Αγωνία για το το νέο νόμο – πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης, το περιεχόμενο του οποίου δεν έχει δοθεί ακόμη στη δημοσιότητα, επικρατεί στις διοικήσεις των τραπεζών, λίγες ημέρες πριν τις επίσημες ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων των stress tests.

Αν και υπάρχει αισιοδοξία για το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών, επικρατεί έντονος προβληματισμός για τις νομοθετικές εκκρεμότητες που πρέπει να διευθετηθούν μέσα σε λίγες ημέρες, αλλά και για το εξ ανάγκης ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα των επικείμενων αυξήσεων κεφαλαίου.
«Η εταιρική διακυβέρνηση και ο τρόπος παρέμβασης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) στην καθημερινή διοίκηση των πιστωτικών ιδρυμάτων, ζητήματα που θα ρυθμιστούν μεταξύ άλλων μέσω της νέας νομοθεσίας, είναι κομβικής σημασίας για την προσέλκυση επενδυτών» σημειώνει τραπεζική πηγή.
Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στους εκπροσώπους των ελληνικών τραπεζών στη Φρανκφούρτη τις προηγούμενες ημέρες, εκτιμάται ότι το κεφαλαιακό έλλειμμα στο βασικό σενάριο της δοκιμασίας θα διαμορφωθεί γύρω από τα 6 δισ. ευρώ, ενδεχομένως και χαμηλότερα.
Πρόκειται για το ποσό που θα πρέπει να καλυφθεί εξ ολοκλήρου από τον ιδιωτικό τομέα, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο της κρατικοποίησης.
Από την άλλη πλευρά, στο ακραίο σενάριο, οι τραπεζίτες, αξιολογώντας τις παρουσιάσεις που έχουν παρακολουθήσει, «βλέπουν» τις ανάγκες το πολύ έως και τα τα 15 δισ. ευρώ.
Οι δυσκολίες
Διευθύνων σύμβουλος συστημικού ομίλου σημειώνει πάντως πως ακόμη κι αν τα «φρέσκα» κεφάλαια που θα πρέπει να αντληθούν από την αγορά κινούνται σε διαχειρίσιμα επίπεδα, η επιτυχία των νέων εκδόσεων μετοχών δε θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, τα στενά χρονικά περιθώρια για την υλοποίηση των αυξήσεων, τα ανοιχτά θέματα στο νόμο – πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης, ο οποίος ακόμη δεν έχει ψηφιστεί, αλλά και το πολιτικό ρίσκο, που παραμένει σε υψηλά επίπεδα, αποτελούν σημαντικά εμπόδια.
«Ακόμη κι η απόλυση της γενικής γραμματέως Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) Κατερίνας Σαββαίδου »χτύπησε» πολύ άσχημα στους επενδυτές» πρόσθεσε η ίδια πηγή.
Άλλωστε, για να προχωρήσει η ανακεφαλαιοποίηση θα πρέπει να απελευθερωθεί και η δεύτερη δόση των 15 δισ. ευρώ από το τραπεζικό πακέτο, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει αποσυνδεθεί, παρά τις αντιρρήσεις της ΕΚΤ, από τη διαδικασία της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, που προς το παρόν …«σέρνεται».
Πηγή ανησυχίας για τους αναλυτές, αποτελεί και το γεγονός ότι κατά πάσα πιθανότητα οι τράπεζες θα πραγματοποιήσουν εκδόσεις νέων τίτλων για τις ανάγκες του αρνητικού σεναρίου, ανεξάρτητα από το ποσό που πρέπει να καλυφθεί από ιδιώτες.
Σε μία τέτοια περίπτωση, υπάρχει ο κίνδυνος μεγάλα funds να προτιμήσουν να επενδύσουν σε συγκεκριμένους ομίλους, οι οποίοι θα καταφέρουν να αντλήσουν περισσότερα από τα κεφάλαια που χρειάζονται, με αποτέλεσμα άλλες τράπεζες να μην πιάσουν τους ελάχιστους στόχους.

Αυξημένοι κίνδυνοι
Εξάλλου, δεν αποκλείεται λόγω των πολιτικοοικονομικών κινδύνων, κάποια μεγάλα σχήματα να μη διαθέσουν στην παρούσα φάση το σύνολο του ποσού που έχουν αποφασίσει να τοποθετήσουν στην Ελλάδα, αλλά να αναμένουν τις εξελίξεις των επόμενων μηνών προτού κάνουν τη δεύτερη κίνησή τους.
Τέλος, αναλυτές υποστηρίζουν πως ακόμη κι αν οι ανάγκες στο βασικό σενάριο είναι τελικώς μικρές, έχει σημασία και το τελικό νούμερο που θα προκύψει, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του θα καλυφθεί όπως όλα δείχνουν με μετατρέψιμες ομολογίες, οι οποίες θα έχουν ετήσιο επιτόκιο από 7,3% έως 9%.
Για παράδειγμα, εάν οι τίτλοι αυτοί φτάσουν τα 7 δισ. ευρώ, με κουπόνι 8% το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησή τους θα ανέλθει σε 560 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για ένα σημαντικό «βαρίδι» στα αποτελέσματα των τραπεζών, οι διοικήσεις των οποίων θα κληθούν να διαμορφώσουν μία ταχεία διαδικασία απεμπλοκής από τη συγκεκριμένη βοήθεια. Άρα η ανάγκη για δημιουργία κεφαλαίου και τα επόμενα χρόνια θα παραμείνει.
Οι ανακοινώσεις
Οι επαφές με τα στελέχη του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (Single Supervisory Mechanism – SSM) ολοκληρώθηκαν, έχουν αποσταλεί από την Ελλάδα κάποιες τελευταίες παρατηρήσεις και πλέον τα βλέμματα όλων στρέφονται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που θα κάνει τις ανακοινώσεις.
Η ενημέρωση των τραπεζών για τα τελικά νούμερα θα γίνει λίγες ώρες πριν δοθούν επισήμως στη δημοσιότητα το ερχόμενο Σάββατο.
Θα ακολουθήσουν οι συνεδριάσεις των διοικητικών συμβουλίων των Alpha Bank, Εθνικής, Eurobank και Τράπεζας Πειραιώς, με θέμα την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και τη λήψη αποφάσεων για τον τρόπο κάλυψης των κεφαλαιακών αναγκών.
Οι διαδικασίες θα πρέπει να κινηθούν τάχιστα, με στόχο μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου να έχουν ολοκληρωθεί οι αυξήσεις κεφαλαίου με τη διαδικασία του book building.
Ταυτόχρονα, δεν αποκλείεται να «τρέξουν» δημόσιες προσφορές για την επαναγορά ομολογιακών τίτλων, προς μείωση του ποσού που θα καλυφθεί από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).
Σύμφωνα με πληροφορίες κάποιες τράπεζες εξετάζουν να ξεκινήσουν τη διαδικασία ακόμη και μέσα στην εβδομάδα, πριν από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.