Στροφές και περιστροφές

Τελικώς πιάσαμε πάτο, με ελάχιστες πια πιθανότητες να σηκώσουμε κεφάλι. Μιλώ με τα δημοσιογραφικά δεδομένα της περασμένης Παρασκευής

Τελικώς πιάσαμε πάτο, με ελάχιστες πια πιθανότητες να σηκώσουμε κεφάλι. Μιλώ με τα δημοσιογραφικά δεδομένα της περασμένης Παρασκευής, αντιγράφοντας την πρώτη και την τελευταία παράγραφο από τις οπισθόφυλλες «Αγιογραφίες» του Μιχάλη Τσιντσίνη, με τον επίτιτλο «360 μοίρες», συνυπογράφοντας το κείμενό του ανεπιφύλακτα. Η πρώτη παράγραφος προσφεύγει στον μεταφορικό λόγο: «Υπάρχει μια κατάσταση που θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε ως ιλιγγιώδη ακινησία. Είναι η κατάσταση της σβούρας, στην οποία μπορείς να βρεθείς αν φέρνεις στροφές 360 μοιρών γύρω από τον εαυτό σου. Κάπως έτσι γυρίζουν επί πέντε μήνες από τη μια οι δανειστές και από την άλλη ο Αλέξης Τσίπρας».
Η τελευταία παράγραφος, παραπέμποντας στον ιστορικό Κρίστοφερ Κλαρκ, καταλήγει σε δυσοίωνο συμπέρασμα: «Δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός που να οδηγεί αυτομάτως στο ορθολογικό αποτέλεσμα. Αντιθέτως. Μπορεί να υπάρχουν ενεργοί (αυτο)καταστροφικοί μηχανισμοί (δογματισμοί, προκαταλήψεις και «μεγάλες ιδέες») που κινούν τους παίκτες της Ιστορίας. Οπως τα όνειρα κινούν τους υπνοβάτες».
Με τους όρους αυτούς θα έπρεπε να διακόψω το, φυγόκεντρο έτσι κι αλλιώς, καβαφολογικό μονοτονικό της περασμένης Κυριακής. Αυτό που μιλούσε για ένα βιβλιάριο του 1984 υπό τον τίτλο «Ο Καβάφης και οι νέοι», το οποίο αποτύπωσε ομότιτλη ραδιοφωνική συνομιλία επτά φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που έλαβε χώρα την άνοιξη της περασμένης χρονιάς. Επειδή όμως πρόκειται για ανεξίτηλη εμπειρία της σαραντάχρονης εκπαιδευτικής ζωής, θα αρκεστώ σε οριακής συντομίας σύσταση δύο μόνον εισηγήσεων, οι οποίες διαπλέκονται μεταξύ τους. Η μία (με τίτλο «Στατιστικά δεδομένα και ορολογία») οφείλεται στην εξαντλητική έρευνα του Α. Χαραλαμπίδη. Η άλλη (του Β. Ι. Αναστασιάδη) αντιμετωπίζει πρωτότυπα «Το ζεύγος νέος – γέρος στην ποίηση του Καβάφη».
Μεταφέρω (με δηλωμένες αφόρητες παραλείψεις) τα συνολικά εξαγόμενα της πρώτης εισήγησης: 91 από τα 154 αναγνωρισμένα ποιήματα του Καβάφη (…) έχουν ως πρωτεύον ή δευτερεύον θέμα τους νέους. Ετσι η νεότητα αναδεικνύεται, τουλάχιστον από άποψη συχνότητας, μία από τις σημαντικότερες κατηγορίες της καβαφικής ποίησης. Αυτά από τον φερέγγυο Καβάφη, ο οποίος στην αυτοσύσταση ομολογεί ότι είναι «ποιητής του γήρατος». Αντίφαση; Οχι ακριβώς.
Αν λάβουμε υπόψη ότι οι περισσότεροι νέοι εισβάλλουν στα καβαφικά ποιήματα ως ενθυμήσεις και μνήμες ενός πρωτοπρόσωπου ή τριτοπρόσωπου υποκειμένου ώριμης ηλικίας, το οποίο συγκλίνει, ή βρίσκεται ήδη, στο γήρας του. Οπως συμβαίνει λ.χ. στο ποίημα «Πολύ σπανίως», όπου υποκείμενο «Είν’ ένας γέροντας. Εξηντλημένος και κυρτός», / που «μελετά / το μερτικό που έχει ακόμη αυτός στα νειάτα. // Εφηβοι τώρα τους δικούς του στίχους λένε». Γενναία ανταμοιβή μιας φθίνουσας ζωής από την πλευρά της ποίησης. Υπαινιγμός γι’ αυτό που ονόμασα «γέρας του γήρατος»;
Περνώ δρομαίος στην εισήγηση του Βασίλη Αναστασιάδη, όπου προωθείται η προηγούμενη πρόταση, η οποία συνδέει, μέσω της ανάμνησης, τους γέροντες με τους νέους. Αντιγράφω επί λέξει: «Και το πιο σημαντικό: κάποιες φορές εμφανίζονται οι γέροντες στο πλάι των νέων αναλογιζόμενοι τη δική τους νεότητα». Στην προκειμένη περίπτωση το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται σε ένα, ομότροπο, ώριμο πλέον ποίημα του 1918-1921, στο οποίο καταλήγει εξάλλου και η εισήγηση του Βασίλη Αναστασιάδη.
Πρωτοπρόσωπο στη σύνταξή του, ελαττώνει την ταυτοπροσωπία του με τον τίτλο του: «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομμαγηνή, 595 μ.Χ.». Παραθέτω, για εξοικονόμηση χώρου, μόνο την πρώτη στροφή: «Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου / είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι. / Δεν έχω εγκαρτέρηση καμιά. / Εις σε προστρέχω, Τέχνη της Ποιήσεως, / που κάπως ξέρεις από φάρμακα∙ / νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω».
Κλείνοντας, συμμαζεύω κάποια ενδεικτικά σήματα. Το σύνολο του ποιήματος επισκιάζεται από τη «μελαγχολία», που χρεώνεται στον ποιητή Κλέανδρο του τίτλου. Ολόκληρος εξάλλου ο πρώτος στίχος αποτυπώνει τη γλωσσική και τη νοηματική του ιδιαιτερότητα. Το «γήρασμα», λόγου χάριν, ελέγχεται άπαξ λεγόμενο. Εξέχουν προφανώς τα δίλεξα, με κεφαλαίο το αρχικό τους γράμμα: «Τέχνη της Ποιήσεως» και «εν Φαντασία και Λόγω». Το ουσιώδες όμως για το συζητούμενο θέμα είναι ότι η Τέχνη της Ποίησης επιστρατεύεται για να ανακουφίσει το βάρος της επερχόμενης φθοράς «σώματος και μορφής». Από την άποψη αυτή ενισχύεται, ελπίζω, η πρότασή μου να εκτιμηθεί η εύστοχη ποίηση ως «γέρας του γήρατος». Τα υπόλοιπα, όταν έλθουν, αν έλθουν καλύτερες μέρες και νύχτες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.