Η χθεσινή διαπίστωση Τσίπρα, ότι δηλαδή το ελληνικό πρόγραμμα συγκροτείται ουσιαστικά από το άθροισμα των πιο σκληρών θέσεων των τριών πλευρών των δανειστών, είναι 100% ακριβής.
Το ίδιο συμβαίνει και με την παράλληλη διαπίστωση ότι, αντιθέτως, εκεί που υπάρχουν πιο θετικές θέσεις για την Ελλάδα μεταξύ των δανειστών, όπως αυτή του ΔΝΤ για το χρέος, γίνονται αντικείμενο πολεμικής από τα άλλα δύο μέρη με αποτέλεσμα αυτές να παγώνουν.
Ετσι, μέσα από τον τρόπο που λειτουργεί η τριαδική δομή των δανειστών, η Ελλάδα δεν έχει την παραμικρή διαφυγή ελπίδας: η χώρα μπαίνει μέσα σε μία τανάλια που σφίγγει απ’ όλες τις πλευρές. Κι αυτό την ώρα που η ίδια η κυβέρνηση έχει καταρτίσει ένα ήδη πολύ σκληρό πακέτο. Αλλά δεν τους κάνει.
Εκτός ελαχίστων γραφικών εξαιρέσεων, δεν υπάρχει άνθρωπος στην Ελλάδα που να πιστεύει πραγματικά ότι η προσαρμογή που επιβάλλεται είναι βιώσιμη.
Η συζήτηση δεν γίνεται σχετικά με αυτό. Γίνεται ως απότοκο του φόβου. Με άλλα λόγια, δεν υποστηρίζει κανείς ότι πρέπει να πάνε κι άλλο 20% κάτω οι συντάξεις ή να ανέβει ο ΦΠΑ.
Εκείνοι λοιπόν που διαφωνούν με την προσπάθεια της χώρας να αντισταθεί σε αυτές τις απαιτήσεις δεν διαφωνούν επειδή… διαφωνούν, αλλά επειδή –σε πολύ μεγάλο βαθμό κατανοητά και δικαίως – αισθάνονται τον κίνδυνο, την απειλή, τον φόβο: γιατί αυτά είναι τα όπλα των «εταίρων» δανειστών που σε κάθε βήμα θυμίζουν ότι αν δεν υπακούσουμε, φέρνουν αύριο την καταστροφή.
Αυτό είναι το όπλο, δεν είναι η λογική, ούτε οι κοινές αξίες.
Όμως, με τέτοια όπλα δεν πορεύεται η Ευρώπη όπως τουλάχιστον αυτή διαμορφώθηκε όλα τα χρόνια από το τέλος του Πολέμου μέχρι την επανένωση της Γερμανίας. Σε όλο αυτό το διάστημα, Ευρώπη σήμαινε εντελώς διαφορετικά πράγματα.
Αυτό που αντιμετωπίζει λοιπόν η Ελλάδα σήμερα δεν είναι η Ευρώπη, ούτε η ΕΚΤ, ούτε το ΔΝΤ: είναι ένα σύμπλεγμα βγαλμένο μέσα από όλα αυτά, το οποίο, αν μοιάζει με κάτι, αυτό είναι, περισσότερο απ’ όλα, μια μαύρη διεθνή.
Δυστυχώς για εμάς, αλλά δυστυχώς και για την ίδια την Ευρώπη.