Με ευκαιρία την συζήτηση που γίνεται για τα ελλείμματα –πλεονάσματα του κράτους και την διαπραγμάτευση με τους εταίρους, παρουσιάζονται εδώ ορισμένες παρατηρήσεις που προκύπτουν από μία κάπως λεπτομερή ανάλυση των θεμάτων αυτών με την βοήθεια λίγων υπολογισμών.
Όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή το πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποπληρωμή τόκων και χρεωλυσίων του κρατικού χρέους, είναι σαφές ότι μία μείωση του προβλεπόμενου πλεονάσματος θα μειώσει τις αποπληρωμές του χρέους με συνέπεια την αύξησή του, αν βέβαια είναι δυνατός ο επιπλέον δανεισμός. Έτσι τελικά η χώρα θα χρεωθεί μεταξύ άλλων μεγαλύτερα ποσά σε τόκους.
Ενδέχεται όμως η μείωση των πλεονασμάτων να οδηγήσει σε πολλαπλάσια αύξηση των εισοδημάτων, οπότε το αποτέλεσμα θα είναι τελικά η μείωση του λόγου χρέους προς εθνικό εισόδημα. Μάλιστα μπορεί να τεκμηριωθεί μαθηματικά ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη μείωση του χρέους ως προς το εθνικό εισόδημα αν ο περίφημος πολλαπλασιαστής είναι υψηλός.
Σαν παράδειγμα ας δεχθούμε ότι προβλέπονται για κάποιο έτος πρωτογενή πλεονάσματα 4%, αύξηση του ΑΕΠ 2% και πληρωμές τοκοχρεωλυσίων 5%, ενώ το χρέος είναι 150% του ΑΕΠ. Το επόμενο έτος το χρέος θα είναι στα 150,5% του ΑΕΠ, παρόλο που θα χρειασθεί επιπλέον δανεισμός 1% του ΑΕΠ(που είναι η διαφορά μεταξύ τόκων και πρωτογενούς πλεονάσματος) ακριβώς λόγω της αύξησης του ΑΕΠκατά 2%.
Έστω τώρα ότι ο πολλαπλασιαστής είναι 1, δηλαδή μία μονάδα ποσοστιαίας αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος οδηγεί σε μία μονάδα μείωσης του ΑΕΠ, και συμφωνείται να μειώσουμε το πρωτογενές πλεόνασμα σε 2 από 4%. Τότε οι ανάγκες πληρωμής τόκων αυξάνονται σε 3% του ΑΕΠ και εκ πρώτης όψεως το χρέος αυξάνεται. Όμως η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων οδηγεί σε ισόποση αύξηση του ΑΕΠ από 2 σε 4%λόγω του πολλαπλασιαστή, και τελικά ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώνεται στο 149,5%, κάπως καλύτερο από ό,τι στο προηγουμενο σενάριο. Μπορεί να τεκμηριωθεί μαθηματικά ότι πάντα προκύπτει ένα όφελος από μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων με την προϋπόθεση ότι το χρέος είναι μεγαλύτερο από το αντίστροφο του πολλαπλασιαστή, εν προκειμένω εφόσον το χρέος είναι άνω του 100%.Η επιστημονική τεκμηρίωση για τον ισχυρισμό αυτό βρίσκεται στο τεχνικό άρθρο https://econpapers.repec.org/paper/arxpapers/1310.3083.htm.
Με βάση τους υπολογισμούς αυτούς, και με δεδομένο ότι το χρέος το 2014 ήταν στο 174% του ΑΕΠ ενώ ο πολλαπλασιαστής εκτιμάται πλέον στο 1,2 –1,5 μπορεί να στηριχθεί ότι μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων θα οδηγήσει σε αύξηση μεν του χρέους αλλά μείωση του λόγου. Έτσι με βάση την μελέτη Διατηρησιμοτητας του Χρέους, για το 2012 προβλεποταν για το 2015 χρέος προς ΑΕΠ 170%. Αυτό προέκυπτε από το 174% χρέος το 2014, επιτόκια 3%, ανάπτυξη 3%, πρωτογενές πλεόνασμα 3% και έσοδα ιδιωτικοποιήσεων 1%.
Αν όμως το 2015 μειώσουμε το πρωτογενές στο 1% με συνακόλουθη αύξηση του ΑΕΠ κατά 2% επί τον πολλαπλασιαστή 1,2 δηλαδή κατά 2,4 επιπλέον του προβλεπόμενου 3%, θα
έχουμε τον (μάλλον μη ρεαλιστικό) ρυθμό ανάπτυξης 5,4%. Το χρέος θα αυξηθεί μεν σε απόλυτο μέγεθος αλλά το χρέος ως προς το ΑΕΠ θα γίνει 168%, ελαφρώς καλύτερο από το 170% της προηγούμενης περίπτωσης.Βέβαια, αν ο πολλαπλασιαστής είναι μόνο 0,5 τότε έχουμε αυξημένη ανάπτυξη μόνο στο 4%,οπότε το χρέος γίνεται 170,4% του ΑΕΠ, λίγο μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο στην μελέτη βιωσιμότητας (1).
Οι υπολογισμοί αυτοί δεν πρέπει όμως να οδηγήσουν σε απατηλή ευφορία ως προς την σκοπιμότητα μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, καθώς η έννοια «πολλαπλασιαστής» δεν είναι κάτι ιδιαίτερα τεκμηριωμένο, και οι σχέσεις που διέπουν την οικονομία μάλλον είναι πολύ πιό περίπλοκες.
Δύσκολα μπορεί να πιστέψει κανείς το προηγούμενο παράδειγμα όπου η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από 3 σε 1% θα οδηγήσει σε δύο επιπλέον μονάδες αύξηση στο ΑΕΠ. Μία προσεκτικότερη εκτίμηση των μεγεθών είναι απαραίτητη, όχι με αποκλειστικά στατιστικές μεθόδους αλλά με κατάρτιση συγκεκριμένων σχεδιων για την ορθολογική δαπάνη των πρόσθετων χρημάτων που θα περιέλθουν στην οικονομία με την μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
*O κ. Ευάγγελος Μαγείρου είναι Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών