Είναι Αύγουστος του 1914. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μόλις έχει αρχίσει και οι Γάλλοι σπεύδουν να δοκιμάσουν κατά των Γερμανών το νέο τους όπλο, χειροβομβίδες με δακρυγόνο αέριο. Οι συνέπειες αυτής της επίθεσης ήταν ασήμαντες, αλλά η ίδια η επίθεση σηματοδότησε την αρχή της χρήσης Πολεμικών Χημικών Ουσιών (ΠΧΟ) σε αυτόν τον πόλεμο, που προκάλεσαν πάνω από ένα εκατομμύριο θύματα. Εφέτος, 100 χρόνια αργότερα, όλοι ελπίζουμε να μην επαναληφθεί ένα τέτοιο γεγονός. Ομως τα χημικά, βιολογικά και ραδιολογικά οπλοστάσια πολλών χωρών φαίνεται πως είναι καλύτερα εφοδιασμένα παρά ποτέ.
Η χρήση χημικών και βιολογικών όπλων στους πολέμους θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχει βαθιές ρίζες. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι στην ελληνική αρχαιότητα ήταν συνηθισμένη πρακτική να δηλητηριάζεται το νερό των πηγαδιών, ενώ στον Μεσαίωνα είχε εμφανιστεί η πρακτική της ρίψης πτωμάτων ανθρώπων που είχαν πεθάνει από μολυσματικές ασθένειες σε πόλεις που βρίσκονταν υπό πολιορκία. Ωστόσο η αλματώδης ανάπτυξη της Χημείας κατά τον 19ο αιώνα έδωσε τη δυνατότητα παρασκευής σε μεγάλες ποσότητες χημικών ουσιών πρωτόγνωρης δραστικότητας κατά των ανθρώπων. Ετσι η έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε τις μεγάλες βιομηχανικές χώρες έτοιμες να χρησιμοποιήσουν αυτές τις ΠΧΟ κατά του αντιπάλου. Βέβαια υπήρχε η σύμβαση της Χάγης του 1907, που απαγόρευε τη χρήση ΠΧΟ, αλλά στην αρχή θεωρήθηκε ότι οι δακρυγόνες ουσίες δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «πολεμικές», αφού δεν προκαλούν τον θάνατο. Στη συνέχεια, όταν άρχισε η χρήση θανατηφόρων ουσιών από τους Γερμανούς, όπως το χλώριο, το φωσγένιο (ασφυκτικές ΠΧΟ) και ο υπερίτης (γνωστός και ως αέριο της μουστάρδας λόγω της οσμής του, καυστική ΠΧΟ), θεωρήθηκε ότι η απελευθέρωση αυτών του ουσιών από κάνιστρα και η μεταφορά τους στις γραμμές του αντιπάλου με τον άνεμο δεν καλύπτονται από τη σύμβαση. Βέβαια στο τέλος παραμερίστηκαν όλες οι προφάσεις και η χρήση των ΠΧΟ έγινε ανεξέλεγκτη.
Το πέρασμα στα νευροτοξικά αέρια



Οι αντιασφυξιογόνες μάσκες αποτέλεσαν βασικό «αξεσουάρ» των στρατιωτών στα μέτωπα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου

Η τραγική ιστορία της χρήσης ΠΧΟ κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν ανέστειλε καθόλου την έρευνα για την παρασκευή όλο και πιο αποτελεσματικών ουσιών αυτού του είδους κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Αντιθέτως, στην περίοδο αυτή ανακαλύφθηκαν από τους Γερμανούς τα νευροτοξικά αέρια σαρίν και ταμπούν, που μαζί με τις ήδη γνωστές από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ΠΧΟ παρασκευάστηκαν σε μεγάλες ποσότητες και αποθηκεύθηκαν για ενδεχόμενη χρήση στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι σύμμαχοι ήταν και αυτοί εφοδιασμένοι με μεγάλες ποσότητες ΠΧΟ, αν και βασικά μόνο από τα είδη που ήταν γνωστά από τον προηγούμενο πόλεμο, όμως καμία από τις δύο συμμαχίες δεν κατέφυγε στον χημικό πόλεμο, κυρίως από τον φόβο των αντιποίνων. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι αυτό δεν εμπόδισε τους Γερμανούς να χρησιμοποιήσουν υδροκυάνιο για τη θανάτωση των Εβραίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Θα περίμενε κανείς ότι, μετά την αποφυγή χρήσης ΠΧΟ κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την αποθήκευση-καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του χημικού οπλοστασίου των αντιπάλων μετά το τέλος των εχθροπραξιών, το φάσμα του χημικού πολέμου θα είχε οριστικά απομακρυνθεί. Κάθε άλλο όμως παρά αυτό συνέβη. Η έρευνα και η παραγωγή ΠΧΟ συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση, με μια πολύ σημαντική ανακάλυψη, τα δυαδικά χημικά όπλα. Τα όπλα αυτά αποτελούνται από δύο συστατικά, σχετικά ακίνδυνα το καθένα από μόνο του, τα οποία αναμειγνύονται λίγο πριν από τη χρήση του όπλου και δίνουν ως προϊόν τη δραστική ΠΧΟ. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έγινε μεγάλης κλίμακας χρήση ΠΧΟ μόνο σε δύο περιπτώσεις: στον πόλεμο Ιράν – Ιράκ από τους Ιρακινούς το 1980 και στις μάχες μεταξύ συριακού στρατού και ανταρτών από τον συριακό στρατό το 2013. Εγινε όμως σημαντική χρήση ΠΧΟ σε τρομοκρατικές επιθέσεις, όπως η επίθεση με σαρίν στον υπόγειο σιδηρόδρομο του Τόκιο, καθώς και σε αντιτρομοκρατικές επιθέσεις, όπως στην περίπτωση της ανακατάληψης του θεάτρου Ντουμπρόβκα στη Μόσχα, που είχε καταληφθεί από τσετσένους αντάρτες.
Βιολογικά και ραδιολογικά



Το αμερικανικό πλοίο MV Cape Ray, στο οποίο καταστράφηκε το συριακό χημικό οπλοστάσιο

Πέρα από τις ΠΧΟ, στο «ανορθόδοξο» οπλοστάσιο υπάρχουν και άλλες δύο κατηγορίες όπλων, τα βιολογικά και τα ραδιολογικά. Τα μεν ραδιολογικά προσβάλλουν τους ανθρώπους μέσω της ραδιενέργειας που εκπέμπουν, τα δε βιολογικά μέσω των παθογόνων παραγόντων από τους οποίους αποτελούνται (κυρίως μικροβίων ή ιών). Και τα μεν ραδιολογικά δεν είχαν μεγάλη ανάπτυξη, επειδή η επίδρασή τους παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα και, άρα, δεν επιτρέπουν σε αυτόν που τα χρησιμοποιεί να πλησιάσει στο πεδίο της εφαρμογής τους. Εξαίρεση αποτελεί η χρήση τους για την εξόντωση μεμονωμένων θυμάτων, όπως για παράδειγμα του φυγάδα των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών Αλεξάντερ Λιτβινένκο στο Λονδίνο με τη χρήση ραδιενεργού πολώνιου-210. Πολλές χώρες όμως είχαν αναπτύξει και αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες βιολογικών όπλων, οι οποίες θα έπρεπε να έχουν καταστραφεί μετά την υπογραφή της Σύμβασης για τα Βιολογικά Οπλα το 1972. Αλλά αν κρίνει κανείς από τις ειδήσεις που διαρρέουν κατά καιρούς στα ΜΜΕ και από μερικά χαρακτηριστικά περιστατικά, όπως είναι η τρομοκρατική επίθεση στις ΗΠΑ με βάκιλο του άνθρακα το 2001, φαίνεται ότι υπάρχουν ακόμη αποθηκευμένες άγνωστες ποσότητες βιολογικών όπλων.

Ενα σημαντικό βήμα στη μάχη εναντίον της εξάπλωσης των ΠΧΟ ήταν σίγουρα η καταστροφή μεγάλων ποσοτήτων τέτοιας κατηγορίας ουσιών, που είχε αναπτύξει και αποθηκεύσει η Συρία, από διεθνή δύναμη που είχε οργανώσει ο ΟΗΕ. Οπως είναι γνωστό, οι ποσότητες αυτές, περίπου 1.300 τόνοι, φορτώθηκαν σε έναν στολίσκο δανο-νορβηγικών πλοίων και μεταφέρθηκαν στην Ιταλία. Από εκεί μεταφορτώθηκαν σε ένα αμερικανικό πολεμικό πλοίο, όπου και καταστράφηκαν σε κατάλληλους χημικούς αντιδραστήρες. Ας ευχηθούμε το παράδειγμα της καταστροφής του χημικού οπλοστασίου της Συρίας να αποτελέσει το πρώτο βήμα για τον εξοβελισμό αυτού του είδους των όπλων μια για πάντα.
Ο κ. Χάρης Βάρβογλης είναι καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ