Η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση τροφίμων, ποτών και καπνού συνέβαλαν το 2014 κατά 7,2% στη συνολική Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία, όταν το 1995 το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε το 12%.
Σύμφωνα με έρευνα για τη συμβολή και τις προοπτικές του αγροτροφικού τομέα στην Ελλάδα, την οποία έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα Πειραιώς την Τρίτη, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων στη χώρα μας παραμένει ελλειμματικό. Και αυτό παρότι η μείωση των εισαγωγών που καταγράφεται την τελευταία πενταετία λόγω της οικονομικής ύφεσης, σε συνδυασμό με τις καλές εξαγωγικές επιδόσεις των αγροτικών προϊόντων οδήγησαν σε μείωση του ελλείμματος, το οποίο περιορίστηκε σε -1,36 δισ. ευρώ. Οι περισσότερες επιμέρους κατηγορίες προϊόντων εμφανίζουν ελλειμματικό ισοζύγιο, με εξαίρεση τα φρούτα και λαχανικά, τα ιχθυηρά, τον καπνό, το βαμβάκι και τα φυτικά λίπη και έλαια που παρουσιάζουν θετικό πρόσημο.
Την ίδια στιγμή, τα προϊόντα του αγροτροφικού τομέα αποτελούν την τρίτη μεγαλύτερη κατηγορία εξαγομένων προϊόντων (αξίας 5,2 δισ. ευρώ το 2014), με ποσοστό 19% του συνόλου των εξαγωγών. Σχεδόν το 69% των εξαγωγών κατευθύνεται προς χώρες της ΕΕ. Ειδικότερα, αυξητική τάση παρατηρείται στις εξαγωγές προς τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Το μεγαλύτερο μερίδιο κατέχουν τα φρούτα και λαχανικά με 34% επί του συνόλου των εξαγωγών και ακολουθούν τα ιχθυηρά με 10,8% τα γαλακτοκομικά προϊόντα με 7,9%, τα φυτικά λίπη και έλαια με 7,8% ο καπνός με 7,6% και το βαμβάκι με 7,1%. Η Ελλάδα συνεισφέρει το 3% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του αγροτικού τομέα της ΕΕ (μέσος όρος 2012 – 2014).
Η χώρα μας περιλαμβάνεται στους πέντε πρώτους προμηθευτές αγροτικών προϊόντων σε 25 χώρες, με ποσοστά συμμετοχής στις εισαγωγές τους που ξεπερνούν το 80%. Είναι ο πρώτος προμηθευτής 43 αγροτικών προϊόντων σε 12 χώρες, ο δεύτερος προμηθευτής 19 προϊόντων σε 15 χώρες, ο τρίτος προμηθευτής 23 προϊόντων σε 15 χώρες, ο τέταρτος προμηθευτής 22 προϊόντων σε 14 χώρες και ο πέμπτος προμηθευτής 19 προϊόντων επίσης σε 14 χώρες.
Αγροτικό εισόδημα
Την τελευταία δεκαετία το αγροτικό εισόδημα στην Ελλάδα μειώθηκε, κατά μέσο όρο, σε ετήσια βάση κατά 0,4%, ενώ στις χώρες της ευρωζώνης αυξήθηκε κατά 1,6%.
Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), που ξεκίνησε ήδη από την 1η Ιανουαρίου 2015 και ολοκληρώνεται το 2020, θα διαθέσει περισσότερα από 19,5 δισ. ευρώ στην Ελλάδα με προσανατολισμό την αύξηση της ποιότητας παραγωγής και την αύξηση των εξαγωγών. Με αυτό το δεδομένο και λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις γεωργικές αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης την επόμενη δεκαετία (2015-2024), οι ερευνητές θεωρούν ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης του αγροτικού εισοδήματος στην Ελλάδα.
Έτσι, όπως προκύπτει από την έρευνα της Τράπεζας Πειραιώς, αναμένονται μεσοπρόθεσμα θετικοί ρυθμοί μεταβολής για το αγροτικό εισόδημα στην Ελλάδα. Η εκτίμηση για τη μέση αθροιστική μεταβολή διαμορφώνεται στο 9%. Ωστόσο, κρίσιμη παράμετρος της μεταβολής του αγροτικού εισοδήματος παραμένει η διαμόρφωση του κόστους παραγωγής.
Ο αγροδιατροφικός τομέας αντιπροσωπεύει σήμερα το 15% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα. Μεταξύ των ετών 2000 και 2014 ο αριθμός των απασχολούμενων στη γεωργία μειώθηκε κατά 29%, ενώ ο αριθμός των απασχολούμενων στο χώρο της μεταποίησης τροφίμων ποτών και καπνού αυξήθηκε κατά 8%.
Κατανομή δαπανών της προηγούμενης ΚΑΠ
Το μεγαλύτερο μέρος των πόρων που διατέθηκαν στην Ελλάδα την περίοδο 2008-2013 από την ΚΑΠ 2008-20013 αφορούσε τις άμεσες ενισχύσεις κατά 77,7%, ποσοστό υψηλότερο κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο της ΕΕ (68%).
Τα μέτρα για την αγορά αφορούσαν το 3,6% των πόρων που διατέθηκαν στην Ελλάδα έναντι 8% της ΕΕ. Από τα ποσά που διατέθηκαν στα μέτρα αγοράς, το 30% αφορούσε την κατηγορία φρούτων και λαχανικών, το 21% το ταμείο αναδιάρθρωσης του κλάδου ζάχαρης, το 16% προγράμματα τροφίμων και το 11% το κλάδο κρασιού.
Τέλος, όσον αφορά στα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης διατέθηκε μόνον το 18,7% των πόρων έναντι 24% στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.
Εκτιμήσεις και προβλέψεις για την περίοδο 2015-2024
•Δημητριακά και ελαιούχοι σπόροι: Η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση θα οδηγήσει σε μεγάλες εξαγωγές σιτηρών της ΕΕ –Η ζήτηση της ΕΕ οφείλεται στη χρήση ζωοτροφών και βιοκαυσίμων –Τιμές κάτω του επιπέδου ρεκόρ του 2012, αλλά πάνω από τους ιστορικούς μέσους όρους
•Ζάχαρη και ισογλυκόζη: Η κατάργηση των ποσοστώσεων στο τέλος του 2017 θα οδηγήσει τις τιμές της ζάχαρης της ΕΕ στα επίπεδα της διεθνούς αγοράς –Αύξηση της παραγωγής στην ευρωπαϊκή αγορά και μείωση των εισαγωγών –Υψηλότερο ποσοστό χρήσης ισογλυκόζης στην Ευρώπη.
•Βιοκαύσιμα: Μικρότερη ανάπτυξη των βιοκαυσίμων πρώτης γενιάς από ό,τι αρχικά αναμενόταν –Συνεισφορά των βιοκαυσίμων στο 7% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα καύσιμα των μεταφορών, με στόχο την επίτευξη του 10%.
•Γάλα: Θα παραμείνει ο λευκός χρυσός την επόμενη δεκαετία –Παρά τη δύσκολη κατάσταση της αγοράς, η παγκόσμια ζήτηση θα αυξάνεται σταθερά –Οι τιμές θα παραμείνουν σταθερές γύρω στα 350 ευρώ/τόνο –Οι παραδόσεις σε γάλα και γαλακτοκομικά στην ΕΕ θα αυξηθούν κατά 12 εκατ. τόνους σε 10 χρόνια –Περαιτέρω συγκέντρωση της παραγωγής γάλακτος σε περιοχές με χαμηλότερο κόστος παραγωγής –Η αύξηση της παραγωγής της ΕΕ θα περιοριστεί από την αύξηση του ανταγωνισμού στην παγκόσμια αγορά και από τη μικρή αύξηση της κατανάλωσης στην ΕΕ –Οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο –Περισσότερο γάλα θα διοχετεύεται σε τυρί και σκόνες –Το τυρί οικιακής χρήσης θα συνεχίσει να αναπτύσσεται –Αύξηση εξαγωγών σε αποβουτυρωμένο γάλα σε σκόνη λόγω βελτίωσης των συνθηκών ξήρανσης –Αύξηση εξαγωγών του ορού γάλακτος σε σκόνη.
•Προϊόντα κρέατος: Καλές προοπτικές εξαγωγών για το χοιρινό κρέας και τα πουλερικά λόγω της σταθερά αυξανόμενης παγκόσμιας κατανάλωσης –Αύξηση των τιμών στη διεθνή αγορά και στην ΕΕ –Αύξηση της παραγωγής κρέατος της ΕΕ λόγω της αύξησης της παραγωγής κρέατος πουλερικών και του χαμηλότερου κόστους των ζωοτροφών –Η παραγωγή βοείου κρέατος αναμένεται να μειωθεί με αργούς ρυθμούς έπειτα από βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη –Η παραγωγή χοιρινού κρέατος θα σταθεροποιηθεί –Η κατά κεφαλήν κατανάλωση κρέατος στην ΕΕ σε πτωτική τάση –Ύστερα από βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη αναμένεται μείωση της κατανάλωσης –Εκτός από τα πουλερικά που επωφελούνται από τις χαμηλότερες τιμές και την προτίμηση των καταναλωτών.