Ποσοτική χαλάρωση ή συναλλαγματικός πόλεμος;

Τον όρο «συναλλαγματικός πόλεμος» (currency war) τον εφηύρε, τον Σεπτέμβριο του 2010, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας Γκουίντο Μαντέγκα

Τον όρο «συναλλαγματικός πόλεμος» (currency war) τον εφηύρε, τον Σεπτέμβριο του 2010, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας Γκουίντο Μαντέγκα και εν συνεχεία τον υιοθέτησε ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν. Εκτοτε κυριαρχεί στις αναλύσεις των ειδημόνων και των διεθνών ΜΜΕ. Πρακτικά σημαίνει ανταγωνιστική υποτίμηση, δηλαδή υποτίμηση του εθνικού νομίσματος για να γίνουν φθηνότερα τα προϊόντα μιας χώρας και να αυξηθούν οι εξαγωγές.Πριν από την κρίση του 2008 αρκετές χώρες κατέφυγαν στην πρακτική αυτή για να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά τους προβλήματα (Βρετανία, Σουηδία, Νότια Κορέα, Αργεντινή κ.ά.). Στη διάρκεια της παρούσας κρίσης το έκανε η Ιαπωνία για να «μαλακώσει» το σκληρό γεν. Αλλά και η Ελβετία, για να χαλιναγωγήσει την τρελή ανατίμηση του φράγκου, που δημιουργούσε σοβαρό πρόβλημα στις εξαγωγές της. Πρόσφατα πάντως αναγκάστηκε άρον-άρον να εγκαταλείψει την προσπάθεια αυτή επειδή κατάλαβε ότι μετά την επικείμενη ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ τα συναλλαγματικά της αποθέματα δεν θα επαρκούν για μια τέτοια πολιτική.
Η Κίνα όμως δεν έχει τέτοιο πρόβλημα. Οχι μόνο διαθέτει τα μεγαλύτερα συναλλαγματικά αποθέματα στον πλανήτη (4 τρισ. δολάρια!) αλλά ελέγχει και την κίνηση κεφαλαίων. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ η ίδια μπορεί να κάνει συναλλαγές ανοικτής αγοράς και να προμηθεύεται ξένο συνάλλαγμα και ξένους τίτλους, οι ανταγωνιστές της δεν έχουν αντίστοιχη επιλογή. Γι’ αυτό άλλωστε κατηγορείται μονίμως για χειραγώγηση της ισοτιμίας του γουάν (ή άλλως ρενμίνμπι).
Γιατί όμως ο Μαντέγκα μίλησε για «συναλλαγματικό πόλεμο»; Η τότε υποτίμηση του δολαρίου έναντι του βραζιλιάνικου ρεάλ κατά 25% δεν προήλθε από συναλλαγές ανοικτής αγοράς. Το μόνο που έκανε η Fed ήταν να ασκήσει επεκτατική νομισματική πολιτική (ποσοτική χαλάρωση) με στόχο να αυξήσει την εσωτερική ρευστότητα και να βοηθήσει την αμερικανική οικονομία να ανακάμψει. Ο Μαντέγκα ωστόσο θεώρησε την ποσοτική χαλάρωση ανταγωνιστική υποτίμηση, γιατί κατά τη γνώμη του απώτερος στόχος (δεδηλωμένος από τον ίδιο τον Ομπάμα) ήταν ο διπλασιασμός των αμερικανικών εξαγωγών ως το 2015.
Αλλά ακόμη κι έτσι, γιατί «πόλεμος»; Στο παρελθόν τα περισσότερα μεμονωμένα περιστατικά ανταγωνιστικής υποτίμησης δεν προκάλεσαν αντιδράσεις στη διεθνή κοινότητα. Γιατί προκαλούν σήμερα; Μα λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και του εσφαλμένου τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζεται. Πράγματι, υπό τον φόβο των ελλειμμάτων και των χρεών, όλες οι χώρες καταφεύγουν σε δημοσιονομική λιτότητα και περιμένουν την ανάκαμψη από τις εξαγωγές. Ετσι όμως συρρικνώνεται δραματικά η παγκόσμια ζήτηση και μοιραία το διεθνές εμπόριο γίνεται συγκρουσιακό. Οπως τόνιζε έκδηλα ανήσυχος ο Κέινς, σε περιόδους διεθνούς κρίσης το συγκρουσιακό εμπόριο είναι ένα «μέσο απελπισίας για τη διατήρηση της εγχώριας απασχόλησης».
Αρα, υπό τις παρούσες συνθήκες, ποσοτική χαλάρωση χωρίς παράλληλη ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης δεν δημιουργεί μόνο επικίνδυνες πιστωτικές φούσκες αλλά και ανταγωνιστικές υποτιμήσεις που ισοδυναμούν με συναλλαγματικό πόλεμο. Και που μπορεί ανά πάσα στιγμή να μετεξελιχθούν σε γενικευμένο εμπορικό και οικονομικό πόλεμο. Και μη χειρότερα!..
Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.