν δικαιώματα που δεν εφαρμόζονται, όπως συνήθως συμβαίνει –κακώς, κάκιστα –για πάμπολλες κοινωνικές κατηγορίες στη χώρα μας. Κατανοητή η ευαισθησία, αλλά ακατανόητη η εν κρυπτώ διαπραγμάτευση για προνομιακή μεταχείριση. Είτε μας αρέσει είτε όχι, είναι παράλογο η όποια ιδεολογική συγγένεια να προηγείται του κράτους δικαίου ή, πολύ περισσότερο, να το υποτάσσει στις απαιτήσεις κάθε ομάδας που επιδιώκει να το καταργήσει…
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ