Σε ομιλία του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του ομίλου Eurobank κ. Νίκου Καραμούζη παρουσιάστηκαν πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για την κατάσταση αλλά και για την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης και της εφαρμογής των δύο πρώτων μνημονίων αλλά και για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Το θέμα της ομιλίας ήταν «οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν πρόσφατα στην κίνηση κεφαλαίων και τις πληρωμές στην Ελλάδα, με σοβαρές επιπτώσεις τόσο στην πορεία της χώρας προς την ομαλότητα και την ανάπτυξη όσο και στη λειτουργία των επιχειρήσεων».
Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία του Ν. Καραμούζη
«Η απόφαση του Πρωθυπουργού», αναφέρει ο κ. Καραμούζης «να καταλήξει σε ένα δύσκολο, επώδυνο, αναγκαίο όμως συμβιβασμό με τους Ευρωπαίους Εταίρους μας, αποφεύγοντας τη μετωπική σύγκρουση, παρά τις εγχώριες πιέσεις του δραχμικού lobby και τη σκληρότητα των μέτρων του νέου Προγράμματος, διέσωσε τη χώρα από μια μεγάλη περιπέτεια, με ανυπολόγιστο κόστος και καταστροφικές πολιτικές, εθνικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες μακράς διάρκειας».
Της επιβολής περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων είχε προηγηθεί μία πενταετής πορεία υλοποίησης δύο Μνημονίων, σημαντικής συρρίκνωσης της οικονομίας, παρά την επιτυχή και με μεγάλο κόστος διόρθωση των σοβαρών μακροοικονομικών ανισορροπιών
Ενδεικτικά, αναφέρει ο κ. Καραμούζης «σύμφωνα με την έκθεση της Grant Thorton κατά τη διάρκεια της περιόδου Οκτωβρίου 2014-Αυγούστου 2015 :
– Η χώρα απώλεσε € 43,4δις καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ενώ οι σωρευτικές απώλειες από την έναρξη της κρίσης το 2009 ξεπερνούν τα € 116δις, ή το 65,2% του σημερινού ΑΕΠ, που αποτελεί ίσως και παγκόσμια πρωτιά.
– Οι αναλήψεις μετρητών από τις Τράπεζες έφθασαν σε δυσθεώρητα ύψη με το σύνολο των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία να ξεπερνούν σήμερα τα € 50δις ή 28% του ΑΕΠ έναντι 10% μ.ο. στην Ευρωζώνη, από € 30,4δις τον Οκτώβριο 2014 (+ € 20δις) και € 21,8δις το τέλος του 2009 (+ € 28δις).
– Οι εταιρικές καταθέσεις (των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων) μειώθηκαν την πενταετία κατά € 25,6 δις στα € 12,6δις τον Ιούλιο του 2015, στα επίπεδα του 2001, από τα υψηλά των € 38,2δις τον Ιούνιο του 2009».
«Με την επιβολή των capital controls απετράπη», τονίζει ο κ. Καραμούζης, «η χρεοκοπία των Ελληνικών Τραπεζών που εξαντλούσαν τα αποδεκτά για δανεισμό από την ΕΚΤ ενέχυρα, το bail in (κούρεμα) των καταθέσεων, η βίαιη απώλεια του συνόλου των διεθνών δικτύων των Ελληνικών Τραπεζών (€ 60δις περίπου ενεργητικό) που θα επακολουθούσαν, εάν χωρίς συμφωνία με τους εταίρους η κρίση ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος, μετατρεπόταν σε κρίση φερεγγυότητας, εξέλιξη με ανυπολόγιστες αρνητικές συνέπειες για την Ελληνική κοινωνία και οικονομία».
«Η μεγάλη διάρκεια της απειλής του Grexit και του bail in, προσέφεραν», σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ομίλου Eurobank, «στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά το χρόνο και την ευχέρεια να προχωρήσουν σε σημαντική εκροή καταθέσεων από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Άρα, προετοιμάστηκαν για τον κίνδυνο επιβολής περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (σε αντίθεση με την Κύπρο), με αποτέλεσμα οι αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία να έχουν μετριαστεί».
Πρόσφατη εσωτερική μελέτη της Eurobank, που στηρίζεται σε δείγμα μικρών επιχειρήσεων πελατών της, επιβεβαιώνει την παραπάνω εκτίμηση καθώς το 34,8% του δείγματος απάντησε ότι η τραπεζική αργία και η επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων δεν είχαν καμία επίπτωση στις εργασίες τους, μικρή επίπτωση αντελήφθη το 44,9%, σημαντική το 17,4% και πολύ σημαντική το 2,9%.
«Η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων δημιουργεί ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις και παρενέργειες στην οικονομία, ιδιαίτερα αν διατηρηθούν επί μακρόν» τόνισε ο κ. Καραμούζης.
Συγκεκριμένα αναφέρει, «τροφοδοτούν την ύφεση, αποτρέπουν την επιστροφή καταθέσεων και το άνοιγμα των διεθνών αγορών, δημιουργούν ανταγωνιστικές ανισότητες σε βάρος των μικρών επιχειρήσεων, αυξάνουν σημαντικά τη γραφειοκρατία, το κόστος της εισαγωγικής και παραγωγικής διαδικασίας.
Επίσης ευνοούν την ανάπτυξη του παραεμπορίου, της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται ανεπίσημα κανάλια και μέθοδοι συναλλαγών που δεν καταγράφονται, ούτε φορολογούνται, υπονομεύουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων και επηρεάζουν αρνητικά τις εξαγωγές, αποκόπτουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε τραπεζική χρηματοδότηση, αλλά και στα δικά τους ρευστά διαθέσιμα στις Τράπεζες,
πελάτες διατηρούν τα έσοδα από εξαγωγικές δραστηριότητες στο εξωτερικό,
οδηγούν σε απαιτήσεις για 100% προπληρωμής εισαγωγών, λόγω άρνησης των ξένων ασφαλιστικών εταιριών να ασφαλίσουν τον ελληνικό κίνδυνο, αυξάνουν τις επισφαλείς υποχρεώσεις προς τις Τράπεζες (NPLs) και προς τρίτους, λόγω δυσκολιών αποπληρωμής.
Η επιβολή των περιορισμών στην Ελλάδα είχε, όμως, και μία θετική επίπτωση: οδήγησε στην εκτεταμένη χρήση πιστωτικών και χρεωστικών καρτών από τους πελάτες και POS από επιχειρήσεις, με ευνοϊκές επιπτώσεις μακροχρόνια για την οικονομία, ιδιαίτερα όσον αφορά στον περιορισμό της φοροδιαφυγής».
«Η χώρα σήμερα αντιμετωπίζει»υποστηρίζει ο κ. Καραμούζης, «ένα πολύ σοβαρό αποταμιευτικό και επενδυτικό έλλειμμα, που αν δεν επιλυθεί σύντομα, θα υπονομεύσει σταδιακά τις όποιες προοπτικές ανάκαμψης της Ελληνικής οικονομίας και βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου.
Η παρατεταμένη βαθιά ύφεση και η αβεβαιότητα, έχουν προκαλέσει την κατάρρευση της ακαθάριστης εθνικής αποταμίευσης σήμερα σε πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα, κατ’ εκτίμηση στο 8,4% του ΑΕΠ με αρνητική την καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος είναι 21% και παγκοσμίως η αποταμίευση ακολουθεί ανοδική πορεία.
Παράλληλα, οι επενδύσεις κατέρρευσαν από το 25,7% του ΑΕΠ το 2007 σε 11,6% το 2014, με τις καθαρές επενδύσεις αρνητικές κατά €13δις το 2014.
Η επιτυχής αντιστροφή της επενδυτικής «άπνοιας» και του αποταμιευτικού κενού συνθέτουν τη μεγάλη πρόκληση της οικονομικής πολιτικής.
Η διατήρηση πολιτικών λιτότητας σε καθεστώς οικονομικής στασιμότητας αποτελεί βέβαιη συνταγή συντήρησης της κρίσης.
Πρέπει να συνδυάσουμε τις μεταρρυθμίσεις με την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την οικονομική εξωστρέφεια. Χρειάζεται, να στηρίξουμε όλοι την εθνική προσπάθεια.
Είναι ευθύνη όλων μας και όχι μόνο της πολιτικής ηγεσίας και της εκάστοτε κυβέρνησης.
Στόχος όλων μας, η διαμόρφωση συναινετικά ενός εθνικού σχεδίου ανάπτυξης και ανασυγκρότησης, που απελευθερώνει τις δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, αναδεικνύει τα συγκριτικά μας παραγωγικά πλεονεκτήματα, μετατρέπει την Ελλάδα σε σύγχρονη ανταγωνιστική οικονομία, και καθιστά τον τόπο ελκυστικό για οικονομική δραστηριότητα, επενδύσεις και εξωστρεφή οικονομική ανάπτυξη».
Στο πλαίσιο αυτό, τρεις κομβικές αλλαγές θεωρεί ο κ. Καραμούζης ότι θα καθορίσουν την επιτυχία του εγχειρήματος:
«η σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών και ο εξορθολογισμός του φορολογικού συστήματος, η υπερφορολόγηση σκοτώνει την οικονομία,
η διαμόρφωση φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η ανάκαμψη των επενδύσεων, ο εκσυγχρονισμός της Δημόσιας Διοίκησης και η αναβάθμιση των θεσμών».
Μέσα από αυτή την κρίση εκτιμά ότι «γίναμε όλοι σοφότεροι, πιο ρεαλιστές, μάθαμε από τα λάθη μας και οπλιστήκαμε με δύναμη για να επουλώσουμε τις βαθιές πληγές του χθες. Το μεγάλο στοίχημα για τη χώρα είναι η επανεκκίνηση της οικονομίας. Η επικράτηση ισχυρών αναπτυξιακών προοπτικών, ελπίδα και δουλειές για τη νέα γενιά, χαράζοντας μία νέα εθνική στρατηγική μεγάλων μεταρρυθμίσεων, ανάπτυξης, ανταγωνιστικής ανοικτής οικονομίας μέσα στην Ευρωζώνη, με αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής σε στέρεες βάσεις».