Είναι ακόμα μια απόδειξη ότι οι στενότεροι συγγενείς μας έχουν τα ίδια χούγια με τον άνθρωπο: άγριοι χιμπαντζήδες στη Δυτική Αφρική συνελήφθησαν να κλέβουν αλκοολούχα ποτά από την παραγωγή των χωρικών, μια παρατήρηση που ενισχύει τις υποψίες ότι το αλκοόλ μπορεί να έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του ανθρώπου.
Η τελευταία μελέτη συγκεντρώνει παρατηρήσεις 17 ετών στην περιοχή Μπόσου της Γουινέας, στην οποία οι ντόπιοι κάτοικοι παρασκευάζουν ένα είδος μπύρας από τους χυμούς δέντρων: χαράζουν τον κορμό φοινίκων του γένους Raffa με αποτέλεσμα ο χυμός τους να τρέχει σε πλαστικά δοχεία, και τον αφήνουν για λίγες ώρες να υποστεί ζύμωση και να γίνει ένα αυτοσχέδιο αλκοολούχο ποτό.
Μπεκροπίνοντας στο δάσος…
Συνολικά 20 περιστατικά κλοπής και οινοποσίας καταγράφηκαν στο διάστημα της μελέτης, αναφέρουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «Royal Society Open Science». Οι χιμπαντζήδες βουτούσαν φύλλα μέσα στα δοχεία με το ποτό, σαν ένα είδος αυτοσχέδιας κούπας, ή μασούσαν τα φύλλα και βουτούσαν τον πολτό μέσα στο υγρό, σαν να χρησιμοποιούσαν σφουγγάρι.
Η περιεκτικότητα της «μπύρας» σε αλκοόλ κυμαίνεται από 3 έως 6,9 τοις εκατό, συγκριτικά με 4 έως 5 τοις εκατό στις περισσότερες μπύρες που γνωρίζουμε. «Ορισμένοι χιμπαντζήδες εκτιμάται ότι είχαν καταναλώσει περίπου 85 ml αλκοόλ» είπε στο BBC η Κίμπερλι Χόκινς του Κέντρου Ανθρωπολογικής Έρευνας στην Πορτογαλία, επικεφαλής της μελέτης. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο αλκοόλ μιας φιάλης κρασιού.
«Παρουσίαζαν συμπεριφορικές ενδείξεις μέθης, όπως το να πέφτουν για ύπνο μετά την κατανάλωση αλκοόλ» προσθέτει η ερευνήτρια.
Σε ένα από τα περιστατικά, μάλιστα, ένας ενήλικος χιμπαντζής φαινόταν «ιδιαίτερα ανήσυχος» και πέρασε μια ώρα «πηδώντας από δέντρο σε δέντρο σε κατάσταση διέγερσης» αναφέρει. Παραδέχεται όμως στον δικτυακό τόπο του Science ότι θα ήταν «καθαρή εικασία» το να πει κανείς ότι το ζώο ήταν όντως μεθυσμένο.
Επισημαίνει ακόμα ότι η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι οι χιμπαντζήδες αγαπούν το αλκοόλ -μόνο ότι το ανέχονται, και δεν αποφεύγουν τροφές που το περιέχουν.
Παρόλα αυτά, οι παρατηρήσεις προσφέρουν έμμεση στήριξη σε μια σχετικά νέα θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι πρόγονοι του ανθρώπου εξελίχθηκαν να τρέφονται με πεσμένα, σάπια φρούτα, τα οποία ζυμώνονται από μικροοργανισμούς που παράγουν αλκοόλ.
Η «υπόθεση του μεθυσμένου χιμπαντζή»
Η θεωρία, γνωστή ως «υπόθεση του μεθυσμένου χιμπαντζή» διατυπώθηκε πριν από περίπου 15 χρόνια από τον Ρόμπερτ Ντάντλεϊ, βιολόγο στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ. Η αξιοποίηση τροφών που αλλιώς θα πήγαιναν χαμένες, είπε, προσέφερε εξελικτικό πλεονέκτημα στην ανάπτυξη ικανότητας μεταβολισμού της αιθυλικής αλκοόλης, η οποία σε μεγάλες δόσεις είναι δηλητήριο.
Η υπόθεση κέρδισε νέα στήριξη πέρυσι, όταν ο Μάθιου Κάριγκαν, βιολόγος στο Κολέγιο της Σάντα Φε στο Γκέινσβιλ, έδειξε ότι ο κοινός πρόγονος του ανθρώπου, του γορίλα και του χιμπαντζή εξέλιξε την ικανότητα να καταναλώνει αλκοόλ με μικρότερες επιπτώσεις στην υγεία του. Επρόκειτο για μια νέα ποικιλία του ενζύμου ADH4, η οποία επιτάχυνε σημαντικά το μεταβολισμό της αιθανόλης.
Η θεωρία του μεθυσμένου χιμπαντζή, εφόσον βέβαια επιβεβαιωθεί, θα εξηγούσε γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι βρίσκουν το αλκοόλ ευχάριστο, συχνά σε βαθμό κατάχρησης.
Αν μη τη άλλο, δείχνουν οι τελευταίες παρατηρήσεις, πρόκειται για πραγματικά αρχαία συνήθεια.