Στη φύση για να πετύχεις διάφορους τύπους νερού υπάρχουν συγκεκριμένοι συνδυασμοί χημικών στοιχείων. Σε μια κοινωνία για να πετύχεις ανάπτυξη υπάρχουν πολλοί συνδυασμοί, αλλά καθένας χρειάζεται επίσης συγκεκριμένα στοιχεία. Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να σε ενδιαφέρει να το προσπαθήσεις. Αν δεν σε ενδιαφέρει ή αν πας με συνταγές δικής σου έμπνευσης, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα εισπράξεις ούτε νερό ούτε ανάπτυξη.
Εξι χρόνια συνεχόμενης κατάρρευσης δείχνουν ότι ο στόχος της ανάπτυξης πρέπει να αποκτήσει απόλυτη πολιτική και κοινωνική προτεραιότητα καθώς:
  • Οι άνεργοι θα βρουν δουλειά όταν αρχίσει να εμφανίζεται ανάπτυξη.
  • Η αύξηση των εισοδημάτων, των μισθών, των κερδών και των επαγγελματιών θα γίνει με τη μετάβαση σε ανάπτυξη.
  • Η μείωση της φτώχειας θα αρχίσει όταν περάσουμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
  • Η εμπιστοσύνη μέσα και έξω από τη χώρα θα αρχίσει να φαίνεται και να παράγει αποτελέσματα όταν περάσουμε σε ανάπτυξη.
  • Τα θετικά αποτελέσματα και η έκταση της δημοσιονομικής εξυγίανσης θα αρχίσουν να φαίνονται με την ανάπτυξη.
Οι άλλες χώρες σε κρίση (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία) βρίσκονται ήδη σε αναπτυξιακή πορεία, ορισμένες πριν από το 2014. Γιατί αυτή η ασύμμετρη εξέλιξη; Οπως πάντα, δεν υπάρχει μια εξήγηση. Στο κέντρο όμως της ελληνικής αποτυχίας βρίσκεται η μόνιμη διάρρηξη της σχέσης ανάπτυξης και διαρθρωτικών αλλαγών –δεν θα χρησιμοποιήσω τον όρο μεταρρυθμίσεις, που είναι πολύ στενότερος –που ανέδειξαν όλοι σχεδόν οι σύγχρονοι διανοητές της θεωρίας ανάπτυξης και εξέλιξης. Η μορφή της ελληνικής ανάπτυξης πριν από το 2009 οδήγησε στο αδιέξοδο της οικονομικής κρίσης, όπως έγινε και σε πολλές άλλες χώρες σε άλλες περιόδους. Δεν θελήσαμε να δούμε ότι τότε φτάσαμε σε ένα σημείο-καμπή, από το οποίο και μετά έπρεπε γίνουν πολλές αλλαγές για να αντισταθμιστούν οι συνέπειες μιας μακρόχρονης εμμονής στην αντικατάσταση κάθε επονείδιστης αλλαγής από επονείδιστο μαζικό δανεισμό. Επιλέξαμε να μείνουμε εθισμένοι στη ριζοσπαστική αρτηριοσκλήρυνση και σε νεκρά είδωλα. Ερμηνεύσαμε την κρίση όχι ως αποτέλεσμα ενός τραγικού αδιεξόδου στην άσκηση της αναπτυξιακής και οικονομικής μας πολιτικής αλλά ως μια ενοχλητική παρένθεση. Συνεχίσαμε με τις γνωστές πολιτικές προσδοκώντας ότι η παρένθεση θα περάσει και θα ξαναγυρίσουμε σε αναπτυξιακή τροχιά. Αυτή όμως δεν ήρθε.
Οι εκλογές δεν φαίνεται να είναι η κατάλληλη φάση για να συζητήσει κανείς κανένα θέμα ουσίας. Μάλιστα βρισκόμαστε σε μια προνομιακή στιγμή της παρακμής της βούλησης, «που χαρακτηριστικό της είναι ο οργασμός των λεπτομερειών σε βάρος του όλου, σε όλα τα μορφώματα της ζωής». Ομως την παρακμή πρέπει να τη «σπάσει» κανείς. Και αυτό θα γίνει όταν καταλάβουμε ότι η ίδια η φύση της ανάπτυξης συνίσταται σε μια αλυσίδα συνεχών, διαδοχικών ή και παράλληλων, αλλαγών σε πάρα πολλές μικρότερες ή μεγάλες λειτουργίες μας και ότι χωρίς αυτές η εξελικτική διαδικασία δεν μπαίνει σε κίνηση. Το έδειξε η ιστορία, το έδειξαν οι ανατροπές στις διεθνείς ισορροπίες.
Για την ώρα, η δική μας αντίληψη της ανάπτυξης είναι μια αφελής λατρεία της φαινομενικά «εύκολης» ενίσχυσης της οικονομίας με νέο χρήμα και η άρνηση αλλαγών στο είδος της άσκησης πολιτικής. Μιλάμε για επενδύσεις αλλά όχι για την ποιότητα και το είδος τους. Ως εάν επενδύσεις σε καφετέριες, μικρομάγαζα ή μικρο-έργα να έχουν την ίδια σημασία με επενδύσεις στα φαρμακευτικά, σε σοβαρές σύγχρονες υποδομές ή στην αναβάθμιση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των προϊόντων και υπηρεσιών μας. Δεν μιλάμε για θεσμική ούτε για πολιτική σταθερότητα και αξιοπιστία ούτε για τον βρόγχο της διαφθοράς κράτους ή τοπικής αυτοδιοίκησης και τη σημασία τους για την ανάπτυξη. Δεν μιλάμε για το αυξανόμενο χάσμα στα τεχνολογικά – ποιοτικά – διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της παραγωγικής μας βάσης σε σύγκριση με κάθε άλλη χώρα αντίστοιχου εισοδηματικού επιπέδου. Δεν μιλάμε για το ότι η μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση πριν από την κρίση ερχόταν από έναν όλο και μεγαλύτερο εξωτερικό δανεισμό που προκάλεσε τη μεγάλη κατάρρευση και για το ότι στην πραγματικότητα το ίδιο ζητάμε απεγνωσμένα και υπερήφανα και σήμερα. Μιλάμε για την οργάνωση της εκπαίδευσης και της γνώσης αλλά όχι για το περιεχόμενο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που είναι κρίσιμα για το μέλλον κάθε νέου και όλης της χώρας. Δεν θέλουμε να δούμε τα αριθμητικά δεδομένα που δείχνουν ότι το είδος των παραγωγικών μονάδων που δοξάζονται ακόμη στο πολιτικό σκηνικό μας δεν αντέχει και δεν οδηγεί σε παραγωγική ικανότητα, απασχόληση, επίπεδο αμοιβών, ανταγωνιστικότητα και παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων στον χρόνο και πρέπει να διευρύνουμε τον ορίζοντά μας. Δεν θέλουμε να δούμε ότι φτωχοποίηση, ανισότητες, συρρίκνωση μισθών και συντάξεων είναι αποτέλεσμα αλυσιδωτών δικών μας λαθών και θα διογκώνονται είτε με είτε χωρίς μνημόνια αν εμείς δεν κινήσουμε τους μοχλούς της ανάπτυξης. Γενικά μιλάμε πολύ, μιλάνε πολλοί, χωρίς να λέγεται τίποτα.
Οι ανατροπές που ζήσαμε στην πολιτική συμπεριφορά της ελληνικής κοινωνίας όλα αυτά τα χρόνια δείχνουν για πρώτη φορά μια ιδιότυπη, ισχυρή και πρωτόγνωρη σύγκρουση: τη σύγκρουση των νέων με το παλιό. Την απόφαση σημαντικότατου τμήματος των νέων ότι αυτή η κοινωνία έχει υπονομεύσει βαθύτατα το μέλλον τους, ότι οι διαγενεακές ανισορροπίες όπου βρίσκονται εγκλωβισμένοι είναι βαθύτατες και ότι το μέλλον τους εξαρτάται από την αμφισβήτηση και ανατροπή της ισχύουσας λογικής τους. Το αν η σύγκρουση αυτή έγινε ή όχι με όρους επιτυχίας δεν αίρει τη ριζική διαφορά στο είδος της αντιπαράθεσης που ξεκίνησε στη βιολογικά και ιδεολογικά γερασμένη Ελλάδα. Η σύγκρουση αυτή θα περάσει από πολλά κύματα καθώς θα μορφοποιείται αλλά θα κινείται προς την ίδια κατεύθυνση. Η σύγκρουση αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση των επόμενων ετών.
Εχουμε σταματήσει να αναλογιζόμαστε. Ας ξαναβρούμε τον εαυτό μας. Μέσα από μηχανισμούς αυτοκάθαρσης κατ’ αρχάς. Ας υπάρξει κάθαρση ιδεολογική, πολιτική, κάθαρση στερεοτύπων, ιδεοληψιών, φανατισμών. Αλλά με την αναζήτηση λύσεων, οδών διαφυγής προς τα εμπρός και δυνάμεων που θα τις αξιοποιήσουν. Οχι συνεχίζοντας αυτό που είμαστε σήμερα ούτε με το σταμάτημα της σκέψης. Διαφυλάττοντας την ενότητά μας ως χώρας και ως έθνους. Δεν μπορεί τόσα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης να κυριαρχεί τόσο πολύ το συναίσθημα ματαιότητας, αρνητισμού, γκροτέσκας παράστασης, με πρωταγωνιστές άτομα μισής χρήσης. Κανείς δεν θέλει να φταίει για όλα αυτά. Αν όμως δεν κάνουμε κάτι, τότε δεν θα αλλάξει τίποτα και τότε θα φταίμε όλοι μαζί διπλά.
Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι ομότιμος καθηγητής, πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ