Ελληνίδα αλλά «εισαγόμενη». Η Μαρία Μαρκεσίνη, κλασική πιανίστρια και τζαζ ερμηνεύτρια, μεγάλωσε στην Κεφαλλονιά και στην Καλαμάτα, γρήγορα έφυγε, «ανέβηκε» στην Ολλανδία και κάνει καριέρα στη μουσική και στο τραγούδι. Διθυραμβικές οι κριτικές –κυρίως στον γερμανικό Τύπο -, έχει δώσει δεκάδες συναυλίες στην Ευρώπη φυσικά και το ελληνικό κοινό θα έχει την ευκαιρία να την απολαύσει στις 11 Μαΐου στη Θεσσαλονίκη και στις 16 Μαΐου στην Ανδρο. Οπως φυσικά μπορεί να την απολαμβάνει και από τα τρία CD της: «Maria Markesini –The Mimis Plessas’ songbook –12 sketches» (διασκευές τραγουδιών του Μίμη Πλέσσα με jazz και world φόρμες, ερμηνευμένα στα ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά), «Kosmo», ένα τζαζ-world άλμπουμ, και «Cinema-passionata», με τραγούδια από τον κινηματογράφο. Αυτή άλλωστε είναι και η βάση του προγράμματος των συναυλιών της. Οπως σημειώνει η ίδια στο «Βήμα της Κυριακής», «στο πρόγραμμά μας στην Ελλάδα θα ξεφύγουμε λιγάκι και προς άλλες κατευθύνσεις, γιατί θέλουμε να παίξουμε και ελληνικά κομμάτια, καθώς και κομμάτια που παρουσιάζουν την τέχνη του crossover κλασικής μουσικής και τζαζ, που είναι η ιδιαιτερότητά μας». Μαζί της το γερμανικό γκρουπ Klazz Brothers. Ιδρύθηκε το 1999 συνδυάζοντας την κλασική μουσική με την jazz, εξ ου και το όνομά τους «Klazz», ένα λογοπαίγνιο ανάμεσα στην κλασική και στην τζαζ μουσική.
Το επτανησιακό αίμα σε έσπρωξε προς τη μουσική;
«Ο πατέρας μου, Επτανήσιος, ήταν μεγάλος λάτρης της τέχνης και ιδιαίτερα της μουσικής. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου η κλασική μουσική και η όπερα ήταν πάντα η μουσική υπόκρουση της καθημερινότητάς μας. Τηλεόραση δεν είχαμε (συνειδητή επιλογή των γονιών μου) και έτσι η μουσική ήταν η βασική ψυχαγωγία του σπιτιού μας. Οταν σε πολύ μικρή ηλικία παρουσιάστηκε σε μένα κλίση στη μουσική, ο πατέρας μου καθόταν ώρες δίπλα μου στο πιάνο για να είναι σίγουρος πως θα διαβάσω. Με ενοχλούσε πολύ αυτό τότε. Αργότερα εισέπραξα τους καρπούς…».
Από την κλασική μουσική στην τζαζ πώς και γιατί έγινε αυτή η… διαδρομή;
«Εξαρτάται από το τι ονομάζει κανείς σήμερα τζαζ. Αν είναι η αμερικανική τζαζ μόνο, τότε αυτή τη διαδρομή ακόμη τη διανύω ή καλύτερα ανακαλύπτω. Με αυτή την έννοια θα μπορούσε κανείς να πει πως αυτό που κάνω δεν έχει σχέση με την τζαζ. Η τζαζ όμως σήμερα είναι μια μεγάλη αγκαλιά που περικλείει πολλές έντεχνες τάσεις. Η ευρωπαϊκή τζαζ είναι η φυσική συνέχεια της κλασικής μουσικής του 20ού αιώνα. Επάνω στη μουσική του Μπάρτοκ, του Στραβίνσκι, του Ραβέλ «πάτησε» για να βρεθεί στη σημερινή της ανάπτυξη. Αυτόν τον τρόπο σκέψης βρήκα στις ακαδημίες όπου σπούδασα κλασικό πιάνο, πράγμα που με εντυπωσίασε. Το ότι βέβαια από πιανίστρια βρέθηκα ξαφνικά τραγουδίστρια και μάλιστα σε ένα είδος για το οποίο γνώριζα πολύ λίγα είναι μια αστεία συγκυρία συμπτώσεων. Ενα χόμπι μου –μεταξύ αστείου και σοβαρού –ξαφνικά πήρε άλλες διαστάσεις, ανέλπιστες, όταν οι κατάλληλοι άνθρωποι με άκουσαν να τραγουδάω μόνο για τη δική μου απόλαυση αρχικά».
Πώς προέκυψε το «Cinemapassionata»;
«Στα θερινά σινεμά των παιδικών μου χρόνων. Χωρίς τηλεόραση στο σπίτι μας, το θερινό σινεμά δίπλα στη θάλασσα έκανε όλες τις ταινίες να φαντάζουν δέκα φορές ωραιότερες από ό,τι ήταν και κάθε σάουντρακ στα παιδικά αφτιά μου σαν τη μελωδία της ευτυχίας. Οταν λοιπόν μου προτάθηκε να ηχογραφήσω ένα CD με τους κορυφαίους του είδους, τη Φιλαρμονική της Πράγας, όπου μερικά από τα γνωστότερα σάουντρακ της ιστορίας του κινηματογράφου έχουν ηχογραφηθεί, είπα αμέσως ναι!».
Τι θυμάσαι από την παιδική σου ζωή στην Ελλάδα;
«Τα πάντα: τους ήχους, τα χρώματα, τις μυρωδιές, τα άτομα, τους διαλόγους… Κάθε δρόμο, κάθε μαγαζί, κάθε βουνό, κάθε θάλασσα. Τα δειλινά και τις νύχτες. Σαν να ήταν σήμερα. Μεγάλωσα παραμυθένια στο νησί μου, την Κεφαλλονιά, και στην Καλαμάτα. Η ελληνική επαρχία είναι ό,τι καλύτερο για ένα παιδί. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη και προνόμιο για το ότι μεγάλωσα ελεύθερη στις αλάνες της μαγεμένης ελληνικής επαρχίας».
Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε οικονομική κρίση. Πώς σε αντιμετωπίζουν στις συναυλίες στο εξωτερικό τόσο οι συνάδελφοί σου όσο και το κοινό;
«Το συγκρότημα με το οποίο συνεργάζομαι, οι Klazz brothers, είναι βαθιά φιλέλληνες και δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα. Το αντίθετο: εκείνοι με προέτρεψαν να κάνω φιλελληνική προπαγάνδα όσο μπορώ, ακόμη και από σκηνής. Η αγάπη μου για την Ελλάδα είναι γνωστή έτσι σε όλους και γίνονται πολλές αναφορές με έναυσμα κάποια τραγούδια ή ελληνικούς ρυθμούς. Μπροστά μου δεν τολμά κανείς να πει κάτι αρνητικό. Βλέπω πως υπάρχει σεβασμός, έστω στην παρουσία μου. Η λύπη όμως της κρίσης με έχει επηρεάσει κι εμένα βαθιά και αν υπάρξει κάτι αρνητικό, έστω και ελάχιστο, είμαι έτοιμη να αποστομώσω όσο και όπως μπορώ. Από την άλλη, στην Ελλάδα, όπως και να ‘χει, λάμπει ο ήλιος. Το φως έχει τεράστια επίδραση στον άνθρωπο και στην υγεία του. Στη Βόρεια Ευρώπη υποφέρουμε όλοι πολλούς μήνες από την έλλειψη φωτός. Εχω μάθει εξ ανάγκης να βάζω τη λογική πάνω από τα συναισθήματα».
Τι θέλεις να πάρει το κοινό από τις συναυλίες σου;
«Χαρά και πάλι χαρά! Η τέχνη είναι ψυχαγωγία για μένα. Αν δεν άγει την ψυχή, τζάμπα ο κόπος».
Συναυλίες, δίσκοι και Soweto Spiritual Singers

Τα σχόλια του Τύπου είναι άκρως θετικά για τη δουλειά σου. Αυτό σε γεμίζει πρόσθετο άγχος;

«Σε κάποιον πρέπει να αρέσει η δουλειά σου. Στο κοινό, στους κριτικούς. Κατά προτίμηση και στους δύο. Ημουν τυχερή που η δουλειά μου άρεσε και στο κοινό. Ομως έχω συνεργαστεί και γνωρίσει προσωπικά και συνάδελφους που έχουν μεν την αγάπη του κοινού, αλλά όχι του Τύπου. Εκεί αντιλήφθηκα πως στην ουσία το ζωτικότερο είναι η αγάπη του κοινού, γιατί αυτό είναι που σε κρατάει στη σκηνή και κρατάει «το μαγαζί ανοιχτό». Οπως και να ‘χει, και η αγάπη του Τύπου και η αγάπη του κοινού μπορούν να σε κάνουν ψυχολογικά σκλάβο τους, καθώς όσο μεγαλώνουν τόσο μεγαλώνει και η αίσθηση ευθύνης αλλά και εξάρτησης από αυτά. Εδώ είναι απαραίτητη μια δυνατή, υγιής προσωπική ζωή με ανθρώπους που σε στηρίζουν, αλλά και σε διορθώνουν όταν χρειάζεται που μπορεί να σώσει τον καλλιτέχνη από πολλά».

Οταν φεύγεις από την Ελλάδα ποια εικόνα ή συναίσθημα παίρνεις μαζί σου;
«Πολλές φορές έχω κλάψει μέσα στο αεροπλάνο και ας με βλέπουν οι γύρω μου. Δεν ξέρω τι έχει αυτό το χώμα που λέγεται «πατρίδα» και γίνεται τόσο αγαπητό στον άνθρωπο. Συχνά όμως τα τελευταία χρόνια όταν φεύγω, έχω κάποια συναυλία κάπου και αυτή η έγνοια λειτουργεί ως περισπασμός».

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
«Συναυλίες σε Γερμανία, Ολλανδία, Τουρκία και ένα νέο cd στο πρόγραμμα. Θα είναι η πιο προσωπική δουλειά μου ως τώρα και γι’ αυτό μου πήρε κάποιο χρόνο να κατασταλάξω στο τι ήθελα, ανεξάρτητα από το τι ήθελε ο περίγυρος. Και πάντα σημαντικές συνεργασίες με διεθνή ονόματα, κάτι που με χαροποιεί πολύ, όπως με το θρυλικό αφρικανικό γκρουπ Soweto Spiritual Singers στο φετινό Jazz Festival της Δρέσδης τον ερχόμενο Νοέμβριο, αλλά και δύο μέρες μετά η συμμετοχή μου ως σολίστ με τη Hofer Symphonicer».

πότε & πού:

Θεσσαλονίκη: Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Δευτέρα 11 Μαΐου 2015. Συμμετέχει το φωνητικό σύνολο «Εν χορώ». Ανδρος: Πολυχώρος Γαυρίου. Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ