Όσοι έχουν επαφή με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και την Τράπεζα της Ελλάδος γνωρίζουν ότι τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου εξαντλούνται με ταχύτητα μεγάλη.
Τα έμπειρα στελέχη της Διοίκησης έκαναν, μέχρι τώρα, ότι μπορούσαν, ότι περνούσε από χέρι τους.
Ήλεγξαν τις δαπάνες, διέκοψαν τις πληρωμές όπου υπήρχαν περιθώρια αντοχής και ανοχής, εντόπισαν τους ενεργούς τραπεζικούς λογαριασμούς του Δημοσίου, συγκέντρωσαν όλο το διαθέσιμο χρήμα, έξυσαν στην κυριολεξία τον πάτο του βαρελιού προκειμένου να μην υπάρξει το ατύχημα κι η χώρα πτωχεύσει χωρίς καν να το καταλάβουμε.
Με κόστος μεγάλο βεβαίως για την πραγματική οικονομία, η οποία εμφανώς πλέον δοκιμάζεται και κινδυνεύει να χάσει την όποια ικμάδα της.
Χωρίς αμφιβολία οι όποιες δυνατότητες, τεχνικές και άλλες, για να μην χρεοκοπήσει η χώρα σχεδόν εξαντλήθηκαν.
Όπως λένε όσοι παρακολουθούν από κοντά την εξέλιξη των δημοσίων οικονομικών, την Πέμπτη θα πληρωθεί μετά βασάνων και κόπων η δόση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και από εκεί και πέρα αρχίζει ένας μεταπασχαλινός Γολγοθάς συγκέντρωσης χρηματοδοτικών πόρων ικανών να αποτρέψουν το ατύχημα μέχρι τις 24 Απριλίου, οπότε και συνέρχεται το κρίσιμο Eurogroup, το οποίο θα αποφασίσει αν υφίσταται η «συμφωνία γέφυρα» και η χώρα θα μπορέσει να χρηματοδοτηθεί υποτυπωδώς μέχρι τα τέλη Ιουνίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η διήμερη συνεδρίαση του Euroworking Group, που ξεκινά σήμερα στις Βρυξέλλες, δεν θα είναι αποφασιστική, αλλά προπαρασκευαστική του Eurogroup της 24ης Απριλίου.
Και αυτό γιατί μέχρι τώρα δεν κατέστη δυνατή η συμμετοχή των τεχνικών κλιμακίων στις διαπραγματεύσεις και ως εκ τούτου δεν υπάρχουν εισηγήσεις για ολοκλήρωση της αξιολόγησης, που αποτελεί την Λυδία λίθο στη σχέση τη χώρας μας με τους εταίρους.
Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος της επίσκεψης του κ. Γιάνη Βαρουφάκη στην έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον.
Εκεί η κυρία Κριστίν Λαγκάρντ κατέστησε σαφές στον έλληνα υπουργό Οικονομικών, που διεκδικούσε την αφαίρεση του ασφαλιστικού και των εργασιακών από την αξιολόγηση, ότι χωρίς την ενεργοποίηση των τεχνικών κλιμακίων δεν μπορεί να υπάρξει αξιολόγηση, ούτε κατ’ επέκταση συμφωνία για απελευθέρωση της Ελλάδας από την τανάλια ελέγχου της ρευστότητας.
Δεν είναι τυχαίο ότι από την Τρίτη τα τεχνικά κλιμάκια έπιασαν ξανά δουλειά στην Αθήνα, αξιολογώντας τα στοιχεία και αποτιμώντας την οικονομική θέση της χώρας.
Αυτό που μπορεί να πει κανείς είναι ότι έπειτα από μακρά περίοδο αναστολής και αναμονής συμφωνήθηκε η διαδικασία επανασύνδεσης της ελληνικής πλευράς με τους εκπροσώπους της τρόικας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο ως γνωστόν από το 2010 προεξάρχει των συνομιλιών και έχει τον πρώτο λόγο στις τεχνικές διαπραγματεύσεις.
Με άλλα λόγια όλο το προηγούμενο διάστημα χάθηκε πολύτιμος χρόνος, η ελληνική οικονομία έζησε ένα εξαντλητικό τετράμηνο χωρίς χρηματοδότηση και θα παραμείνει σε καθεστώς αβεβαιότητας για κάμποσο καιρό ακόμη, χωρίς ωστόσο να είναι βέβαιη η κατάληξη της διαπραγμάτευσης.
Κακά τα ψέματα, η Ελλάδα έχει φτάσει ακόμη μια φορά στα όρια της, καθώς τείνει να εξαντλήσει τις δυνατότητες επιβίωσης χωρίς βοήθεια.
Από εδώ και πέρα τελεί στη διάθεση τυχαίων γεγονότων.
Το δυστύχημα είναι ότι η κυβέρνηση ακόμη και τώρα δεν έχει πλήρη συνείδηση των συνθηκών και των συνεπειών από ενδεχόμενο ατύχημα στην οικονομία.
Τις προηγούμενες μέρες, λέγεται, ότι στο Μέγαρο Μαξίμου αφιερώθηκαν πάμπολλες ώρες για να κατανοηθούν οι επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης μη πληρωμής της δόσης προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Και την περασμένη εβδομάδα επίσης ο υπουργός Οικονομικών όταν ρωτήθηκε από εκπροσώπους διεθνών επενδυτικών οίκων για το τι θα πράξει αν δεν υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους στις 24 Απριλίου φέρεται να δήλωσε σχεδόν αυθόρμητα, χωρίς δεύτερη σκέψη, ότι θα εφαρμόσει μέτρα περιορισμού της κίνησης των κεφαλαίων.
Έτσι εξηγούνται και οι πολλές δημόσιες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών το προηγούμενο διάστημα για ενδεχόμενη μη πληρωμή της δόσης προς το Δ.Ν.Τ., όπως κι εκείνα τα «ηρωικά» και αλόγιστα διαφόρων περί ρήξης.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι τα τελευταία 24ωρα συνειδητοποιείται, τουλάχιστον από το Μέγαρο Μαξίμου, η δυσκολία στην οποία έχει περιέλθει η χώρα.
Ο Πρωθυπουργός φέρεται να έχει αντιληφθεί τους κινδύνους που τον γυροφέρνουν και αναζητεί τρόπους να βγει από το αδιέξοδο.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι στήνει δικές του δομές για την παρακολούθηση των οικονομικών θεμάτων, προσλαμβάνει πρόσωπα και αποζητά ασφαλέστερη ενημέρωση, από εκείνη που είχε μέχρι τώρα.

Γεγονός που βεβαίως φανερώνει και το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τον υπουργό Οικονομικών.

Ωστόσο και πάλι μετρά και ξαναμετρά το πολιτικό κόστος μιας συμφωνίας με τους εταίρους, δυσκολεύεται να κάνει μια ευθεία επιλογή, πιθανώς πιέζεται από τους πολλούς μικρούς «ηγέτες» του κόμματός του, που ζουν ακόμη στον κόσμο τους, φαντασιώνονται ότι οι εταίροι θα υποκύψουν και το χειρότερο δεν κατανοούν το βάρος των συνεπειών μιας ανεξέλεγκτης στάσης πληρωμών.
Όπως και να έχει πρωθυπουργός που έχει την ευθύνη της χώρας στα χέρια του δεν έχει πολλές επιλογές.
Είναι υποχρεωμένος να αναλάβει το όποιο πολιτικό κόστος, να πει όλη την αλήθεια στον ελληνικό λαό και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για συμφωνία στις 24 Απριλίου.
Χωρίς συμφωνία στις 24 Απριλίου οι ελληνικές εξελίξεις, οικονομικές και πολιτικές θα είναι ανεξέλεγκτες.
Αυτή είναι δυστυχώς η πικρή αλήθεια.
Τα υπόλοιπα είναι για τους αόμματους του κόμματος και τους προπαγανδιστές της κακιάς ώρας που νόμιζαν – ορισμένοι νομίζουν ακόμη – ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι απλό, διαχειρίσιμο, ζήτημα συσχετισμών και εξουσίας μόνο.