Όταν σε συνέντευξή του το 2013 ο Ομάρ Σαρίφ παραδέχθηκε ότι ξεχνούσε πολλά πράγματα, δεν είχε παρουσιάσει την κατάστασή του ως κάτι αρνητικό αλλά ακριβώς το αντίθετο: «Σημαίνει ότι δεν στέκομαι στο παρελθόν και ότι σκέφτομαι το παρόν» είχε πει. Η δήλωσή του δεν είχε περάσει απαρατήρητη. Ο τότε εκπρόσωπος του θρυλικού Αιγύπτιου (Συριακής – Λιβανέζικης καταγωγής) ηθοποιού είχε απορρίψει τους ισχυρισμούς ότι ο Σαρίφ έπασχε από Αλτσχάιμερ. Είχε αποδώσει στην υπερκόπωση την τάση του να ξεχνά. Εν τέλει βέβαια, το Αλτσχάιμερ ήταν γεγονός, κάτι που αργότερα παραδέχθηκε ο Ταρέκ Eλ-Σαρίφ, το μόνο παιδί του Σαρίφ από τον γάμο του με την Φατέν Χαμάμα. Ο Ταρέκ Ελ- Σαρίφ μάλιστα είχε πει ότι ο πατέρας του αρνούνταν να αποδεχθεί ότι είναι άρρωστος ή να ακολουθήσει τις συμβουλές των γιατρών για την επιβράδυνση της νόσου.
Ομάρ Σαρίφ – «Βαλεντίνο της Αιγύπτου» και «άρρωστος» τζογαδόρος
Όταν σε συνέντευξή του το 2013 ο Ομάρ Σαρίφ παραδέχθηκε ότι ξεχνούσε πολλά πράγματα, δεν είχε παρουσιάσει την κατάστασή του ως κάτι αρνητικό αλλά ακριβώς το αντίθετο: «Σημαίνει ότι δεν στέκομαι στο παρελθόν και ότι σκέφτομαι το παρόν» είχε πει.
Ο Ομάρ Σαρίφ, ο μεγαλύτερος σταρ που βγήκε ποτέ από ην Αίγυπτο, ήταν μοναχογιός. Ηταν η μητέρα του, Κλερ Σαλχούμπ, που τον «χάλασε» από πολύ νωρίς. Ο λόγος; Πολύ απλά παιδεύτηκε πολύ για να τον αποκτήσει. Ο πατέρας του, Ιωσήφ Σαλχούμπ, εύπορος παλαιοπώλης του Καίρου ήθελε οπωσδήποτε να αποκτήσει έναν γιο. Ωστόσο, ο πρώτος γιος του ζεύγους πέθανε με το που γεννήθηκε. Επομένως όταν λίγο αργότερα και ως εκ θαύματος το ζεύγος στις 10 Μαρτίου 1932 απέκτησε τον Μιχαίλ Σαλχούμπ (όπως ήταν το όνομα με το οποίο γεννήθηκε ο Σαρίφ) ήταν σχεδόν αναπόφευκτο να μπει στην «γυάλα» της υπερπροστασίας των γονιών του. Συνεπώς από τα 15 του χρόνια ο Ομάρ Σαρίφ είχε το δικό του αυτοκίνητο, ζούσε μέσα στην χλιδή και την πολυτέλεια, έκανε τα ψώνια του στη Ρώμη, στο Παρίσι και στο Λονδίνο και ήταν μέγας γυναικάς. «Αν η οικογένειά μου δεν ήταν καθολική αλλά μουσουλμανική θα είχα παντρευτεί και τις τέσσερις συζύγους που επιτρέπει σε όλους τους Μουσουλμάνους το Κοράνι» είχε πει.
Ως ηθοποιός άλλωστε, ο Ομάρ Σαρίφ κατάφερε να κατακτήσει τις γυναίκες όλου του κόσμου. Ο χαρακτηρισμός «Βαλεντίνο της Αιγύπτου» δεν ήταν καθόλου άστοχος. Διανύοντας την τρίτη δεκαετία της ζωής του, ο Σαρίφ είχε ήδη εξελιχθεί σε σύμβολο του σεξ στα πάτρια εδάφη, παίζοντας σε αρκετά ερωτικά μελοδράματα από το 1953 μέχρι το 1960. Και τότε, στην αυγή των sixties ήρθε το μάννα εξ’ ουρανού. Δίπλα στον Πίτερ Ο’Τούλ και υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του μέγιστου Ντέιβιντ Λιν, ο Σαρίφ εμφανίζεται στον ρόλο του δολοπλόκου Αραβα φύλαρχου της ταινίας «Ο Λόρενς της Αραβίας». Υποψηφιότητα για Οσκαρ Β’ ρόλου και ο κόσμος, ξαφνικά, άνοιξε διάπλατα τις πόρτες του γι’ αυτόν. Επαιξε τον «Τζένγκις Χαν», ξαναβρέθηκε με τον Πίτερ Ο’Τούλ στη «Νύχτα των στρατηγών», υπήρξε παρτενέρ της Σοφία Λόρεν στο «Πάντα μια γυναίκα», της Κατρίν Ντενέβ στο «Μαγιερλινγκ» και της Μπάρμπρα Στράιζαντ στο «Αστείο κορίτσι». Και βεβαίως, υπήρξε ο «Δρ. Ζιβάγκο», ο ήρωας του Μπόρις Πάστερνακ που επίσης σκηνοθέτησε ο Λιν. Ταινίες που ακούσθηκαν, έγιναν επιτυχίες και τον καταξίωσαν ως μια από τις μεγαλύτερες «εξωτερικές» δυνάμεις ηθοποιών στο Χόλιγουντ.
Μια ταινία του που είχε κάνει ιδιαίτερη αίσθηση στην Ελλάδα ήταν οι «Διαρρήκτες» (1971) στην οποία ο Ζαν Πολ Μπελμοντό έκανε τον ζογκλέρ στην καρδιά της αθηναϊκής κίνησης μπαίνοντας απ’ τα παράθυρα σε τρόλεϊ και λεωφορεία. Πώς να μην εντυπωσιαστεί ο Αθηναίος βλέποντας την πόλη του να έχει μεταβληθεί σε προσωπική αρένα δυο από τους διασημότερους σταρ της εποχής της αφούσ στην ίδια ταινία ο Ομάρ Σαρίφ, ήταν ο ιδανικός ηθοποιός για να παίξει τον ψευτοφολκλόρ αστυνομικό Αβέλ Ζαχαρία που καταδιώκει τον Μπελμοντό (με ρεπούμπλικα, γκαμπαρντίνα, κομπολογάκι και τα σχετικά), τον ξεναγεί σε ελληνική ταβέρνα κάνοντάς τον κοινωνό στις λιχουδιές της παραδοσιακής ελληνικής κουζίνας: This we call mouzaka, this is dolmadakia κ.ο.κ.
Μόνο που η ζωή του Ομάρ Σαρίφ κλονίστηκε άσχημα και μόνος φταίχτης ήταν ο ίδιος. Υπήρξε κακός επιχειρηματίας και ένας από τους πιο «άρρωστους» επώνυμους τζογαδόρους που έχουν υπάρξει ποτέ. Τον αποκαλούσαν «εξπέρ του μπριτζ» και αμφιβάλλουμε αν υπήρξε καζίνο στον κόσμο όπου ο Σαρίφ δεν έχει αφήσει το αποτύπωμά του. Όταν χρεοκόπησε παραδεχόταν σε συνεντεύξεις του ότι είχε διαρκώς οικονομικά προβλήματα και ότι αναγκαζόταν να αναζητεί ταινίες για να ξεχρεώσει. «Εχω να θρέψω τα άλογά μου», είχε πει. «Βοηθώ την οικογένειά μου και την πρώην σύζυγό μου.» Το 1969 είχε έρθει η πλήρης καταστροφή. Πούλησε τα πάντα και αναγκαζόταν να παραχωρεί τον μισό μισθό του στις τράπεζες. Στη δεκαετία του 1970 είχε κατορθώσει να χάσει 5 εκατομμύρια δολάρια μέσα σε 10 χρόνια!
Η τελευταία σπουδαία ταινία του Ομάρ Σαρίφ ήταν το «Ο κύριος Ιμπραίμ και τα λουλούδια του Κορανίου», παραγωγής 2003, σε σκηνοθεσία του Γάλλου Φρανσουά Ντιπερόν. Ολη η ωριμότητα και η σοφία του ηλικιωμένου πια Αιγύπτιου ηθοποιού, του πάλαι ποτέ «Δρ. Ζιβάγκο», ρέει σαν ποταμός στην οθόνη. Παίζοντας τον ήρωα του τίτλου, έναν μουσουλμάνο παντοπώλη στο Παρίσι του 1960 ο οποίος γίνεται ο καλύτερος φίλος, ο μέντορας αλλά και η μοναδική οικογένεια ενός μοναχικού Εβραιόπουλου, ο Ομάρ Σαρίφ δίνει την εντύπωση ότι σαν τον αθεράπευτο τζογαδόρο που υπήρξε σε όλη τη ζωή του, άφησε το καλύτερο κινηματογραφικό χαρτί του για τον επίλογο. Και κέρδισε.
Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.