Ζήτημα συνταγματικότητας εγείρει διάταξη που περιλήφθηκε στον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και η οποία καθιστά υποχρεωτική την αναγραφή του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου στα δικόγραφα.
Το άρθρο 118 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αναφέρει μεταξύ άλλων πως τα δικόγραφα που επιδίδονται από ένα διάδικο σε άλλον ή υποβάλλονται στο δικαστήριο πρέπει να αναφέρουν το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, την κατοικία και τη διεύθυνση όλων των διαδίκων και των νόμιμων αντιπροσώπων τους, καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του διαδίκου που επιδίδει ή υποβάλλει το δικόγραφο και αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα, την επωνυμία, τη διεύθυνση της έδρας τους, καθώς και τον αριθμό του φορολογικού μητρώου τους.
Σκοπός της ρύθμισης αυτής είναι η ακριβής και επαρκής ταυτοποίησή των διαδίκων, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η τυπικότητα της διαδικασίας και να διευκολύνεται η πραγμάτωση της αξίωσης του ενάγοντος και γενικότερα η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Η λογική είναι ότι ο ΑΦΜ είναι μοναδικός για κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο και δεν αλλάζει και ως εκ τούτου το πρόσωπο αυτό προσδιορίζεται με ασφάλεια.
Ωστόσο, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στην έκθεση της για τις διατάξεις του νομοσχεδίου που ψηφίσθηκε σήμερα τις πρώτες πρωινές ώρες αναφέρει πως ο ΑΦΜ αποτελεί δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου, εφόσον αφορά φυσικό πρόσωπο, συνιστά δε και στοιχείο του λεγόμενου φορολογικού απορρήτου, θεσμού που, μεταξύ άλλων, στοχεύει στην προστασία του συμφέροντος των φορολογουμένων.
Εν προκειμένω, η υποχρέωση αναγραφής ανεξαιρέτως σε κάθε δικόγραφο – είτε αυτό συνδέεται προς διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, είτε όχι – του ΑΦΜ του διαδίκου δημιουργεί προβληματισμό σε σχέση προς το αναγκαίο μέτρο και τα κριτήρια συγκερασμού – υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας – μεταξύ του δημόσιου συμφέροντος και της επιταγής για κατοχύρωση του θεμελιώδους δικαιώματος του ατόμου στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.
Η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής επικαλείται γνωμοδοτήσεις της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στις οποίες επισημαίνεται ότι η δυνατότητα άμεσης πρόσβασης τρίτων προσώπων, και δη αντιδίκων, σε φορολογικά δεδομένα μπορεί να επηρεάζει αθέμιτα τις συναλλακτικές σχέσεις, διότι θα είναι δυνατό να εξυπηρετούνται σκοποί ξένοι προς εκείνους, για τους οποίους τα δεδομένα αυτά έχουν συλλεχθεί από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές, ενέχει δε και σοβαρούς κινδύνους εγκληματικών ενεργειών σε βάρος μερίδας, τουλάχιστον, των φορολογουμένων.
Τέλος, υποστηρίζει πως ενέχει τον κίνδυνο τα φορολογικά δεδομένα τους να τύχουν επεξεργασίας για σκοπούς, που επηρεάζουν άμεσα την ατομική ελευθερία συμμετοχής τους στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας.