Με την απόφαση για εκλογές να φαίνεται πλέον ειλημμένη, ένα ερώτημα έχει λάβει διαστάσεις άλυτου γρίφου για τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με συνέπια να μην είναι σε θέση να διαμορφώσουν μια στοιχειωδώς επαρκή στρατηγική έναντι του ΣΥΡΙΖΑ: Πώς γίνεται και ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει τόσο δημοφιλής παρά το γεγονός ότι, τελικά, αντί να… σκίσει το δεύτερο Μνημόνιο, αντιθέτως, έφερε το… τρίτο – και μάλιστα με μεγάλο κόστος και έπειτα από τις περιπέτειες ενός δημοψηφίσματος στο οποίο ζήτησε και πήρε ένα απόλυτο «όχι», για να το μετατρέψει εν τέλει σε απόλυτο «ναι»;
Η απάντηση δεν πρόκειται να χαροποιήσει τα επιτελεία των κομμάτων. Κι αυτό επειδή μόλις κατανοήσουν τι συμβαίνει, κάτι που δεν έχει γίνει ακόμα, ταυτόχρονα θα αντιληφθούν ότι δεν είναι σε θέση να κάνουν τίποτα για να αλλάξουν την κατάσταση: ο μόνος πολιτικός αντίπαλος σήμερα για τον Τσίπρα, αν υπάρχει τέτοιος, προέρχεται από το ίδιο του το κόμμα και η προσφυγή στις κάλπες σε αυτόν τον αντίπαλο στοχεύει – με τους άλλους, ούτε καν ασχολείται…
Η εντυπωσιακή απήχηση στην κοινή γνώμη ενός πολιτικού που διαψεύστηκε ήδη σχεδόν σε όλα όσα υποσχέθηκε για να γίνει πρωθυπουργός έχει να κάνει με διαστάσεις και παραμέτρους βαθύτερες από αυτό το επίπεδο.
Πρώτον, ο ελληνικός λαός έχει πειστεί ότι ο Τσίπρας προσπάθησε, ότι δεν πήγε εκεί κοροιδεύοντας. Μέγα τμήμα της κοινής γνώμης θεωρεί, και πιθανότατα δικαίως, ότι ο πρωθυπουργός απέτυχε μεν σε όσα είχε υποσχεθεί, πλην όμως δεν κορόιδεψε. Με άλλα λόγια δεν είχε προαποφασίσει μια οπισθοχώρηση, αλλά, αντιθέτως, πήγε να δώσει μια μάχη την οποία και εν τέλει, αλλά την έδωσε. Κι αυτό, έχει τεράστια, θεμελιώδη σημασία.
Δεύτερον, ότι κι αν έγινε τους τελευταίους μήνες, όσοι προσπαθούν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι το κακό που έχει βρει τον τόπο δήθεν οφείλεται στον Τσίπρα, μάλλον υπηρεσία τελικά του προσφέρουν: πεισμώνουν τον κόσμο να τον κοιτά με ακόμα μεγαλύτερη συμπάθεια…
Τρίτον, ο Τσίπρας είναι, εκ των πραγμάτων, καθαρός: δεν έχει πίσω του σκάνδαλα, δεν έχει πίσω του σχέσεις ύποπτες, δεν ανήκει καν στη γενιά εκείνη που έφερε την καταστροφή σε αυτό τον τόπο. Είναι εκπρόσωπος μιας άλλης, νεότερης γενιάς και θα ήταν πολύ έξυπνο εκ μέρους του να την εμπιστευτεί περισσότερο τόσο στην κατάρτιση των εκλογικών συνδυασμών όσο και την επόμενη ημέρα των εκλογών. Αυτό το πέρασμα σε μία νέα γενιά λειτουργεί από μόνο του ως μηχανισμός θετικός στα μάτια της κοινής γνώμης η οποία έχει πλέον κυριολεκτικά αηδιάσει να βλέπει τα ίδια πρόσωπα και τις ίδιες οικογένειες να κυριαρχούν τα τελευταία… σαράντα χρόνια, εν πολλοίς δε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, λιγότερο ή περισσότερο συνυπεύθυνα για την καταστροφή.
Τέταρτον, καλώς ή κακώς, ο Τσίπρας έχει ένα επικοινωνιακό χάρισμα που δεν το συναντά κανείς σήμερα σε άλλο πολιτικό: ηγέτης αντίπαλο δέος δεν υφίσταται κι αυτό έχει τεράστια σημασία.
Πέμπτον, η στροφή των 180 μοιρών μετά το δημοψήφισμα μπορεί να του στέρησε το κομμάτι της αριστερής του πτέρυγας – και γι αυτό άλλωστε θα πάει, αν πάει, σε εκλογές -, αλλά, ταυτόχρονα, του «έδωσε» απλόχερα ένα πολύ μεγάλο τμήμα του κεντρώου αν όχι και του δεξιού χώρου που βρήκαν στο πρόσωπό του μια νέα ηγεσία – πικρή κι αυτή η πραγματικότητα, πλην όμως αδήριτη πραγματικότητα.
Τελικά λοιπόν, κάθε άλλο παρά ανεξήγητη είναι η δημοφιλία του Τσίπρα, έστω κι αν έχει πια φέρει ένα τόσο σκληρό νέο Μνημόνιο. Και επειδή στην πολιτική ο χρόνος έχει τεράστια σημασία, όσο πιο κοντά γίνουν οι εκλογές, τόσο πιο ισχυρός θα κατέλθει σε αυτές, καθώς τα αληθινά αποτελέσματα του τρίτου Μνημονίου δεν έχουν δείξει ακόμα τα δόντια τους…