«Ένας αστυνομικός με οδήγησε σε ένα δωμάτιο του Κέντρου Υγείας όπου εκεί ήταν τέσσερις γιατροί. Εκεί ο ένας από αυτούς δεν μου είπε τίποτα και κούνησε το κεφάλι του δεξιά και αριστερά και κατάλαβα ότι είχε πεθάνει. Εγώ εκείνη τη στιγμή έχανα τη γη κάτω από τα πόδια μου και ζήτησαν να βγω λίγο έξω. Δεν τους είπα τίποτε άλλο, ούτε ζήτησα να τον δω, ούτε τους ρώτησα πώς συνέβη αυτό και βγήκα έξω μπροστά κλαίγοντας, ουρλιάζοντας, φωνάζοντας «Θανάση μου»».
Απόσπασμα από μία από τις καταθέσεις που έδωσε -πριν από την ομολογία της- η 38χρονη Δήμητρα Β. που κατηγορείται για τη δολοφονία του πρώην ναυτικού Θανάση Λ. στην Κοιλάδα Ερμιονίδας στις 8 Δεκεμβρίου 2014.
«Το Βήμα» παρουσιάζει την άγνωστη δικογραφία της πολύκροτης υπόθεσης. Ο 42χρονος βρέθηκε νεκρός με δύο σφαίρες στο κεφάλι και στα πλευρά στο σπίτι ενός κοινού φίλου τους και η ΕΛ.ΑΣ. κατέληξε να τεκμηριώσει την εμπλοκή της 38χρονης και να τη συλλάβει ως δολοφόνο σχεδόν οκτώ μήνες αργότερα.
Στον δικαστικό φάκελο της υπόθεσης ξεχωρίζουν οι προγενέστερες ομολογίες της, καταθέσεις της συζύγου του δολοφονηθέντος.
Στην πρώτη εξ αυτών δίνει ένα «ασφυκτικό» χρονοδιάγραμμα των κινήσεών της την ώρα της δολοφονίας του συζύγου της προκειμένου να μην προσδιορισθεί ο χρόνος που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος. Όπως σημείωνε, «στις 12 έφυγα για Κρανίδι. Σταμάτησα στις 12.10 στο βενζινάδικο έξω από το Κρανίδι και έβαλα βενζίνη. Μετά πήγα κατ’ ευθείαν στη Γενική Ταχυδρομική Κρανιδίου για να παραλάβω ένα δέμα. Έφτασα εκεί στις 12.20 με 12.25 η ώρα περίπου όπου περίμενα 15 με 20 λεπτά μέχρι να βρουν το δέμα μου. Στις 12.50 περίπου έφυγα από το Κρανίδι και πήγα κατ’ ευθείαν στο σπίτι μου. Έφτασα στο σπίτι μου στις 13.00 μέχρι 13.15. Μέχρι τις 13.30 ασχολήθηκα με τα βραχιόλια που είχε το δέμα. Τότε με πήρε η μητέρα μου και μου είπε να πάω να πάρω το φαγητό. Τα παράτησα όλα και έφυγα κατ’ ευθείαν…»
Σημειώνεται ότι όταν ομολόγησε τη δολοφονία απεκάλυψε ότι μόλις έφθασε σπίτι και δεν βρήκε τον σύζυγό της, κατευθύνθηκε στο σπίτι του κοινού τους φίλου όπου τον βρήκε και λίγο μετά σκότωσε τον άντρα της.
Η «τρύπα» στο άλλοθι
Τα περί «ενασχόλησής της με τα βραχιόλια» ήταν ψέμα και η «τρύπα» στο άλλοθί της. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. το αντελήφθησαν επειδή διαπίστωσαν ότι το τηλέφωνο-πρόσκληση για φαγητό της μητέρας της δεν είχε γίνει στο σταθερό τηλέφωνο, όπως υποστήριζε η ίδια, αλλά στο κινητό της. Κάτι που κλόνιζε τον ισχυρισμό της για παραμονή στο σπίτι της.
Εντυπωσιάζουν ακόμη οι αναφορές της σχετικά με τις πρώτες ώρες μετά τον φόνο και όσα συνέβαιναν στο τοπικό Κέντρο Υγείας. Όπως ανέφερε αρχικά, «το μόνο που μ’ ένοιαζε ήταν να γίνει καλά ο Θανάσης μου». Για να συμπληρώσει μετά τις υποτίθεται «τραγικές στιγμές» που έζησε όταν έμαθε τα «κακά μαντάτα με τον θάνατο του συζύγου της».
Το μαχαίρι
Ωστόσο εντυπωσιάζει η μαρτυρία μίας συγγενούς του θύματος -η οικογένεια παρακολουθεί την εξέλιξη της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης μέσω του δικηγόρου κ. Αλέξη Κούγια– πως «γνωρίζω ότι πριν από περίπου πέντε χρόνια μια φορά που μάλωσαν μεταξύ τους η Δήμητρα (σ.σ. η κατηγορουμένη) είχε μαχαιρώσει τον σύζυγό της στο χέρι. Άλλη μια φορά, γιορτές των Χριστουγέννων, είχαν μαλώσει πολύ και ο Θανάσης (σ.σ. το θύμα) πήγε να μαχαιρώσει τη Δήμητρα και την τελευταία φορά για να εκτονωθεί με το μαχαίρι έκανε κομμάτια μια κούκλα».
Ακόμη η ίδια μάρτυρας ανέφερε ότι η δράστιδα «πίεζε συγγενείς της ώστε να μη λένε στον κόσμο και να μην καταθέτουν στην Αστυνομία πράγματα που γνωρίζουν για την πραγματική εικόνα της οικογενειακής ζωής της με τον Θανάση, χρησιμοποιώντας την κόρη τους ως μοχλό πίεσης και ότι δεν θα την ξαναδούν». Καθώς και ότι λίγο πριν από τη δολοφονία είχε αναφέρει σε κοινούς γνωστούς ότι «εγώ παντρεύτηκα τον τελευταίο Αλβανό της Κοιλάδας».
Συμπλήρωσε δε για τα τεκταινόμενα στο Κέντρο Υγείας όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του 42χρονου πως η 38χρονη αντίθετα με ό,τι ανέφερε στην προηγούμενη κατάθεση της ήταν «απαθέστατη» και έλεγε: «Εγώ δεν ξέρω τίποτα, Δεν ξέρω τίποτα. Έκανα μαθήματα…»