Το σκάνδαλο της Volkswagen πηγαίνει πολύ πέρα από το λογισμικό που έκρυβε τις εκπομπές ρύπων των πετρελαιοκίνητων καθώς και την ανακριβή ενεργειακή αποτελεσματικότητα πολλών μοντέλων. Σύμφωνα με το «Spiegel», μέρος της ευθύνης ανήκει στην γερμανική κυβέρνηση η οποία έκανε ό,τι μπορούσε για να διευκολύνει την ζωή των αυτοκινητοβιομηχανιών.
Το Βερολίνο ανέπτυξε μια στρατηγική ελέγχου των επιπτώσεων προκειμένου το σκάνδαλο της VW να μην πλήξει το κύρος ολόκληρης της γερμανικής βιομηχανίας. Το γραφείο του υπουργού Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ έστειλε εμπιστευτικό σημείωμα στους γερμανούς διπλωμάτες ανά τον κόσμο, δίνοντάς τους οδηγίες για το πώς να υπερασπίζονται το «μπραντ νέιμ» της Γερμανίας. «Το σκάνδαλο με τις εκπομπές ρύπων πρέπει να παρουσιάζεται σαν μεμονωμένη περίπτωση», έγραφε το σημείωμα συμβουλεύοντας τους διπλωμάτες να επικεντρωθούν στο να «αποφύγουν την σύνδεση του σκανδάλου της VW με το «Made in Germany»».
Μέχρι στιγμής το «μπραντ νέιμ» της Γερμανίας δεν έχει πληγεί σημαντικά. Οι γερμανικές εξαγωγές σημειώνουν ρεκόρ αλλά εντείνονται οι ανησυχίες ότι ανταγωνιστές της VW, όπως η Mercedes-Benz και η BMW, θα επηρεαστούν. Υπάρχει ο κίνδυνος να πέσουν σε ανυποληψία τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα γενικώς και χωρίς αυτά, η Ευρώπη δεν θα εκπληρώσει τους στόχους μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Οι ιδιοκτήτες των 800.000 αυτοκινήτων με «πειραγμένη» ενεργειακή αποτελεσματικότητα έχουν το δικαίωμα να τα επιστρέψουν και να ζητήσουν αποζημίωση ίση με την τιμή αγοράς μείων ένα ποσό ανάλογα με τον χρόνο χρήσης του αυτοκινήτου. Αν συμβεί αυτό, η VW θα επιβαρυνθεί με 4 ως 8 δισεκατομμύρια ευρώ _ συν τα 6,5 δισ. ευρώ που θα κοστίσει η αποκατάσταση του προβλήματος με τα πετρελαιοκίνητα.
Αρχικά, η εταιρεία υποστήριζε ότι ο σκάνδαλο προκλήθηκε από «μια μικρή ομάδα», αλλά έκτοτε έχει γίνει σαφές ότι αρκετοί ήταν αναμεμειγμένοι στην απάτη. Οι υπεύθυνοι βρίσκονται στα κεντρικά της VW στο Φόλφσμπουργκ αλλά είχαν πολλή βοήθεια από αξιωματούχους της γερμανικής κυβέρνησης στο Βερολίνο και της ΕΕ στις Βρυξέλλες.
Οι πολιτικοί έκαναν αυστηρότερες τις απαιτήσεις για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα προκειμένου να παρουσιαστούν ως προστάτες του περιβάλλοντος. Αλλά δεν έκαναν τίποτα ώστε να παρακολουθούνται αποτελεσματικά οι εκπομπές. Αντίθετα, άφησαν μια μεγάλη γκρίζα περιοχή που αφήνει πολύ χώρο για απάτη στις αυτοκινητοβιομηχανίες.
Ένα «παραθυράκι» είναι η έγκριση νέων μοντέλων. Αυτή μπορεί να ληφθεί σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος της ΕΕ αλλά ισχύει και στα 28 _ πράγμα που εντείνει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις εταιρείες πιστοποίησης της ΕΕ και αποτελεί αντικίνητρο στο να είναι αυστηρές καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία μπορεί να απευθυνθεί την επόμενη φορά σε άλλη εταιρεία.
Στις ΗΠΑ, το σύστημα για την πιστοποίηση είναι δομημένο διαφορετικά και προφανώς λειτουργεί καλύτερα. Εκεί, οι αυτοκινητοβιομηχανίες οφείλουν αρχικά απλώς να επιβεβαιώσουν ότι συμμορφώνονται με τα επιτρεπτά όρια. Στη συνέχεια, οι κρατικές υπηρεσίες πραγματοποιούν ελέγχους σε ανεξάρτητα εργαστήρια. Αν εντοπιστεί απάτη, η τιμωρία είναι αυστηρότατη.
Στη Γερμανία, αντίθετα, η σφραγίδα έγκρισης της ομοσπονδιακής υπηρεσίας για ένα νέο μοντέλο είναι τελειωτική. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες δεν ανησυχούν για επιπλέον ελέγχους, ακόμη και αν υπάρξουν υποψίες.
«Παραδιδόμενη στα συμφέροντα των αυτοκινητοβιομηχανιών, η γερμανική κυβέρνηση πλήττει την καλή φήμη της χώρας», λέει ο Γιούργκεν Ρες, επικεφαλής της περιβαλλοντικής οργάνωσης Deutsche Umwelthilfe.
«Η συνέργια ανάμεσα στην γερμανική κυβέρνηση και τις αυτοκινητοβιομηχανίες αποτέλεσε την αιτία του σκανδάλου της VW», προσθέτει ο Όλιβερ Κρίσερ από το Κόμμα των Πρασίνων.