Με σαρωτικές αλλαγές σε όλα τα επίπεδα διαμορφώνεται το νέο πρόσωπο της ελληνικής Δικαιοσύνης, προκαλώντας σωρεία αντιδράσεων από δικαστές, εισαγγελείς και δικηγόρους, οι οποίοι αντιτίθενται σε ευρύ φάσμα των νέων διατάξεων, από τις τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ως και την ψήφιση των προαπαιτούμενων μέτρων για την εκταμίευση των 2 δισ. ευρώ.
Πέρα από τα νομοθετήματα, εξάλλου, αίσθηση έχει προκαλέσει η απόφαση του υπουργείου Δικαιοσύνης να μην παρατείνει την ισχύ προηγούμενης απόφασής του για την αναστολή πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία και είχε ληφθεί ελέω capital controls. Η κίνηση αυτή στην ουσία «ξεπάγωσε» από την αρχή της εβδομάδας τις διαδικασίες για κατασχέσεις, πλειστηριασμούς και εξώσεις, αναφορικά με χρέη σε Εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και τρίτους –για εκείνους που έχουν σε βάρος τους σχετικές δικαστικές αποφάσεις.
Τις πλέον θεμελιακές αλλαγές επιφέρει η ψήφιση του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ) τον περασμένο Ιούλιο. Οι διατάξεις του όχι μόνο μεταβάλλουν τους όρους διεξαγωγής της πολιτικής δίκης, με αδιαμφισβήτητες συνέπειες στο έργο δικαστών και δικηγόρων από την 1η Ιανουαρίου 2016, αλλά και εδραιώνουν νέο πλαίσιο στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης, τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς.
Ο νομικός κόσμος κάνει λόγο για «βουβές» δίκες, καθώς υιοθετείται το πρότυπο που στηρίζεται αποκλειστικά στα έγγραφα, χωρίς μάρτυρες, με ένορκες βεβαιώσεις και απλοποίηση της όλης διαδικασίας, όπως την ήθελε η τότε τρόικα στο όνομα της επιτάχυνσης απονομής της Δικαιοσύνης. Εμπειροι δικαστές διαφωνούν πάντως, εκτιμώντας ότι δεν θα αργήσει να έλθει το ακριβώς αντίθετο: υπό τις νέες συνθήκες και με τις νέες προθεσμίες τα Πρωτοδικεία της χώρας θα φρακάρουν.
Αναφορικά με την αναγκαστική εκτέλεση, ο κλοιός γίνεται περισσότερο ασφυκτικός, καθώς περιορίζεται ο αριθμός των δικών με τις οποίες οι οφειλέτες μπορούν να προβάλλουν αντιρρήσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι μπορούν να ασκήσουν μόνον μία ανακοπή κατά της εκτέλεσης.
Ο Κώδικας προβλέπει τη δυνατότητα ηλεκτρονικής διενέργειας του πλειστηριασμού, πλην όμως απαιτείται η έκδοση προεδρικού διατάγματος για την εφαρμογή της.
Προεδρικό διάταγμα απαιτείται και για την εφαρμογή της διάταξης που δίνει τη δυνατότητα διεξαγωγής του πλειστηριασμού με βάση την εμπορική αξία του ακινήτου.
Με τις νέες ρυθμίσεις, δε, διανέμεται κατά τρόπο διαφορετικό το πλειστηρίασμα: τίθενται σε προνομιακή σειρά τα τραπεζικά ιδρύματα, σε βάρος του Δημοσίου, των ασφαλιστικών ταμείων και όλων των άλλων πιστωτών.
Ποινές φυλάκισης για τους φοροφυγάδες
Μείζονος σημασίας είναι οι διατάξεις του πολυνομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα, οι οποίες αυστηροποιούν την ποινική μεταχείριση όλων όσοι κατηγορούνται για φοροδιαφυγή, προβλέποντας ποινές φυλάκισης και δέσμευση περιουσιακών στοιχείων.
Εκ των βασικότερων διατάξεων είναι αυτή που επιβάλλει ποινή φυλάκισης δύο ετών για την αποφυγή καταβολής φόρου άνω των 100.000 ευρώ ή άνω των 50.000 ευρώ εφόσον πρόκειται για ΦΠΑ, αλλά και αυτή που προβλέπει τη δέσμευση του 50% των καταθέσεων, του 50% του χρηματικού περιεχομένου θυρίδων και του 100% του μη χρηματικού περιεχομένου θυρίδων (π.χ. κοσμήματα ή άλλα πολύτιμα αντικείμενα) σε περίπτωση φοροδιαφυγής άνω των 150.000 ευρώ. Η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως, ενώ τυχόν προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια δεν επηρεάζει την ποινική διαδικασία.
Με αφορμή το γεγονός ότι προβλέπεται για το ίδιο αδίκημα να κινείται ταυτόχρονα τόσο η ποινική όσο και η διοικητική διαδικασία επιβολής κυρώσεων, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών κ. Βασίλης Αλεξανδρής έκανε σαφές με υπόμνημά του ενώπιον της Βουλής ότι η διάταξη αντιβαίνει σε αρχές της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και της σχετικής νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο ίδιος σημείωσε επίσης ότι το νομοσχέδιο περιλαμβάνει διατάξεις που άπτονται δικονομικών δικαιωμάτων, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι καταργείται η διάταξη που έδινε το δικαίωμα στον φορολογούμενο να απαλλαγεί από την ποινική επιβάρυνση καταβάλλοντας τα οφειλόμενα.
«Στο επίπεδο των απειλουμένων ποινών, το ύψος της ποινής εξαρτάται από μη εκκαθαρισμένα ποσά, δηλαδή όχι από τα οφειλόμενα εν τοις πράγμασιν, όπως αυτά προσδιορίζονται έστω με τη βέβαιη και τελική εκκαθάριση από τη φορολογική Αρχή. Πρόκειται για προδήλως αντισυνταγματική πρόβλεψη» είχε τονίσει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΔΣΑ. «Αντιθέτως, δεν προβλέπεται πλέον μη άσκηση ποινικής δίωξης, εφόσον αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος έχει ίση ή μεγαλύτερη απαίτηση –βέβαιη και εκκαθαρισμένη –κατά του Δημοσίου».
Αιχμές για αφοπλισμό του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Δεν έχουν περάσει παρά μόλις δύο εβδομάδες από τη στιγμή που οι δικαστές του Ελεγκτικού Συνεδρίου έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου στον υπουργό Δικαιοσύνης κ. Νίκο Παρασκευόπουλο και τον αναπληρωτή υπουργό αρμόδιο για θέματα Διαφθοράς κ. Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Οι ανώτατοι δικαστές είχαν δηλώσει ότι αντιτίθενται στην -ψηφισθείσα πλέον –κατάργηση του προληπτικού ελέγχου των κρατικών δαπανών, προειδοποιώντας ότι θα υπάρξει έξαρση της διαφθοράς και της αδιαφάνειας στις δημόσιες δαπάνες. Οι ίδιοι χαρακτήριζαν δε την οικεία ρύθμιση του πολυνομοσχεδίου ευθέως αντισυνταγματική αλλά και αμφίβολης σκοπιμότητας ως προς την οικονομική αποτελεσματικότητά της.
Με τη ρύθμιση καταργείται ο προληπτικός έλεγχος σε δαπάνες δήμων και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από την 1η Ιανουαρίου 2019, καθώς και σε δαπάνες του κράτους από την 1η Ιανουαρίου 2017. Παραμένει αλώβητος μόνον ο κατασταλτικός έλεγχος.
Κυβερνητικές πηγές ισχυρίζονται ότι η ρύθμιση είναι απόρροια της πίεσης των θεσμών για επίσπευση των διαδικασιών και επιτάχυνση των πληρωμών.
HeliosPlus