Μουσείο για τον Τζον Γουέιν άνοιξε πριν από λίγο καιρό τις πόρτες του στον τόπο καταγωγής του ηθοποιού, το Γουίντερσετ της Αϊοβα. Εξω από το μουσείο δεσπόζει ένα μπρούντζινο άγαλμα του Duke (Δούκας), όπως ήταν το παρατσούκλι του, με το καπέλο του κάουμποϊ και φυσικά ένα πιστόλι στο χέρι. Στο μουσείο εκτίθενται η γκαρνταρόμπα πολλών ταινιών του, ένα υπογεγραμμένο πορτρέτο του από τον Αντι Γουόρχολ, το στέισον βάγκον του, ένα Pontiac Grand Safariτου 1972 και προσωπικά αντικείμενα του ηθοποιού. Μεταξύ άλλων, ο χαρτοφύλακάς του και το κάλυμμα του ματιού που φορούσε στην ταινία «Αληθινό θράσος» («True Grit») του 1969, όπου ο Γουέιν υποδύθηκε τον γερο-πιστολέρο Ρούστερ Κόγκμπουρν. Η ταινία του Χένρι Χάθαγουεϊ, που ξαναγυρίστηκε πριν από μερικά χρόνια από τους αδελφούς Τζόελ και Ιθαν Κόεν με τον Τζεφ Μπρίτζες στον ίδιο ρόλο, χάρισε στον Γουέιν το μοναδικό Οσκαρ της καριέρας του (στην κατηγορία του α’ ανδρικού ρόλου).
Τα αντικείμενα που εκτίθενται στο μουσείο προέρχονται από ιδιωτικές συλλογές. Ωστόσο, μόνο ένα μέρος τους εκτίθεται, ώστε οι επιμελητές να μπορούν να τα ανανεώνουν και να διατηρούν έτσι αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού. Ο διευθυντής του μουσείου Μπράιαν Ντάουνς δήλωσε ότι το μουσείο δημιουργήθηκε γιατί οι ξεναγήσεις στο πατρικό σπίτι του ηθοποιού δεν ικανοποιούσαν τους θαυμαστές του.
Ο Μάριον Ρόμπερτ Μόρισον, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Τζον Γουέιν, γεννήθηκε στις 26 Μαΐου 1907. Σε μικρή ηλικία μετακόμισε με την οικογένειά του στην Καλιφόρνια. Ενα ατύχημα έδωσε τέλος στην αθλητική καριέρα του αλλά την ίδια ώρα άνοιξε τον δρόμο για την υποκριτική.
Η κινηματογραφική καριέρα του Τζον Γουέιν διήρκεσε πέντε δεκαετίες. Η φιλμογραφία του άρχισε το 1926 στον βωβό κινηματογράφο και ξεπερνά τους 175 τίτλους. Ο Γουέιν έπαιξε σε όλα τα είδη ταινιών αλλά καθιερώθηκε στο γουέστερν και έγινε μεγάλος σταρ του είδους το 1939 μετά τη μεγάλη επιτυχία της κλασικής πλέον ταινίας «Ταχυδρομική άμαξα».
Το φιλμ γυρίστηκε από τον Τζον Φορντ, έναν σκηνοθέτη με τον οποίο ο Γουέιν συνεργάστηκε πολλές φορές και στις καλύτερες ταινίες του. Ανάμεσά τους τα γουέστερν «Η αιχμάλωτος της ερήμου», «Ρίο Γκράντε», «Επέλασις την αυγή», «Ο άνθρωπος που σκότωσε τον Λίμπερτι Βάλανς» και «Ηρωική επέλασις».
Ο Γουέιν που πολιτικά ανήκε στους συντηρητικούς καλλιτέχνες του Χόλιγουντ, σκηνοθέτησε δύο ταινίες στις οποίες φάνηκαν τα πατριωτικά συναισθήματά του. Η μία ήταν το γουέστερν «Αλαμο» (1960) και η άλλη τα «Πράσινα μπερέ» (1968) που υμνούσαν τις δραστηριότητες των Αμερικανών στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Υποψηφιότητες για Οσκαρ ο Τζον Γουέιν είχε επίσης αποσπάσει το 1950 για το πολεμικό δράμα «Στους άμμους της Ιβο Ζίμα» (στην κατηγορία του α’ ανδρικού ρόλου) και το 1961 για το «Αλαμο» (ως παραγωγός αφού η ταινία είχε προταθεί για το Οσκαρ καλύτερης ταινίας).
Ο Τζον Γουέιν, που παντρεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε επτά παιδιά (ανάμεσά τους και ο ηθοποιός Πάτρικ Γουέιν), έφυγε από τη ζωή το 1979, σε ηλικία 72 ετών, από καρκίνο του στομάχου (είχε διαγνωστεί ότι έπασχε από καρκίνο το 1964). Για πολλούς ο τελευταίος ρόλος του, στο «Με το χέρι στη σκανδάλη» του Ντον Σίγκελ, όπου υποδύθηκε έναν καρκινοπαθή ηλικιωμένο πιστολά, ήταν ο καλύτερος της καριέρας του, Το 1985 τα παιδιά του ίδρυσαν έναν οργανισμό, τον «John Wayne Cancer Foundation», ο οποίος υποστηρίζει τον αγώνα κατά του καρκίνου.
Το μουσείο Τζον Γουέιν κόστισε 2,5 εκατομμύρια δολάρια και η υλοποίησή του διήρκεσε επτά χρόνια. Χρηματοδοτήθηκε κυρίως από ιδιώτες και σύμφωνα με τον Ντάουνς «ήταν ένα όνειρο για τη μικρή πόλη να καταφέρει κάτι τέτοιο». Το εισιτήριο εισόδου κοστίζει 15 δολάρια και περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, μια ξενάγηση στην πόλη όπου ο ηθοποιός μεγάλωσε.
HeliosPlus