Αντον Πάβλοβιτς Τσέχοφ
Ο απρόβλεπτος κύριος Τσέχοφ
Εισαγωγή – ανθολόγηση – μετάφραση
Σταυρούλα Αργυροπούλου,
Εκδόσεις Μεταίχμιο 2015,
σελ. 472, τιμή 16,60 ευρώ
Ο απρόβλεπτος κύριος Τσέχοφ
Εισαγωγή – ανθολόγηση – μετάφραση
Σταυρούλα Αργυροπούλου,
Εκδόσεις Μεταίχμιο 2015,
σελ. 472, τιμή 16,60 ευρώ
«Υπάρχουν δύο ειδών συγγραφείς: εκείνοι που φέρνουν κάτι το καινούργιο. Το καινούργιο παλιώνει. Και υπάρχουν εκείνοι που φέρνουν κάτι το ανεπανάληπτο. Απ’ αυτούς είναι ο Τσέχοφ». Θα μπορούσε να είναι κι ένας ορισμός του κλασικού συγγραφέα που δεν αναφέρεται μόνο στην εποχή του αλλά και δημιουργεί μια εποχή. Οσον αφορά το διήγημα δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα αντίστοιχο του Τσέχοφ.
Ακόμη και η επίδραση του άλλου μείζονος διηγηματογράφου του 19ου αιώνα, του Γκι ντε Μοπασάν, δεν μπορεί να συγκριθεί με τη δική του. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, όπου εμφανίστηκαν μεταπολεμικά οι σημαντικότεροι σύγχρονοι διηγηματογράφοι, είθισται να τους συγκρίνουν με τον Τσέχοφ.
«Τσέχοφ της Αμερικής» αποκάλεσαν κάποτε τον Τζον Τσίβερ. Το ίδιο και τον μεταγενέστερο Ρέιμοντ Κάρβερ, ο οποίος θεωρούσε τον σπουδαίο Ρώσο ως τον σημαντικότερο διηγηματογράφο όλων των εποχών. Και ένας άλλος διηγηματογράφος πρώτης γραμμής (άγνωστος δυστυχώς στη χώρα μας), ο Βίκτορ Πρίτσετ, έφτασε να υποστηρίζει πως τα θεατρικά έργα του Τσέχοφ είναι επεκτάσεις των διηγημάτων του, που τα θεωρεί μάλιστα δραστικότερα των θεατρικών.
Η επίδραση ενός συγγραφέα στους μεταγενέστερους ομοτέχνους του δεν συνεπάγεται ότι και οι σύγχρονοι αναγνώστες θα γοητευτούν το ίδιο διαβάζοντάς τον. Αλλά οποιοδήποτε από τα 600 περίπου διηγήματα του Τσέχοφ και αν διαβάσουμε μένουμε με την αίσθηση του ανεπανάληπτου, δηλαδή της μοναδικότητας της ζωής σε κάθε της έκφανση. Και να σκεφθεί κανείς πως όταν πέθανε ο Τσέχοφ από φυματίωση στο Μπαντενβάιλερ της Γερμανίας το 1904 ήταν μόνο 44 ετών.
Ο απρόβλεπτος κύριος Τσέχοφ τιτλοφορείται η συλλογή των 41 διηγημάτων που εξέδωσαν πρόσφατα οι εκδόσεις Μεταίχμιο. «Απρόβλεπτος», εικάζω, επειδή απρόβλεπτη είναι η ίδια η ζωή, όχι μόνον σε ό,τι αφορά τα μεγάλα γεγονότα αλλά και τα απλά, τα καθημερινά, τα «άνευ σημασίας». Καθώς ο τόμος αυτός περιλαμβάνει διηγήματα που καλύπτουν μια περίοδο 18 ετών (από το 1880 ως το 1898) μπορεί κανείς να διακρίνει τη συγγραφική πορεία του Τσέχοφ. Δεν θα έλεγα τη διαδικασία της «ωρίμανσής» του –γιατί ο Τσέχοφ ήταν ώριμος από τα είκοσι ακόμη χρόνια του. Η ειρωνεία, η λοξή ματιά, ακόμη και η τεχνική του σε γενικές γραμμές μοιάζει σαν να έχουν οριστεί εξαρχής. Απλώς εκείνο το μοναδικό –δικό του και απερίγραπτο –πικρό αίσθημα παρουσιάζεται πολύ εντονότερο στα διηγήματά του της τελευταίας δεκαετίας. Και το αίσθημα αυτό καθιστά οξύτερη την ειρωνεία που τα διατρέχει.
Το θαυμάσιο και αινιγματικό «τι»
Μονοτονία; Μελαγχολία; Χαμόγελο που καταλήγει σε μορφασμό; Αίσθηση του λυκόφωτος; Αίσθηση που υπερβαίνει ακόμη και τα όρια της συνείδησης, ότι σε τελική ανάλυση η ελπίδα είναι μάταιη και η ζωή μάς προσπερνά; Ο Τσέχοφ ξεκίνησε σαν χιουμορίστας γράφοντας ευθυμογραφήματα για τα περιοδικά προκειμένου να συμπληρώνει το εισόδημά του όταν σπούδαζε γιατρός. Το χιούμορ έγινε αργότερα πικρό και σε κάποια διηγήματά του καταγγελτικό της αγριότητας του καθεστώτος του τσάρου Αλέξανδρου Γ’ ο οποίος διαδέχθηκε τον πατέρα του Αλέξανδρο Β’ που δολοφονήθηκε από τους ναρόντνικους το 1881.
Στα διηγήματά του παρατηρείς τη ζωή από το περιθώριο προκειμένου να δεις την άλλη της πλευρά. Και εδώ στα διηγήματα αυτά που δεν είναι γνωστά όσο λ.χ. Η κυρία με το σκυλάκι ή Ο θάλαμος αριθμός 6 αυτό είναι φανερό. Επομένως συμπεράσματα δεν υπάρχουν και το τέλος δεν συνοψίζει τα όσα προηγήθηκαν. Πρόκειται για κείμενα ανοιχτά και ωστόσο πουθενά δεν έχεις την αίσθηση ότι κάτι λείπει. (Απλούστατα γιατί τέτοια είναι η ζωή: ανολοκλήρωτη.) Ποιητικά από την αρχή ως το τέλος χωρίς ποιητικές αναφορές, εξαίσιες στιγμές πικρής ρέμβης, όπου, καθώς λέει ο Βίκτορ Πρίτσετ, «η ζωή περνάει ανάμεσά τους σαν αναστεναγμός».
Ο Τσέχοφ είναι συγγραφέας γεμάτος αμφιβολίες. Δεν θα έλεγα σκεπτικιστής. Ο Φρανκ Ο’ Κόνορ, μάστορας του διηγήματος, έγραψε στις 17 Ιανουαρίου 1960 στους New York Times πως το ζήτημα για έναν ρεαλιστή δεν είναι αν «βλέπει» αλλά «τι» βλέπει. Αυτό το θαυμάσιο και αινιγματικό «τι» είναι τα διηγήματα του Τσέχοφ. Η Σταυρούλα Αργυροπούλου ανήκει στις καλύτερες μεταφράστριες που έχουμε. Και σε τούτα τα λιγότερο γνωστά διηγήματα του Τσέχοφ έχει κάνει εξαιρετική δουλειά.
Η ζωή όπως είναι
Οι ήρωες των άλλων δύο κορυφαίων του ρωσικού ρεαλισμού, του Τολστόι και του Ντοστογέφσκι, υπερβαίνουν τον εαυτό τους. Αυτό δεν συμβαίνει στον Τσέχοφ. Τα πρόσωπά του είναι αυτά που είναι γιατί ανήκουν στη ζωή –και τη ζωή δεν τη μεταποιείς. Για τούτο ίσως ο Τολστόι χαρακτήρισε τα διηγήματά του φωτογραφικές αποτυπώσεις. Η ανεπανάληπτη γοητεία του Τσέχοφ εντούτοις οφείλεται στο ότι μας δείχνει όχι μόνο το πώς παρουσιάζεται η ζωή αλλά και γιατί δεν είναι κάτι άλλο.
Οι ήρωες των άλλων δύο κορυφαίων του ρωσικού ρεαλισμού, του Τολστόι και του Ντοστογέφσκι, υπερβαίνουν τον εαυτό τους. Αυτό δεν συμβαίνει στον Τσέχοφ. Τα πρόσωπά του είναι αυτά που είναι γιατί ανήκουν στη ζωή –και τη ζωή δεν τη μεταποιείς. Για τούτο ίσως ο Τολστόι χαρακτήρισε τα διηγήματά του φωτογραφικές αποτυπώσεις. Η ανεπανάληπτη γοητεία του Τσέχοφ εντούτοις οφείλεται στο ότι μας δείχνει όχι μόνο το πώς παρουσιάζεται η ζωή αλλά και γιατί δεν είναι κάτι άλλο.
Οπως και στα θεατρικά του έργα, έχεις την αίσθηση ότι και εδώ συμβαίνουν ελάχιστα. Δεν ανακάλυψαν σχεδόν τίποτε νέο οι λεγόμενοι μινιμαλιστές μεταπολεμικοί πεζογράφοι που να μην υπάρχει στον Τσέχοφ.
Από τα διηγήματα της παρούσας συλλογής ξεχωρίζουν ασφαλώς οι Κλέφτες, Ο φοιτητής, Ενας άνθρωπος μέσα σε θήκη, Η Φραγκοσταφυλιά και Για τον Ερωτα. Από τα χαρακτηριστικότερα της απαράμιλλης τεχνικής του να αρχίζει την κάθε ιστορία του in medias res, δηλαδή από το κρίσιμο σημείο της ιστορίας ώστε στη συνέχεια να ενσωματώσει και τα όσα προηγήθηκαν. Αλλά στον Τσέχοφ είναι δύσκολο να πεις ποιο ακριβώς είναι το κρίσιμο σημείο.
Το τι προηγείται και το τι έπεται, το βασικό ερώτημα για έναν πεζογράφο, εδώ υπηρετεί τη μοναδικότητα της ατμόσφαιρας και της αξεπέραστης δύναμης του συγγραφέα να συνδυάζει αρμονικά την ατμόσφαιρα αυτή με την αδρότητα των χαρακτήρων του. Οπως συμβαίνει στον αριστουργηματικό Φοιτητή, πέντε μόνο σελίδων, όπου μέσα σε τρεις-τέσσερις αράδες περιγράφονται αδρότατα ο φοιτητής Ιβάν Βελικοπόλσκι, η χήρα Βασιλίσα και η κόρη της Λουκερία. ‘Η στο εξίσου εντυπωσιακό Με το κάρο, όπου στη διάρκεια μιας διαδρομής με άμαξα τα συμβάντα του σύντομου ταξιδιού τα διαπερνά και η προηγούμενη ζωή των επιβατών της.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ