Σήμερα, μετά την ανακοίνωση του θανάτου του πρών προέδρου της Τουρκίας Σουλειμάν Ντεμιρέλ, είναι, δυστυχώς, απαραίτητη η χρήση του πρώτου προσώπου για την ιστορία που ακολουθεί.
Πριν από 21 χρόνια, τα Χριστούγεννα του 1994, ταξίδευα στην Αγκυρα. Ο λόγος ήταν ότι ο τότε πρόεδρος Ντεμιρέλ είχε δεχθεί να μου παραχωρήσει τη μοναδική συνέντευξη που έδωσε σε ελληνικό μέσο ενημέρωσης, στον Οικονομικό Ταχυδρόμο της εποχής. Και ήταν Χριστούγεννα κατά κυριολεξία: η συνάντησή μας έγινε στο γραφείο του στο αχανές προεδρικό μέγαρο – παλάτι κι αυτό, πριν το παλάτι του Ερντογάν – στις 12.00 ακριβώς το μεσημέρι της 25ης Δεκεμβρίου 1994.
Η συνέντευξη έγινε στις δύο γλώσσες με και με δύο μεταφραστές κατ’ απαίτηση του Ντεμιρέλ παρά το γεγονός ότι μιλούσε άριστα αγγλικά – ήταν μηχανικός και είχε σπουδάσει στις ΗΠΑ. Είχε μπροστά του τυπωμένες σημειώσεις σε μικρά χαρτάκια με το τουρκικό εθνόσημο στην κορυφή τους.
Τρία πράγματα συνέβησαν εκεί, τα οποία δεν αποτυπώθηκαν στη συνέντευξη, αλλά υπήρξαν τα πιο εντυπωσιακά και, σήμερα που ο Τούρκος πολιτικός έφυγε πια από τη ζωή, ίσως μπορούν πια να αναφερθούν δημοσίως:
Το πρώτο, είναι ότι στις ερωτήσεις περί παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου από τα τουρκικά αεροσκάφη, αντέδρασε έντονα – γενικά ήταν ήρεμος άνθρωπος – σε βαθμό που απείλησε με διακοπή της συνέντευξης αν επανερχόμουν στο ζήτημα που, κατ’ αυτόν, ήταν μία απλή τεχνική διαδικασία στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Επανήλθα λίγο αργότερα από άλλη οδό: Ο Ντεμιρέλ δεν διέκοψε τη συνέντευξη, αλλά και δεν απάντησε.
Το δεύτερο είναι ευτράπελο και μοιάζει απίστευτο, αλλά είναι 100% πραγματικό: μέσα στην πολυτέλεια του γραφείου του στο Προεδρικό Μέγαρο, που θύμιζε περισσότερο Βερσαλλίες παρά Αγκυρα, ξαφνικά, μια κατσαρίδα ανέβηκε και στάθηκε στο πέτο του! Ηταν πραγματικός πανικός: τι να πεις στον πρόεδρο της Τουρκίας γι αυτό, όταν ούτε το φαντάζεται να συμβαίνει; Αλλά και να συζητάς μαζί του και η κατσαρίδα να κουνάει τις κεραίες της δίπλα στο κεφάλι του, ήταν ένα θέαμα που ήθελε πολύ μεγάλη προσπάθεια για να πνίξει κανείς τα γέλια που προκαλούσε και τα οποία θα ήταν σαφώς ανοίκεια προσβολή για τον ίδιο. Τελικά, η μεταφράστρια, με μεγάλη άνεση σηκώθηκε και την τίναξε από το πέτο του. Όταν το έκανε, σκέφτηκα προς στιγμή ότι οι τέσσερις ακροβολισμένοι άνδρες της ασφάλειάς του θα ορμούσαν μόλις τον πλησίαζε. Δεν κουνήθηκε κανείς…
Το τρίτο, και πιο σοβαρό όλων, συνέβη μετά τη συνέντευξη, όταν ο Ντεμιρέλ ζήτησε να μείνουμε μόνοι στο γραφείο του και έγινε μια συζήτηση ουσίας σε εντελώς διαφορετικό κλίμα από ότι η τυπικότητα της συνέντευξης επέβαλε. Η συζήτηση κράτησε αρκετά – πολύ ίσως θα μπορούσε να πει κανείς αφού ξεπέρασε τα τρία τέταρτα της ώρας. Το πιο ουσιώδες τμήμα της ίσως ήταν εκείνο στο οποίο ο Ντεμιρέλ μου είπε: «Θέλω να σου ζητήσω να μεταφέρεις ένα μήνυμά μου στους αρχηγούς των δύο μεγάλων κομμάτων στην Ελλάδα. Κάτι που θέλω να τους πω, αλλά δεν μπορώ αλλιώς. Κι αυτή είναι μία καλή ευκαιρία. Του υποσχέθηκα ότι θα το κάνω, όπως και το έκανα επιστρέφοντας.
Το μήνυμά του έλεγε: με την Ελλάδα, μπορούμε να τα βρούμε στα πάντα. Μπορούν όλα να τελειώσουν και οι σχέσεις να γίνουν άριστες. Υπάρχει όμως μία προυπόθεση γι αυτό. Μία και μόνη». Ποια, τον ρώτησα: «Να αποδεχθείτε, επιτέλους, ότι χάσατε την Κύπρο και να καταλάβετε ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση ποτέ η Τουρκία να φύγει από το νησί. Ποτέ και με κανέναν ηγέτη, όποιος κι αν είναι. Αν δεν το καταλάβετε αυτό, δεν θα προχωρήσουμε. Εμείς δεν πρόκειται ποτέ και για κανένα λόγο να αφήσουμε την Κύπρο.»
Αυτά ακριβώς ήταν τα λόγια του. Του είπα ότι θα τα μεταφέρω ακριβώς, όπως και έγινε. Του είπα όμως, ταυτόχρονα, ότι είναι κρίμα: γιατί είναι εξίσου αδύνατο ο ελληνισμός να ξεχάσει και να αποδεχθεί τον Αττίλα. Και ότι αν βρεθούν πολιτικές ηγεσίες που το θελήσουν, δεν θα αντέξουν στην πίεση του κόσμου – ελπίζω ότι δεν μετέδωσα λάθος εικόνα στο νεκρό σήμερα πρόεδρο, έναν πολύ ευγενή και σοβαρό άνθρωπο…
Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε ως κύριο θέμα στο πρώτο φύλλο του Οικονομικού Ταχυδρόμου του 1995, στις 5 Ιανουαρίου. Μαζί, μία άλλη συνέντευξη ήταν το μόνο δεύτερο θέμα στο εξώφυλλο του ιστορικού περιοδικού: ο αείμνηστος Γιάννος Κρανιδιώτης, υφυπουργός ή αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών τότε, μιλούσε στους Αντώνη Παπαγιαννίδη και Χρύσανθο Λαζαρίδη για το στόχο της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. Το βράδυ μου τηλεφώνησε εντυπωσιασμένος με το θέμα Ντεμιρέλ και μου ζήτησε να τα πούμε στο γραφείο του που βρισκόταν στον ψηλότερο όροφο του παλιού ξενοδοχείου «Αστέρας» στο Σύνταγμα το οποίο είχε περάσει στο υπουργείο. Μιλήσαμε πολύ ώρα και του μετέδωσα όλη την εικόνα από το προεδρικό γραφείο στην Αγκυρα: κατάλαβε αμέσως το τι μου είχε πει ο Ντεμιρέλ, ήταν σα να το είχε ζήσει κι ο ίδιος. Όμως, το ζήτημα της ευρωπαικής ένταξης της Κύπρου ήταν το κυρίαρχο που τότε έμοιαζε περίπου αδύνατο να επιτευχθεί, σε βαθμό που η βεβαιότητα που εξέφραζε περί αυτού, έμοιαζε να τον εκθέτει. Τελικά, είχε δίκιο…