Μεταξύ των μέτρων που πρότεινε η ελληνική κυβέρνηση στους εταίρους είναι και η μείωση αμυντικών δαπανών κατά 200 εκατ. ευρώ, κάτι που αντιστοιχεί σε περικοπή 5% από τον προϋπολογισμό για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς της χώρας.
Ο βρετανικός Guardian αναρωτιέται γιατί οι αριστεροί πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ δεν προωθούν μεγαλύτερη μείωση αμυντικών δαπανών, αντί της επιβολής νέων φόρων, δεδομένου ότι η χώρα ξοδεύει σε στρατιωτικές δαπάνες ποσά επιπέδου ΗΠΑ, κατ’ αναλογία των μεγεθών των οικονομιών κάθε χώρας του ΝΑΤΟ.
Ακολουθούν αποσπάσματα:
Εκτιμήσεις του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI), δείχνουν ότι αυτό το ποσό θα ισοδυναμούσε με μείωση 5% των στρατιωτικών δαπανών της Ελλάδας.
Θα ήταν ένα προφανές σχέδιο δράσης για ένα Αριστερό – κάποιοι λένε Ακροαριστερό – κίνημα. Θα μπορούσε επίσης να αποτρέψει την ανάγκη να προκληθεί ακόμα περισσότερος πόνος στους πολύπαθους καταναλωτές και τους εργαζομένους στην Ελλάδα από την αύξηση του ΦΠΑ που αποτελεί μέρος του πακέτου.
Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν πάντως μια απότομη μείωση από την αρχή της ελληνικής κρίσης – ο αμυντικός προϋπολογισμός έχει μειωθεί κατά περίπου 40% τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Αν εξακολουθεί να είναι υψηλός, αυτό οφείλεται στην συναίνεση που υπάρχει στη χώρα για την απειλή που θέτει η Τουρκία. Η Ελλάδα δεν είναι Βέλγιο ούτε Πορτογαλία
Βαθύτερες περικοπές δεν θα μπορούσαν να εφαρμοστούν εύκολα τόσο για πολιτικούς όσο και για πρακτικούς λόγους. Η κυβέρνηση Τσίπρα είναι μια Αριστερή-Δεξιά συμμαχία. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της εξαρτάται από την υποστήριξη του δεξιού εθνικιστικού κόμματος ΑΝΕΛ, του οποίου ο ηγέτης Πάνος Καμμένος κατέχει το χαρτοφυλάκιο της Αμυνας.
Χωρίς καμμία νέα πρωτοβουλία για προμήθειες όπλων στον ορίζοντα, οι μελλοντικοί αμυντικοί προϋπολογισμοί θα αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από το κόστος των προηγούμενων αγορών όπλων, από τους μισθούς και τις συντάξεις των στρατιωτικών, και από τα λειτουργικά έξοδα των ενόπλων δυνάμεων. Μόνο τα τελευταία μπορούν να μειωθούν.
Υπάρχουν επίσης ισχυρές ενδείξεις ότι ορισμένες από τις συμβάσεις βάσει των οποίων αγοράστηκαν και παραδόθηκαν τα όπλα ελήφθησαν με μίζες και δωροδοκίες, μια πρακτική για την οποία η Ελλάδα έχει επικριθεί ευρέως από τους πιστωτές».