Το πρώτο πακέτο φορολογικών μέτρων, το ύψος των οποίων θα ξεπεράσει τα 5,5 δισ. ευρώ από τον Ιούνιο ως και το τέλος του 2016, είναι έτοιμη να φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή υπό την προϋπόθεση ότι στην αυριανή συνεδρίαση του Brussels Group ο βασικός διαπραγματευτής Γιώργος Χουλιαράκης δεν θα συναντήσει ξανά «τοίχο» από τους δανειστές και θα φτάσει σε συμφωνία για το ένα σημαντικό ανοιχτό ζήτημα: τη μεταρρύθμιση του ΦΠΑ και το ύψος του ενιαίου συντελεστή.
Η κυβέρνηση, περνώντας ακόμη και τις «κόκκινες γραμμές» και παρά την εσωκομματική γκρίνια, είναι έτοιμη να κάνει τη μεγάλη αλλαγή με ενιαίο συντελεστή 18% που θα ισχύει για όλες τις πληρωμές με μετρητά και θα μειώνεται αυτόματα στο 15% για όλες τις συναλλαγές με κάρτες (χρεωστικές ή πιστωτικές) και τις πληρωμές (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, τηλεφωνία κ.τ.λ.) με πάγιες εντολές μέσω τραπεζικών λογαριασμών. Ο χαμηλός συντελεστής 7% (από 6,5%) θα εξακολουθεί να ισχύει για φάρμακα, βασικά τρόφιμα, βιβλία, εφημερίδες και τον πολιτισμό.
Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα καθώς, όπως λένε κυβερνητικές πηγές, όταν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση για τη μεταρρύθμιση του ΦΠΑ, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στο Brussels Group Ρίσι Γκογιάλ ζήτησε ο ενιαίος συντελεστής να είναι 23% για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες!
«Προφανώς έκαναν πλάκα» λένε οι ίδιες πηγές περιγράφοντας το κλίμα που συνάντησαν στις διαπραγματεύσεις. Το αστείο όμως δημιουργεί αβεβαιότητα για την κατάληξη των συζητήσεων, παρότι έχουν συμφωνηθεί τα περισσότερα μέτρα –ανάμεσά τους η έκτακτη εισφορά στους πλουσίους που θα αφορά μόνο την ακίνητη περιουσία (και όχι καταθέσεις και εισοδήματα).
Οι ίδιοι σημειώνουν ότι οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όταν το άκουσαν, περιορίστηκαν στους αριθμούς και υπολογισμούς για την απόδοση του μέτρου που επικρότησαν από την πρώτη στιγμή με σενάρια από 16% ως 20%.
Ισως γιατί γνώριζαν τη μελέτη της Κομισιόν για το Vat Gap (το κενό στην εισπραξιμότητα του ΦΠΑ ανά χώρα) που δείχνει ότι στην Ελλάδα υπερβαίνει το 35% και οι απώλειες εσόδων τα 6-7 δισ. ευρώ τον χρόνο, όταν στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες η χασούρα είναι χαμηλότερη από 10%. Ισως γιατί βρίσκονται σε προφανή απόσταση από το ΔΝΤ.
Για να γίνει αντιληπτό το κλίμα των διαπραγματεύσεων στο ίδιο θέμα και σε υψηλότερο επίπεδο επανήλθε έπειτα από λίγες ημέρες ο ίδιος ο Πόουλ Τόμσεν προτείνοντας στην ελληνική πλευρά: «Σας δίνω ενιαίο συντελεστή ακόμη και 15% στον ΦΠΑ, αρκεί να μου δώσετε τα εργασιακά».
Και έγινε μάλιστα συγκεκριμένος: «Να μην επαναφέρετε τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, να μην αυξήσετε τον κατώτατο μισθό και να απελευθερώσετε τις ομαδικές απολύσεις».
Σε όλους πλέον ήταν προφανές ότι με τις ακραία νεοφιλελεύθερες θέσεις του δεν άφηνε κανένα περιθώριο συζήτησης με τους συνομιλητές του.
Ακολούθησαν η παρέμβαση του Πρωθυπουργού, οι απευθείας επαφές του Αλέξη Τσίπρα με τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της αναζήτησης ευρωπαϊκής λύσης (με βάση όσα ισχύουν στην ευρωζώνη) για τα εργασιακά και δευτερευόντως το Ασφαλιστικό, και αργότερα με την Κριστίν Λαγκάρντ.
Κατόπιν τούτων, αν τη Δευτέρα το Brussels Group κλείσει τη συμφωνία, την Τρίτη ή την Τετάρτη αναμένεται να ολοκληρωθεί το νομοσχέδιο με όλα τα φορολογικά μέτρα –και να κατατεθεί άμεσα στη Βουλή –ως «μια κίνηση καλής πίστης» από την ελληνική κυβέρνηση.
Αυτό σημαίνει ότι θα έχει προηγηθεί συμφωνία σε επίπεδο τεχνοκρατών (staff level agreement) που θα επιτρέψει στη συνέχεια τη σύγκληση έκτακτου Eurogroup, το οποίο, όπως ελπίζει η κυβέρνηση, θα εγκρίνει την εκταμίευση της τελευταίας, εναπομείνασας, δόσης του προηγούμενου προγράμματος.
Παράλληλα με τα φορολογικά μέτρα θα προχωρούν οι διαδικασίες για την υλοποίηση του αναθεωρημένου προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων (λιμάνια, αεροδρόμια, μαρίνες, ΟΣΕ) το οποίο έχει κλείσει.
Ωστόσο συνολική συμφωνία ακόμη δεν υπάρχει. Το χρονοδιάγραμμα της κυβέρνησης και των εταίρων προβλέπει ότι θα ξεκινήσει νέος κύκλος διαπραγμάτευσης μόλις είναι έτοιμο το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2015-2018, θα προσδιοριστεί το χρηματοδοτικό κενό της περιόδου και θα γίνει η μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Εκεί όλες οι πλευρές θα πάρουν και πάλι θέσεις, δεδομένου ότι, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, η κυβέρνηση με την εκταμίευση της τελευταίας δόσης του προηγούμενου προγράμματος μπορεί να ανταποκριθεί στις βαριές υποχρεώσεις της για τον Ιούνιο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να καλύψει εσωτερικές ανάγκες και ταυτόχρονα να αποπληρώσει τα ομόλογα που λήγουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ