Σε καλό κλίμα διεξήχθησαν την Τετάρτη οι εργασίες του Euro Working Group, σύμφωνα με πηγές της Ευρωζώνης, ενώ σήμερα, Πέμπτη, συνέρχεται εκ νέου το Brussels Group.

Στις Βρυξέλλες μεταφέρεται το κέντρο βάρους των αποφάσεων για την Ελλάδα με την προσδοκία ότι μέχρι και την Κυριακή η κυβέρνηση θα φτάσει σε μια συμφωνία με τους εταίρους.

Υπενθυμίζουμε ότι την ελληνική κυβέρνηση ακπροσώπησε στο χθεσινό Euro Working Group ο επικεφαλής του ΣΟΕ Γιώργος Χουλιαράκης, ενώ σήμερα το πρωί ξεκινούν οι συνεδριάσεις του Brussels Group όπου θα συνεχιστούν οι συζητήσεις για τις μεταρρυθμίσεις.

«Σκοπός των διαπραγματεύσεων», όπως μεταδίδει το Μέγαρο Μαξίμου, «είναι η επίτευξη μιας αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας».

Ομως την ίδια στιγμή παράγοντες που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις τονίζουν ότι «οι πιθανότητες για συμφωνήσουμε είναι μεγάλες, αλλά όχι 100%», μεταφέροντας την πικρή εμπειρία του Eurogroup στη Ρίγα της Λετονίας. Εκεί σύμφωνα με την ίδια πηγή ούτε λίγο ούτε πολύ ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών Γέρουν Ντάισελμπλουμ έθεσε τρία ζητήματα:

1.
Να επιστρέψει η τρόικα στην Αθήνα,
2. Να μην υπάρξει ενδιάμεση συμφωνία, αλλά να προχωρήσουμε σε συμφωνία «πακέτο», αντίθετα με την απόφαση του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου, και
3. Να αλλάξει η κυβέρνηση το νόμο για τις ρυθμίσεις χρεών σε 100 δόσεις και να πάρει πίσω το νομοσχέδιο για τα εργασιακά.
Η ρήξη ήταν δεδομένη, το ναυάγιο (κατά την κυβέρνηση) ήταν προμελετημένο. Ομως και οι ευθύνες της ελληνικής πλευράς ήταν μεγάλες αφού κανείς δεν είχε αντιληφθεί επί εβδομάδες που πήγαινε η διαπραγμάτευση.


Κάλιο αργά παρά ποτέ…
Ευτυχώς, από την Κυριακή το βράδυ, τα «φίδια έζωσαν» την κυβέρνηση. Οχι γιατί ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης επέστρεψε από τη Ρίγα βαριά προσβεβλημένος, αλλά τα μηνύματα που έφεραν στην Αθήνα, στο Μέγαρο Μαξίμου, και τα άλλα μέλη της ελληνικής αποστολής ήταν πανομοιότυπα. Ελεγαν: –«τελείωσε ο χρόνος, κάποιοι προτιμούν την Ελλάδα έξω από το ευρώ και προετοιμάζονται γι΄αυτή την ημέρα«.
Μπροστά σ΄ αυτή την απειλή ελήφθησαν αποφάσεις από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να αναβαθμίσει τον αναπληρωτή υπουργό Ευκλείδη Τσακαλώτο, να οργανώσει τη διαπραγματευτική ομάδα υπό τον Γιώργο Χουλιαράκη, να αναθέσει το συντονισμό του νομοθετικού έργου στο Σπύρο Σαγιά καθώς οι δανειστές πλέον ζητούν να δούν νομοσχέδια κι όχι «εκθέσεις» με προτάσεις μέτρων.
Η Μέρκελ σε ρόλο «από μηχανής θεού»
Αλλά για να ξεπεραστεί ο σκόπελος χρειάστηκε και πάλι να λειτουργήσει η «γραμμή επικοινωνίας» του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τη γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ η οποία έχει δώσει μεγάλο βάρος στην υποστήριξη του ελληνικού ζητήματος.
Ετσι ξεκίνησε και πάλι η διαπραγμάτευση. Κυριακή και Δευτέρα καθορίστηκε η ατζέντα των συζητήσεων, η διαδικασία και το κυριότερο οι κοινοί στόχοι.
Σήμερα στην καρδιά της Ευρωπαικής Ενωσης, θα βρεθούν εκτός από τη διαπραγματευτική ομάδα υπό τον Γιώργο Χουλιαράκη αναμένεται να μεταβούν δύο συνεργάτες του πρωθυπουργού και άλλα κυβερνητικά στελέχη, με στόχο να καταγραφούν όλα τα στοιχεία που θα επιτρέψουν να κλείσουν τα βιβλία του προηγούμενου προγράμματος (μνημονίου) και να αποτυπωθούν τα συμπεράσματα στην περιβόητη 5η αξιολόγηση που εκκρεμεί από τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Το αργότερο μέχρι το τέλος της εβδομάδας η κυβέρνηση θα επιζητήσει το συμβιβασμό, ώστε η ίδια, η οικονομία και η χώρα να βγούν από το δραματικό αδιέξοδο.
Μοναδικός της σύμμαχος – η Ευρωπαική Επιτροπή, η οποία εξακολουθεί να στηρίζει την Ελλάδα και να βρίσκεται σε άλλο μήκος κύματος από το ΔΝΤ.
Και βασικός της αντίπαλος οι «συνιστώσες της ρήξης» και οι εκφραστές τους σε κυβερνητικούς θώκους, οι οποίοι όπως αποδείχθηκε μέχρι σήμερα μόνο εμπόδια έβαλαν στη διαπραγμάτευση. Το αποτέλεσμα θα είναι αν δεν υπογραφεί συμφωνία η κυβέρνηση συμπληρώνοντας 100 ημέρες από τις εκλογές του Ιανουαρίου η κυβέρνηση να βρεθεί αντιμέτωπση με την απειλή του «πνιγμού», δηλαδή της εσωτερικής στάσης πληρωμής ή ενός πιστωτικού γεγονότος που θα συμβεί αν δεν αποπληρώσει τις δόσεις του ΔΝΤ στις 12 Μαίου.
Η κυβέρνηση προκειμένου να καλύψει τουλάχιστον ένα μέρος του χαμένου χρόνου, ξεκίνησε την προετοιμασία του πρώτου νομοσχεδίου το οποίο θα περιλαμβάνει τα δημοσιονομικά και φορολογικά μέτρα τα οποία ήδη έχουν αποδεχθεί σε τεχνικό επίπεδο οι εταίροι, προκειμένου να έρθουν στη Βουλή και να επισφραγιοσθεί η ζητούμενη ενδιάμεση συμφωνία.
Το νομοσχέδιο θα τεθεί πρός έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο της Πέμπτης.
Αυτό όμως δεν αρκεί για να απελευθερωθεί η χρηματοδότηση, παρά μόνο ένα μέρος της το 1,9 δισ. ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων (smp) που θα διατεθούν αποκλειστικά και μόνο για την αποπληρωμή οφειλών πρός το ΔΝΤ.
Οι προυποθέσεις για αποκατάσταση της χρηματοδότησης, και της καταβολή της τελευταίας δόσης από το προηγούμενο πρόγραμμα πρός την Ελλάδα, είναι πολλές και δύσκολες για την κυβέρνηση.

Τι ζητούν οι δανειστές
Κύκλοι των Βρυξελλών που είναι σε θέση να γνωρίζουν τις θέσεις των δανειστών και κυρίως τις «κόκκινες γραμμές» τους σημειώνουν με έμφαση ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να κλείσει η πρώτη (ενδιάμεση συμφωνία) θα πρέπει να υποχωρήσει μεταθέτοντας χρονικά δύο υποσχέσεις της:
1. Την καταβολή της 13ης σύνταξης δηλαδή του Δώρου των Χριστουγέννων για το 2016, καθώς το μέτρο συνεπάγεται δημοσιονομικό κόστος άνω των 500 εκατομμυρίων ευρώ, και
2. Την αύξηση του κατώτατου μισθού με νομοθετική ρύθμιση για όλους επίσης για το 2016. Οπως είναι γνωστό ο υπουργός Εργασίας Παναγιώτης Σκουρλέτης έχει ήδη κηρύξει την έναρξη κοινωνικού διαλόγου για τη σταδιακή επαφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ σε δύο δόσεις την πρώτη στα 650 ευρώ τον Οκτώβριο και τη δεύτερη στα 751 ευρώ το καλοκαίρι του 2016.
Οι δανειστές αντιπροτείνουν να αφεθούν ελεύθερες οι επιχειρήσεις να συναποφασίσουν με τους εργαζόμενους – όπως έγινε στον ΟΤΕ για την αύξηση του βασικού μισθού στα 755 ευρώ το μήνα – έτσι ώστε όσες έχουν την οικονομική ευρωστία να χαράξουν την πολιτική αμοιβών αυτόνομα.
Αλλά για το σύνολο της οικονομίας ζητούν να πάνε οι αποφάσεις που είναι σύμφωνες με το ευρωπαικό κεκτημένο, περί συλλογικών διαπραγματεύσεων, ένα χρόνο πίσω.
Τι δίνουν στον Τσίπρα
Σε αντάλλαγμα των δύο αυτών κινήσεων αποδέχονται τις δύο «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης:
1. Να μην μειωθούν οι επικουρικές συντάξεις, αλλά να προχωρήσουν οι συγχωνεύσεις και ενοποιήσεις ταμείων ώστε να υπάρξει κοινή διαχείριση των αποθεματικών και οικονομίες κλίμακος, και
2. Να μην αλλάξει το καθεστώς των ομαδικών απολύσεων.
Είναι προφανές ότι μόνο με τις κινήσεις αυτές η κυβέρνηση θα αποφύγει μια νέα σύγκρουση με τους εταίρους – δανειστές της χώρας οι οποίοι διαμήνυσαν ότι «δεν βιάζονται» καθώς κατά την εκτίμηση του Πόουλ Τόμσεν για τον οποίο οι ευρωπαίοι αμφιβάλουν αν επιθυμεί συμφωνία με την Ελλάδα, η χώρα μας έχει χρήματα για τις υποχρεώσεις της και το Μάιο.
Ομως η αλήθεια είναι σκληρή, ο κ. Τόμσεν υπολογίζει και τα αποθεματικά των επικουρικών ταμείων για να καταφέρει το ελληνικό δημόσιο να πληρώσει μισθούς, συντάξεις, τις υποχρεώσεις του στο ΔΝΤ (τοκοχρεωλύσια 950 εκατομμύρια ευρώ το Μάιο) και με ότι απομείνει να καλύψει τις βασικές ανάγκες λειτουργίας του κράτους.
Οσοι, από την κυβέρνηση και τη δημόσια διοίκηση, αντιλαμβάνονται την κατάσταση αισθάνονται πλέον τη «θηλειά να σφίγγει» γύρω από τους ίδιους και τη χώρα.

Τα σενάρια για τον φόρο στα νησιά

Σύμφωνα με τα σενάρια στο προσχέδιο του νόμου που υπάρχει στο τραπέζι των Βρυξελλών αναφέρεται ότι ο φόρος διαμονής θα εφαρμοστεί σε νησιά κάτω των 3.100 κατοίκων όπου ισχύει ο μειωμένος φορολογικός συντελεστής 6% ως εξής:

Α) σε ξενοδοχεία 3 αστέρων 3% ειδικός φόρος
Β) σε ξενοδοχεία 4 αστέρων 4%
Β)σε ξενοδοχεία 5 αστέρων 5%

«Ανοικτό» ζήτημα παραμένει ο καθορισμός του αριθμού διανυκτερεύσεων. Ορισμένοι όμως υπουργοί που μετέχουν στις διαπραγματεύσεις διαφωνούν με το παραπάνω προσχέδιο και ζητούν να εξαιρεθούν από τον ειδικό φόρο τα καταλύματα 3ων αστέρων.