Για πολιτικές ευθύνες στο θέμα της γραμμής που ακολουθήθηκε για την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά κάνει λόγο ο απερχόμενος πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Οργανισμού Λιμένος Πειραιά (ΟΛΠ) κ. Γιώργος Ανωμερίτης μιλώντας αποκλειστικά στο «Βήμα» μία ημέρα πριν από την κρίσιμη γενική συνέλευση των μετόχων όπου θα γίνει γνωστό το όνομα του διαδόχου του. «Εγώ παραμένω συνεπής στις θέσεις μου, άλλοι άλλαξαν τις δικές τους» διακηρύσσει αφήνοντας σαφείς αιχμές για την κυβέρνηση, με τις προγραμματικές θέσεις της οποίας λέει ότι συμφωνούσε. Εκτιμά ότι το λιμάνι έχει μείνει πίσω και παράλληλα επιμένει ότι το νομικό και οικονομικό πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης είναι λανθασμένο.
–Ποιοι είναι οι λόγοι που σας οδήγησαν στην υποβολή παραίτησης από τον ΟΛΠ;
«Εμείς οι παλαιότεροι σεβόμαστε τους άτυπους κανόνες διοίκησης μετά από επέλευση πολιτικών μεταβολών. Ετσι στις 20.2.2015 έθεσα την παραίτησή μου στη διάθεση του εποπτεύοντος υπουργού κ. Θ. Δρίτσα και στις 26.3.2015 στη διάθεση του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ κ. Στ. Πιτσιόρλα. Και με τους δύο, που είναι και φίλοι, συμφωνήσαμε να παραμείνω ως την τακτική γενική συνέλευση του Ιουνίου ώστε να αποφευχθεί η σύγκληση μιας έκτακτης γενικής συνέλευσης αλλά και για τη διαχείριση των μεγάλων γεγονότων του Μαΐου, δηλαδή το συνέδριο του Οργανισμού Λιμένων Ευρώπης (ESPO) και την Ευρωπαϊκή Ημέρα Θάλασσας, που για πρώτη φορά και τα δύο έγιναν στον Πειραιά. Εννοείται ότι τότε συμφωνούσα με τις προγραμματικές θέσεις της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ για τη λιμενική πολιτική. Εγώ παραμένω συνεπής στις θέσεις μου, άλλοι άλλαξαν τις δικές τους. Επομένως η αποχώρησή μου ήταν μονόδρομος αφού δεν ήρθα στον Πειραιά για να ξεπουλήσω τον ΟΛΠ».
–Υπάρχουν ευθύνες από πλευράς της κυβέρνησης στο θέμα της πώλησης του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών του ΟΛΠ;
«Πολιτικές ευθύνες υπάρχουν. Πρώτον, επειδή οι πάγιες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ήταν κατά της πώλησης του πλειοψηφικού πακέτου σε έναν και μόνο ιδιώτη και, δεύτερον, γιατί η σημερινή διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ συνεχίζει με μικροαλλαγές τον μη νόμιμο διαγωνισμό της μνημονιακής διοίκησης του 2013. Η πρόβλεψή μου είναι γνωστή: ακολουθούν όλοι έναν νομικά και οικονομικά λανθασμένο τρόπο ιδιωτικοποίησης που δεν πρόκειται να ευοδωθεί. Ετσι όμως και η πώληση δεν θα γίνει και ο ΟΛΠ αναπτυξιακά έχει καθηλωθεί όταν τα άλλα λιμάνια της Ευρώπης αναπτύσσονται. Ηδη χάθηκαν λόγω ΤΑΙΠΕΔ τρία χρόνια».
–Ο εκπρόσωπος του ΤΑΙΠΕΔ δεν εμφανίστηκε στην τελευταία συνεδρίαση του ΔΣ του ΟΛΠ. Ποιες ήταν οι σχέσεις σας με το Ταμείο;
«Η συνεδρίαση του ΔΣ για το θέμα έγκρισης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας (ΣΣΕ) συνεκλήθη μετά από συνεννόηση με τον πολιτικό προϊστάμενο του ΟΛΠ, υπουργό κ. Θ. Δρίτσα. Η μη εμφάνιση του εκπροσώπου του ΤΑΙΠΕΔ έγινε προκειμένου να ματαιωθεί τυχόν απόφαση του ΔΣ –απαιτείτο πλήρης σύνθεση επειδή επρόκειτο για έκτακτο ΔΣ –και να μην υπογραφεί ΣΣΕ. Πρόβλημα σχέσεων υπάρχει προφανώς μεταξύ υπουργείου και ΤΑΙΠΕΔ και όχι του ΟΛΠ με το ΤΑΙΠΕΔ, το υπουργείο ή τους εργαζομένους».
–Τι πρέπει να γίνει για την περαιτέρω ανάπτυξη του λιμανιού;
«Το ΤΑΙΠΕΔ πρέπει να κηρύξει άγονο τον μη νόμιμο διαγωνισμό του 2014. Να καθήσουν όλοι να αποφασίσουν για το εθνικό λιμενικό σύστημα, τις οικονομικές ανάγκες του ΤΑΙΠΕΔ και την ανάπτυξη του Πειραιά και του ΟΛΠ. Να βοηθήσουμε τη χώρα στις υποχρεώσεις της, αλλά και το ΤΑΙΠΕΔ να κατανοήσει ότι κάθε εισπρακτικού χαρακτήρα μέτρο πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την ανάπτυξη της χώρας και των παραγωγικών τομέων της, όπως της λιμενικής βιομηχανίας. Εξειδικευμένες προτάσεις μου για μια ισόρροπη απόφαση, που φέρνει περισσότερα έσοδα σε όλους, έχουν κατατεθεί από το 2013».
–Θα υποβάλλατε παραίτηση ακόμη και αν δρομολογούνταν η ιδιωτικοποίηση του λιμανιού με την προηγούμενη κυβέρνηση;
«Εχω υποβάλει και παλαιότερα δύο φορές παραίτηση λόγω του τρόπου ιδιωτικοποίησης. Είχα όμως την πλήρη διαβεβαίωση του ΠαΣοΚ ότι «πώληση του ΟΛΠ, έτσι όπως τη σχεδιάζει το ΤΑΙΠΕΔ, δεν πρόκειται να γίνει». Σημειώνω ότι η πρόταση των μνημονίων της τρόικας (Ν. 3845/2010, Ν. 3985/2011 και Ν. 4093/2012) ήταν να πουληθεί μόνο το 23% των μετοχών του ΟΛΠ και η ιδιωτικοποίηση να γίνει μέσω συμβάσεων παραχώρησης. Ποτέ δεν ζήτησε η τρόικα να πουληθεί το 67% των μετοχών, όπως αυθαίρετα αποφάσισε το 2013 το ΤΑΙΠΕΔ. Επί του θέματος αυτού τον λόγο πρέπει να έχει η Επιτροπή της Βουλής για τα Μνημόνια και η αρμόδια Γενική Διεύθυνση για θέματα ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».
–Ποιο είναι κατά την άποψή σας το ιδανικό μοντέλο του ΟΛΠ;
«Στηρίζω το ευρωπαϊκό λιμενικό μοντέλο που θέλει η Αρχή Λιμένος (Port Authority) να είναι πάντα υπό δημόσιο έλεγχο και το επιχειρηματικό τμήμα (operation) υπό ιδιωτική, δημόσια ή μεικτή διαχείριση μέσω παραχωρήσεων σε επενδυτές. Τα λιμάνια είναι μηχανές ανάπτυξης και λειτουργούν με ξένες επενδύσεις ανταγωνιστικά, που σημαίνει πλήρης άρνηση κάθε μονοπωλιακού μοντέλου, κρατικού ή ιδιωτικού. Σημειώνω πως οι επιτελείς της ΕΕ έχουν δηλώσει ότι ιδιωτικοποίηση μέσω πώλησης πλειοψηφικού πακέτου μετοχών «ούτε ως μέθοδο τη γνωρίζουν ούτε θέλουν να τη γνωρίσουν». Η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε για τρία λιμάνια από τη Θάτσερ και μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο, πουθενά αλλού στον κόσμο».
–Πώς βλέπατε την πρόταση του Δήμου Πειραιά για σύσταση Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου ακόμη και σε περίπτωση ιδιωτικοποίησης;
«Προτάθηκε ως λύση ανάγκης απέναντι στο ξεπούλημα, δεν είναι όμως η ενδεδειγμένη. Το λιμάνι του Πειραιά δεν είναι μικρό δημοτικό και εποχικό λιμάνι. Είναι λιμάνι μεγάλων μεγεθών και δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει ως δημοτική επιχείρηση. Ας μη γυρίσουμε πριν από το 1930. Πόλη και λιμάνι οφείλουν να πάνε μαζί μέσα από νέα μοντέλα συμμετοχής και διοίκησης».
–Πώς πορεύθηκε ο ΟΛΠ στη διάρκεια της θητείας σας;
«Στο διάστημα της θητείας μου επαναφέραμε στην κερδοφορία τον ΟΛΠ, διατηρήσαμε με θυσίες και των εργαζομένων πενταετή εργασιακή ειρήνη παρά την κρίση, ξεκινήσαμε τα έργα της Πολιτιστικής Ακτής Πειραιά, με τέσσερα μουσεία, πήραμε την έγκριση για την επέκταση του λιμένα κρουαζιέρας κόστους 136 εκατ. ευρώ με 95% κοινοτική επιδότηση και υπογράψαμε μέσω «φιλικού διακανονισμού» νέα σύμβαση παραχώρησης με την Cosco ύψους 230 εκατ. ευρώ και πολλά άλλα. Λάθη και παραλείψεις σίγουρα έγιναν, περισσότερο όμως έχουν σχέση με το αντιεπενδυτικό κλίμα της μνημονιακής περιόδου, το αντιαναπτυξιακό σύστημα της κεντρικής διοίκησης και λιγότερο με τα εσωτερικά θέματα των διαπλεκόμενων πειραϊκών συμφερόντων».
–Ποια θα είναι η επόμενη ημέρα για σας; Σκοπεύετε να επιστρέψετε στην κεντρική πολιτική σκηνή;
«Υπήρξα πάντα κοινωνικά και πολιτικά ενεργός πολίτης. Και θα συνεχίσω να είμαι. Η κεντρική πολιτική σκηνή, την οποία υπηρέτησα 14 χρόνια ως βουλευτής και τέσσερις φορές ως υπουργός, όσο υπάρχουν το εκλογικό σύστημα διαφθοράς και διαπλοκής, οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες, τα αρχηγικά κόμματα και οι αυλές τους, που λειτουργούν μακριά από τα συμφέροντα του λαού, δεν με ενδιαφέρει. Φυσικά σε περιόδους κρίσης η παρουσία μου είναι δεδομένη. Στους αγώνες υπήρξα πάντα παρών. Από εδώ και πέρα δεν υπάρχει σιωπή για κανέναν».